Οι πόλεις, παραφράζοντας τον Ίταλο Καλβίνο, είναι ένα σύνολο πραγμάτων: τόποι μνήμης, συναντήσεων, ανταλλαγών, διασταύρωσης επιθυμιών, κινήσεων και λέξεων. Ο ίδιος ο ιταλός συγγραφέας, προλογίζοντας το έργο του Αόρατες πόλεις, ένα από τα λαμπρότερα αφηγήματα της σύγχρονης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, το χαρακτήρισε «ένα ποίημα αγάπης για τις πόλεις, τη στιγμή που γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να τις ζήσουμε1». Σχεδόν μισό αιώνα αργότερα, το πρόβλημα στο οποίο αναφέρθηκε είναι ακόμη εντονότερο. Οι σύγχρονες πόλεις, ζωντανά κύτταρα του παγκοσμιοποιημένου πλέον τρόπου ζωής, διακρίνονται από μια διαρκή εσωτερική αντίφαση: προσφέρουν τεράστιες δυνατότητες επιλογών και διευκολύνσεων στους κατοίκους τους και ταυτόχρονα τους εκθέτουν σε ανεπαρκώς σχεδιασμένα πολεοδομικά περιβάλλοντα και επιβλαβείς αστικές συνήθειες.
Ακόμα κι αν πολύ συχνά οι πολίτες έχουν αποδεχθεί αυτή τη συνθήκη ως το αναγκαίο τίμημα της ζωής σε μια μητρόπολη, δεν πρόκειται για μονόδρομο. Στον ραγδαίο και συνεχή μετασχηματισμό των πόλεων, η σύγχρονη αρχιτεκτονική μπορεί να συνεισφέρει πολλά, συμβάλλοντας σε μια συγκροτημένη επιστημονική συζήτηση για τον πολεοδομικό σχεδιασμό βιώσιμων και ανθρωποκεντρικών αστικών χώρων. Σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, όπου η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού ζει και εργάζεται εντός αστικών περιοχών, ο πολεοδομικός σχεδιασμός γίνεται ακόμα σημαντικότερος για την ευρωστία, την ευημερία και την παραγωγικότητα της κοινωνίας. Κι αυτό γιατί συνδέεται τόσο με την αντιμετώπιση των συνεπειών της αστικοποίησης, όπως η ρύθμιση του κυκλοφορικού και της στέγασης, όσο και με την προστασία από φυσικούς κινδύνους (π.χ. πυρκαγιές ή πλημμύρες) και ευρύτερες οικολογικές προκλήσεις.
Στη διαδρομή μου ως αρχιτέκτονας αλλά και ως πολίτης που ζει και εργάζεται σε μια επίσης ακμάζουσα πόλη της Μεσογείου, τη Λεμεσό, θεωρώ ότι ο σύγχρονος πολεοδομικός σχεδιασμός καλείται να απαντήσει σε δύο βασικά ζητούμενα: τη διαμόρφωση αστικών χώρων που θέτουν στο επίκεντρο τον άνθρωπο και την αύξηση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Σειρά ερευνών έχει δείξει ότι ο σωστός αστικός πολεοδομικός σχεδιασμός μπορεί να επηρεάσει θετικά την οικονομία και την κοινωνική ζωή μιας πόλης, βελτιώνοντας τη σωματική, ψυχική και οικονομική κατάσταση της κοινότητας. Τα ορθά σχεδιασμένα νοσοκομεία συμβάλλουν στην ταχύτερη ανάρρωση των ασθενών, μειώνουν το λειτουργικό κόστος και αυξάνουν την απόδοση του υγειονομικού προσωπικού. Τα σχολεία που ακολουθούν βέλτιστες πρακτικές αστικού σχεδιασμού παρέχουν σε εκπαιδευτικούς και μαθητές τα μέσα για καλύτερη εκπαίδευση και επιδόσεις. Ακόμα και τα σωστά σχεδιασμένα δικαστήρια είναι ικανά να αυξήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στις Αρχές και το σύστημα Δικαιοσύνης, όπως καταγράφουν έρευνες. Και ένα παράδειγμα οικείο σε όλους μας: οι ποιοτικά σχεδιασμένοι επαγγελματικοί χώροι προάγουν την εργασιακή ευημερία και άρα την απόδοση και την παραγωγικότητα των εργαζομένων.
