Όταν πριν από λίγα χρόνια η χώρα μας έμπαινε στον αστερισμό των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών τραπεζικό στέλεχος εξηγούσε ότι τη μεγαλύτερη αγωνία, τη μεγαλύτερη προσπάθεια να μη χάσουν το σπίτι τους έχουν οι άνθρωποι της …διπλανής πόρτας. Μισθωτοί, ελεύθεροι επαγγελματίες, μικροί επιχειρηματίες που με κόπο και δάνεια πήραν ένα σπίτι για να στεγάσουν την οικογένεια τους, να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Ένα μικρό εξοχικό για να κάνουν διακοπές και όταν πάρουν σύνταξη να το χαρούν μαζί με παιδιά και εγγόνια. Και η πλειοψηφία κάνει ό,τι μπορεί για να διατηρήσει ζωντανό το -«μικροαστικό» για κάποιους - όνειρο της. Και κάποιοι, οι πιο τυχεροί που «βρήκαν κάτι έτοιμο» από τους γονείς τους έφτιαξαν «κάτι μεγαλύτερο, κάτι καλύτερο».
Και κάποιοι άλλοι περιμένουν κάθε χρόνο με λαχτάρα παιδιά και εγγόνια στο χωριό, για να γεμίσει φωνές και γέλια το σπίτι που οι ίδιοι γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και μεγάλωσαν τα παιδιά τους, που δεν είναι πια παιδιά αλλά επιστρέφουν τις ήσυχες μέρες του Αυγούστου στην παιδική τους ηλικία, την εφηβεία, τη νιότη τους. Και θυμούνται κάτω από τον πλάτανο της πλατείας πόσο νόστιμα ήταν το «υποβρύχιο» και τα πολυκαιρισμένα λουκούμια του καφενείου -μπακάλικου, την πρώτη πτώση από τον πλάτανο και το πρώτο τους φιλί πίσω από το ιερό της εκκλησίας στο πανηγύρι του Σωτήρος ή της Παναγίας, την πρώτη φορά που επέστρεψαν στο χωριό ως φοιτητές, ως νιόπαντροι, ως γονείς, ως η «πότε θα νοικοκυρευτείς ; θα κάνεις κανένα παιδί ή μόνο καριέρα; καλύτερη δηλαδή είναι η Ελένη της Κατίνας που με το ζόρι τελείωσε μια didacta και πήρε γιατρό ;»
Η ανθρώπινη ζωή είναι πολύτιμη, η προστασία είναι προτεραιότητα. Και όταν σε κυνηγάει η φωτιά, ο όλεθρος, οι σφαίρες πρέπει να τρέξεις να σωθείς και να σώσεις όσους αγαπάς, όσο ανήμπορος και ανυπεράσπιστος και αν είσαι μπροστά στα «θηριά». Και αισθάνεσαι απέραντη ευγνωμοσύνη όταν τα καταφέρνεις και ανείπωτο πόνο και πληγές που δεν θα κλείσουν ποτέ, όταν πρέπει να ζήσεις με ανθρώπινες απώλειες.
Αλλά τα σπίτια που κάηκαν δεν είναι απλώς ντουβάρια, ούτε απλώς εγγραφές στο «Ε9» και ΕΝΦΙΑ. Είναι εξάμηνα μπάρκα ναυτικών σε δεξαμενόπλοια και φορτηγά, είναι χρόνια μετανάστευσης, είναι μεροκάματα σε οικοδομές, είναι καυτός ήλιος, βροχή και χαλάζι στα χωράφια, είναι επικίνδυνες συνθήκες εργασίας, ορθοστασία και νυχτερινά, 12ώρα, μηδενικοί τζίροι σε μαγαζιά, κομποδέματα που τρώει η ανεργία.
Για τους περισσότερους ανθρώπους είναι εξαιρετικά δύσκολο να ξαναφτιάξουν τα σπίτια τους, μετά από δέκα χρόνια κρίσης και δύο χρόνια πανδημίας. Ποιος θα χτίσει ξανά τα σπίτια ηλικιωμένων ανθρώπων που ξεσπιτώθηκαν άρον άρον για να μην καούν ζωντανοί; Πως θα χτίσουν ξανά τις ζωές τους οι άνθρωποι είδαν τα σπίτια τους, τα ζώα τους, το βιός τους να γίνονται παρανάλωμα ;
Και πίσω από τα ντουβάρια, είναι χαρές, λύπες, συγκινήσεις, γλέντια, τραπεζώματα, κλάματα και γέλια μωρών, ξενύχτια διαβάσματος για το σχολείο και το πανεπιστήμιο, έρωτες, κλεφτές ματιές σε πάρτι, ζωγραφιές πάνω στο ψυγείο, φωτογραφίες, η καρφίτσα της γιαγιάς και το ρολόι του παππού, το κουβερτάκι που τύλιξε το νεογέννητο παιδί, τα βιβλία που σου χάρισε πατέρας, τα ενθύμια των πρώτων διακοπών στις Κυκλάδες που σου «τσοντάρισε» η μητέρα «για να μη μείνεις σε κανένα κοτέτσι», τα αποκόμματα της συναυλίας των Rolling Stones στην Αθήνα.
Τα «ντουβάρια» περικλείουν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον ανθρώπων, οικογενειών και γι’ αυτό είναι τόσο δύσκολο να εγκαταλειφθούν. Ακόμα κι όταν ο «εχθρός» είναι ισχυρός και προ των πυλών.
Οι άνθρωποι σώθηκαν από τη φωτιά. Τώρα η πολιτεία οφείλει να παρουσιάσει ολιστικό σχέδιο για τους πληγέντες και να μην περιοριστεί σε ημίμετρα, προσωρινές λύσεις επικοινωνιακού χαρακτήρα.
Και να ξαναδούν οι κυβερνώντες μαζί με του ευρωπαίους εταίρους το Ταμείο Ανάκαμψης. Οι προτεραιότητες έχουν πλέον αλλάξει.
Καληνύχτα και καλή τύχη.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!