Η πρόσφατη έξαρση της τουρκικής προκλητικότητας δείχνει αμηχανία και εκνευρισμό με αφορμή την υπέρ της Ελλάδας αλλαγή ισορροπιών σε εξοπλιστικό και γεωστρατηγικό επίπεδο στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Μέσα σε λιγότερο από τρία χρόνια η Ελλάδα πέτυχε πράγματα που δεν είχαν γίνει εδώ και αρκετές δεκαετίες, όπως οριοθέτηση ΑΟΖ με Αίγυπτο και Ιταλία, σημαντικές αμυντικές συμφωνίες με Γαλλία και ΗΠΑ, ενίσχυση συνεργασίας με Ισραήλ, Μεγάλη Βρετανία, Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και υπογραφή άνω των 200 διμερών και πολυμερών συμβάσεων.
Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν η εξαιρετικά επιτυχημένη επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στις ΗΠΑ και η ιστορική ομιλία του στο Κογκρέσο, στο πλαίσιο της οποίας αναφέρθηκε στις τουρκικές προκλήσεις, στον αναθεωρητισμό της γείτονος Τουρκίας, αλλά και στην ανοιχτή πληγή από την εισβολή και τη διαίρεση της Κύπρου, αποσπώντας τα έντονα χειροκροτήματα των μελών του Κογκρέσου.
Η σπασμωδική αντίδραση της τουρκικής πλευράς με το προκλητικό ρεκόρ υπερπτήσεων και την απαράδεκτη δήλωση Ερντογάν ότι δεν θέλει να ξανασυναντήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη, απλώς επιβεβαιώνουν την επιτυχία του ταξιδιού του.
Όμως ενώ η Ελλάδα αντιμετωπίζει με σθένος και αποφασιστικότητα έναν τόσο δύσκολο και απρόβλεπτο γείτονα, η Ευρώπη από την πλευρά της δεν φαίνεται να στέκεται στο ύψος των περιστάσεων.
Απέναντι στις συνεχιζόμενες και εντεινόμενες τουρκικές προκλήσεις η νέα “χλιαρή” ευρωπαϊκή αντίδραση, φέρνει στο προσκήνιο για μία ακόμη φορά τη γνωστή δυστοκία στην επιβολή αυστηρών κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας.
Είναι φανερό ότι η Ευρώπη ακολουθεί μία αντιφατική πολιτική με δύο μέτρα και δύο σταθμά, δοθέντος ότι στην περίπτωση της Ρωσίας - και πολύ σωστά πράττοντας - τα αντανακλαστικά για επιβολή κυρώσεων ήταν ταχύτατα, ενώ για την Τουρκία δεν ισχύει το ίδιο.
Η ελληνική κυβέρνηση και οι Έλληνες ευρωβουλευτές έχουμε καταγγείλει κατ’ επανάληψη στην ΕΕ την τουρκική παραβατικότητα και την περιφρόνηση του διεθνούς δικαίου, του διεθνούς δικαίου της θάλασσας και των διεθνών Συνθηκών από την πλευρά της Τουρκίας.
Όμως επί σειρά ετών η στάση της ΕΕ και ιδίως ορισμένων ισχυρών κρατών μελών απέναντι στην Τουρκία επηρεαζόταν από μεγάλα οικονομικά συμφέροντα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι εμπορικές σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, δηλαδή το άθροισμα των μεταξύ τους εισαγωγών και εξαγωγών σε ετήσια βάση ξεπερνά τα 150 δισ. ευρώ. Περαιτέρω ισχυρότατοι είναι οι οικονομικοί δεσμοί Γερμανίας – Τουρκίας, με τη Γερμανία να αποτελεί τον πρώτο εξαγωγικό προορισμό για τουρκικά προϊόντα και 7.500 γερμανικές επιχειρήσεις να δραστηριοποιούνται στην τουρκική επικράτεια. Επίσης ευρωπαϊκές τράπεζες, κυρίως από την Ισπανία και την Ιταλία, είναι εκτεθειμένες με δάνεια προς την Τουρκία ύψους άνω των 100 δισ. ευρώ.
Τα ανωτέρω ενδεικτικά στοιχεία εξηγούν σε μεγάλο βαθμό γιατί ένα ισχυρό μπλόκ κρατών μελών επεδείκνυε συστηματικά απροθυμία επιβολής αυστηρών κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας.
Όμως κατά το τελευταίο διάστημα έχουν σημειωθεί κάποια βήματα προόδου με διαφοροποιήσεις σε ό, τι αφορά στις χώρες που αντιλαμβάνονται την προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας και συμμετέχουν στα καταδικαστικά ψηφίσματα.
Σε αυτήν την κατεύθυνση βοήθησαν η ενεργητική διπλωματία και οι ισχυρές συμμαχίες της κυβέρνησης σε συνδυασμό με τις προσωπικές επαφές του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο ανώτατο επίπεδο, που κατάφεραν να διεθνοποιήσουν την τουρκική παραβατικότητα και να μετατρέψουν τις ελληνοτουρκικές διαφορές σε ευρωτουρκικές,
Όλο και περισσότεροι στην Ευρώπη αντιλαμβάνονται πλέον ότι η διαδικασία ένταξης ήταν ένα πρόσχημα της Τουρκίας για να εξυπηρετεί εμπορικά, οικονομικά και γεωστρατηγικά συμφέροντα και αναγνωρίζουν ότι η Τουρκία δεν σέβεται το διεθνές δίκαιο και ακολουθεί μία επικίνδυνη αναθεωρητική πολιτική.
Όμως ειδικά μετά το σοκ από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο τουρκικός αναθεωρητισμός και η αμφισβήτηση συνόρων συνιστούν πλέον μείζονα απειλή για την Ευρώπη.
Είναι αλήθεια ότι το πολυεπίπεδο χάσμα που χωρίζει την Ευρώπη από την Τουρκία καθιστά δυσχερή τη διαχείριση των μεταξύ τους σχέσεων, όμως η ΕΕ οφείλει να επαναπροσδιορίσει τη στάση της απέναντι στην Τουρκία κατά τρόπο αυστηρό και αποφασιστικό.
Οφείλει να διορθώσει το λάθος της, να στηρίξει έμπρακτα Ελλάδα και Κύπρο στο ανώτατο επίπεδο και να πάψει να ανέχεται απειλές εις βάρος κρατών μελών, εκβιασμούς με το προσφυγικό και προσβολές του ευρωπαϊκού ιδεώδους.
Χωρίς αποφασιστική αλλαγή στάσης απέναντι στην Τουρκία και χωρίς μία ισχυρή Ελλάδα, η Ευρώπη και η Δύση θα βρίσκονται εκτεθειμένες απέναντι στην απειλή μιας αναθεωρητικής και “αντιδυτικής” δύναμης σε μια εξαιρετικά ευαίσθητη περιοχή για τις γεωπολιτικές ισορροπίες, την τρομοκρατία, τα ενεργειακά και το μεταναστευτικό.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!