Οι κυβερνητικές ανακοινώσεις για την κατανομή και διαχείριση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης δεν αποτελούν σε καμιά περίπτωση ένα ενιαίο σχέδιο με στόχο την παραγωγική αναδιάρθρωση της οικονομίας, την πράσινη ανάπτυξη, την ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης, την κοινωνική συνοχή και την περιφερειακή σύγκληση, όπως διατείνεται. Περιέχει ασφαλώς και σωστές επιλογές, οι οποίες όμως είναι αποσπασματικές και ασύνδετες, σε μεγάλο βαθμό.
Ονοματίζονται λίγα αναπτυξιακά έργα και προγράμματα, γεγονός που αποκαλύπτει ότι τα περισσότερα θα αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης με τους τοπικούς και περιφερειακούς παράγοντες της ΝΔ, τους εγχώριους και ξένους επιχειρηματικούς ομίλους, και τις ομάδες πίεσης.
Συγκεντρώνει επίσης ορφανά έργα στις περιφέρειες της χώρας, που θα μπορούσαν να ενταχθούν στο δημοσιονομικό ΕΣΠΑ και στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, αποκαλύπτοντας μια πρόχειρη πελατειακή λογική.
Οι πόροι είναι σημαντικοί, ανέλπιστα πολλούς τούς έχουν χαρακτηρίσει κυβέρνηση και αντιπολίτευση, και οφείλονται στην προσπάθεια της ΕΕ να αναχαιτίσει την πρωτοφανή ύφεση που δημιούργησε στην οικονομία της ΕΕ η πανδημία.
Η κυβέρνηση έχει μια επικοινωνιακή αγωνία: θέλει να λέει ότι αυτή όλα τα κάνει αλλιώς. Θα συμφωνήσω ότι τα αναπτυξιακά και κοινωνικά αποτελέσματα των προηγούμενων προγραμμάτων μπορούσαν να ήταν πολύ καλύτερα. Σε κάθε περίπτωση, χειρότερη διαχείριση και ανεπάρκεια τόσο του δημόσιου, όσο και του ιδιωτικού τομέα έχει καταγραφεί στο τρέχον ΕΣΠΑ, το οποίο παρότι η κυβέρνηση το μετέτρεψε από τις πρώτες ημέρες τις πανδημίας, με έγκριση της Κομισιόν, σε βασικό μέσο χρηματοδότησης των ενισχύσεων, λόγω κορονοϊού, των επιχειρήσεων, των επαγγελματιών, των εργαζομένων και των ανέργων, η απορροφητικότητά του λίγο πριν από την ολοκλήρωσή του μόλις ξεπερνά το 50%.
Οι διαφορές του Ταμείου Ανάκαμψης με προηγούμενα Κοινοτικά προγράμματα
Υπάρχουν πράγματι διαφορές, σε σχέση με τα προηγούμενα Κοινοτικά χρηματοδοτικά προγράμματα και είναι μεγάλες, όμως αυτές είναι εις βάρος του σχεδιασμού της σημερινής κυβέρνησης:
α) Τα προηγούμενα Κοινοτικά πλαίσια είχαν βασικούς στόχους την ανάπτυξη, μέσα από την περιφερειακή σύγκλιση και την κοινωνική συνοχή, γι' αυτό είχαν Τομεακή και Περιφερειακή διάρθρωση, με δέσμευση το 80% των πόρων να διατεθούν στις Περιφέρειες και μάλιστα με συντελεστή βαρύτητας που ενίσχυε τις πιο αδύναμες.
Ο σχεδιασμός της σημερινής κυβέρνησης είναι οριζόντιος, χωρίς περιφερειακές και κοινωνικές στοχεύσεις.
β) Τα προηγούμενα Κοινοτικά πλαίσια διαμορφώνονταν με διαβούλευση μεταξύ της κυβέρνησης, των κοινωνικών φορέων και των Περιφερειών, έστω και αν στο τέλος η εκάστοτε κυβέρνηση έπαιρνε τις αποφάσεις, υπήρχαν όμως ποσοτικοί αντικειμενικοί παράγοντες που δεν μπορούσε, τουλάχιστον στον σχεδιασμό και στις αρχικές δεσμεύσεις έργων και προγραμμάτων, να τα παραβιάσει η κυβέρνηση.
γ) Τα προηγούμενα Κοινοτικά πλαίσια χρηματοδοτούνταν απολογιστικά, δηλαδή μετά την ένταξή τους, είτε ήταν δημόσια είτε ιδιωτικά, οι δικαιούχοι έπαιρναν μια προκαταβολή, και μετά πληρώνονταν ανάλογα με το εκτελεσθέν έργο και μετά από έλεγχο. Αυτό βέβαια είναι αρκετά γραφειοκρατικό, όμως εξασφάλιζε, με τον ταυτόχρονο έλεγχο των αρμόδιων Κοινοτικών οργάνων, τη στοιχειώδη διαφάνεια.
Έχω ακούσει πολλές φορές τον πρωθυπουργό και τους αρμόδιους υπουργούς να λένε ότι αυτή η διαδικασία θα αλλάξει, για να τρέξουν πιο γρήγορα τα προγράμματα, δίνοντας τον πρώτο ρόλο στον κύριο του έργου, είτε είναι δημόσιος φορέας είτε ιδιωτικός.
Από τα λίγα που είπαν οι αρμόδιοι της κυβέρνησης για τα χρηματοδοτικά μείγματα και το ύψος των ελάχιστων πόρων που θα πρέπει να κινητοποιεί μια ιδιωτική επένδυση, φαίνεται αμέσως ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων αποκλείονται, εκτός εάν εκχωρήσουν τον έλεγχο της επιχείρησής τους σε κάποιο χρηματοδοτικό fund ή σε κάποια μεγαλύτερη εξειδικευμένη ελληνική ή ξένη επιχείρηση.
Δηλαδή οι χρηματοδοτήσεις των επιχειρήσεων, αλλά και πολλών προγραμμάτων, αφορούν κυρίως τους μεγάλους εγχώριους και ευρωπαϊκούς ομίλους, γιατί αυτοί μόνο μπορούν να μοχλεύσουν ιδιωτικούς πόρους μεγάλου ύψους και να προσφέρουν την τεχνογνωσία που απαιτείται, για μια διαχείριση όπως τη σκέφτεται η κυβέρνηση.
Φυσικά, δεν μπορεί η κυβέρνηση να μιλάει ότι έχει συνολικό αναπτυξιακό σχεδιασμό, για την αξιοποίηση των 72 δισ. ευρώ που θα διατεθούν στη χώρα μας μέχρι το 2027, και ταυτόχρονα να μην παρουσιάζει την πρότασή της, έστω και χωρίς διαβούλευση, για το δημοσιονομικό ΕΣΠΑ 2020-2027, όπως και τους διαθέσιμους πόρους του ΠΔΕ, για τα αντίστοιχα έτη, ταυτόχρονα με το σχέδιο για τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Η σχεδιαστική ανεπάρκεια είναι εμφανής, τρέμω με την υλοποίηση. Αν δεν χαλαρώσουν τα κριτήρια οι Ευρωπαίοι, πάνω από τα μισά κονδύλια θα χαθούν ή θα μοιράζονται από το παράθυρο, όπως έγινε με το τρέχον δημοσιονομικό ΕΣΠΑ.