Γίνεται, επομένως, εμφανές ότι ο πολεοδομικός σχεδιασμός είναι ο σιωπηλός παράγοντας που επηρεάζει δραστικά ολόκληρη την ποιότητα της αστικής ζωής. Κάτι σαν το ανοσοποιητικό σύστημα της πόλης. Όταν υπηρετεί τις λειτουργικές ανάγκες των πολιτών και του περιβάλλοντος, η κοινότητα ευημερεί. Όταν δυσλειτουργεί, οι πάντες έχουν να χάσουν. Στον διάλογο για το πώς μπορούμε τελικά να διασφαλίσουμε περισσότερο ανθρωποκεντρικές και βιώσιμες πόλεις, αξίζει να σταθούμε στον ρόλο που διαδραματίζουν οι δημόσιοι χώροι. Η διασφάλιση καθολικά προσβάσιμων χώρων για τους πολίτες, τόπων αλληλεπίδρασης, κοινωνικοποίησης, αναψυχής και άθλησης, αποτελεί καίριο βήμα αναβάθμισης της αστικής ευζωίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι σημαντικό οι σύγχρονες πόλεις να υπερβούν τον παραδοσιακό διαχωρισμό ιδιωτικού και δημόσιου χώρου, δημιουργώντας σημεία όπου αυτοί οι δύο «κόσμοι» συναντιούνται. Η ανάπτυξη ειδικά διαμορφωμένων διαβάσεων, η αξιοποίηση του περιβάλλοντος χώρου των κτηρίων, ώστε να δημιουργούνται κοινόχρηστοι τόποι συνάντησης, η διαμόρφωση μικρών πλατειών, αλσυλίων ή χώρων πρασίνου στον ευρύτερο σχεδιασμό συγκροτημάτων, αποτελούν πρόνοιες που μπορούν να αυξήσουν ραγδαία την ποιότητα ζωής των πολιτών.
Όμως, ένας άρτιος πολεοδομικός σχεδιασμός προϋποθέτει ενδελεχή μελέτη για τη λειτουργικότητα κάθε σχεδίου. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα: συχνά γίνεται το λάθος να θεωρήσουμε ότι η ύπαρξη ενός ποδηλατοδρόμου συνιστά από μόνη της έργο βιώσιμης ανάπτυξης. Ωστόσο, προκειμένου να υπηρετεί πράγματι ο ποδηλατόδρομος τη βιωσιμότητα της πόλης και τις λειτουργικές ανάγκες των πολιτών απαιτείται εξέταση μιας σειράς παραγόντων. Διασφαλίζεται σκιά μέσω δέντρων για όσους τον χρησιμοποιούν; Είναι ασφαλής στα σημεία που διασταυρώνεται με διαβάσεις πεζών ή με δρόμους όπου κινούνται οχήματα; Και κυρίως, συνδέεται με άλλο δίκτυο κατάλληλων ποδηλατοδρόμων που θα επιτρέψουν τελικά σε έναν πολίτη να πάει στη δουλειά του με ποδήλατο; Αν η απάντηση και στα τρία αυτά ερωτήματα δεν είναι θετική, τότε ο ποδηλατόδρομος ενδείκνυται για μια όμορφη βόλτα, αλλά δεν αποτελεί δίκτυο για καθημερινή μετακίνηση.
Τέλος, κομβικό στοιχείο των ανθρωποκεντρικών πολεοδομικών σχεδιασμών είναι η διασφάλιση σταθερών και αξιόπιστων δικτύων δημόσιας μεταφοράς. Πρόκειται για μια αναγκαία παράμετρο, προκειμένου ο πολίτης να μπορέσει να αποσυνδέσει τη σχέση του με την πόλη από τη διαρκή χρήση του αυτοκινήτου και να πλοηγηθεί σε αυτήν, απολαμβάνοντας μια ασφαλή και ποιοτική εμπειρία. Καθώς οι σύγχρονες πόλεις ελκύουν όλο και περισσότερους διεθνείς και εγχώριους επισκέπτες, η ενίσχυση της προσβασιμότητας σε σημεία του αστικού ιστού, μέσω του δημόσιου δικτύου μεταφορών, αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία.
Σίγουρα δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις στο δύσκολο ερώτημα πώς μπορούν να γίνουν οι πόλεις μας πιο βιώσιμες. Κάθε πόλη έχει τον δικό της ιδιοσυγκρασιακό χαρακτήρα, τη δική της πολιτιστική κληρονομιά, τη δική της δυναμική ανάπτυξης και αντιμετωπίζει τις δικές της προκλήσεις. Προσαρμοζόμενος στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε διαφορετικού αστικού περιβάλλοντος, ο σωστός πολεοδομικός σχεδιασμός πρέπει, παρ’ όλα αυτά, να απαντά πάντοτε στο ίδιο ερώτημα. Πώς θα ζήσουμε σε πιο «ευτυχισμένες πόλεις», όπως ονειρευόταν και ο Καλβίνο.
1 Από τη διάλεξη του Ίταλο Καλβίνο για τις Αόρατες πόλεις, όπως περιλαμβάνεται στην ελληνική έκδοση Ι. Καλβίνο (2004), Οι αόρατες πόλεις, μτφ. Α. Χρυσοστομίδης, Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτης.
Ο Γιάννης Αρμεύτης είναι αρχιτέκτονας. Βραβευμένος με το Κρατικό Βραβείο Αρχιτεκτονικής για Έργο Νέου Αρχιτέκτονα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Επικεφαλής του αρχιτεκτονικού γραφείου Armeftis Partners (Σκουφά 47-49, Αθήνα 10672, 2100086014)
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!