Η εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και της ψηφιοποίησης αναδεικνύουν την αναγκαιότητα εκσυγχρονισμού του εργατικού δικαίου. Κατά τη γνώμη μου, αυτό είναι απαραίτητο και για τον επιπρόσθετο λόγο, που συνίσταται στην ικανοποίηση της κοινωνικής απαίτησης της νέας γενιάς για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας καλά αμειβόμενων με βιώσιμο τρόπο. Καταθέτω την άποψή μου αυτή βιωματικά, καθόσον η γενιά των τότε 30άριδων της μνημονιακής κρίσης, έχει γίνει η γενιά των σημερινών 40άριδων, που έχουν ήδη ζήσει 10 χρόνια οικονομικής κρίσης στην πιο παραγωγική τους φάση με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Το σχέδιο νόμου με τις αλλαγές στο εργασιακό δίκαιο, επιχειρεί να ικανοποιήσει την απαίτηση αυτή με διατάξεις που είναι καταρχήν θετικές. Σημειώνω ότι οι όποιες κρίσεις επί του νομοσχεδίου μπορούν να γίνουν στη βάση της παρουσίασής του, διότι ακόμα δεν έχει κατατεθεί προς διαβούλευση.
Συγκεκριμένα, η τηλεργασία ήρθε στη ζωή μας λόγω COVID-19, για να μείνει. Η χώρα μας είναι η τρίτη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση που θα θεσπίσει ένα νομοθετικό πλαίσιο ρύθμισης των όρων εργασίας που συνίσταται, κυρίως, στο δικαίωμα της αποσύνδεσης του εργαζόμενου και της παροχής σε αυτόν από τον εργοδότη του κατάλληλου εξοπλισμού. Επιπλέον, θα πρότεινα την εισαγωγή των «τεκμηρίων τηλεργασίας» για το μέγιστο αριθμό τηλεργαζόμενων σε μία επιχείρηση, αλλά και την επικαιροποίηση της έννοιας του εργατικού ατυχήματος, καθώς την υπαγωγή στις επαγγελματικές ασθένειες των νοσημάτων που σχετίζονται με τις συνθήκες παροχής εργασίας.
Η θεσμοθέτηση ψηφιακής κάρτας εργασίας είναι πραγματικά ένα εργαλείο για την κατοχύρωση των εργαζόμενων ως προς την τήρηση του νόμιμου και συμβατικού ωραρίου εργασίας τους. Αλλά και η δυνατότητα διευθέτησης του χρόνου εργασίας, ύστερα από αίτηση του εργαζόμενου, θα μπορούσε να επιφέρει θετικά αποτελέσματα για αυτόν, ιδίως σε ό,τι αφορά την εξισορρόπηση της επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής.
Ωστόσο, η απρόσκοπτη λειτουργία των παραπάνω ρυθμίσεων προς όφελος του εργαζόμενου τελεί υπό την προϋπόθεση της ελαχιστοποίησης των δυνατοτήτων καταστρατήγησής τους. Και τούτο, διότι η σχέση εργοδότη – εργαζόμενου εμπεριέχει έντονα το στοιχείο της εξάρτησης και συνακόλουθα η σχέση αυτή δεν είναι ισότιμη.
Το εχέγγυο για αυτό, αποτελεί η ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών. Το νέο εργασιακό νομοσχέδιο το έχει διαλάβει, καθόσον η Επιθεώρηση Εργασίας, θα είναι πλέον Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή, που θα διενεργεί ελέγχους όλο το 24ωρο και θα υπάρχει και ετήσιος στόχος ελέγχων. Όμως, κατά την επιστημονική μου κρίση, για την αποδοτικότερη και αποτελεσματικότερη λειτουργία της Επιθεώρησης Εργασίας απαιτείται η ενίσχυσή της σε προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή, καθώς και ο εκσυγχρονισμός του Οργανωμένου Πληροφοριακού Συστήματος (Ο.Π.Σ.) και η διαλειτουργικότητα των πληροφορικών συστημάτων όλων των συναρμόδιων υπηρεσιών και Υπουργείων.
Συμπληρωματικά, σε ό,τι αφορά την ψηφιακή κάρτα εργασίας, η οποία θα εφαρμοστεί πρώτα στις μεγάλες επιχειρήσεις, προκειμένου να αποφευχθεί η νόθευση του ανταγωνισμού θα πρότεινα ότι είναι εύλογο να εφαρμοστεί κατά κλάδους στις μεγάλες αυτές επιχειρήσεις.
Επιπρόσθετα, σ’ ό,τι αφορά την καταγγελία της σύμβασης εργασίας και την εκχώρηση της επιλογής ανάμεσα στην επαναπρόσληψη ή τη λήψη πρόσθετης αποζημίωσης ανάλογα με την οικονομική κατάσταση της επιχείρησης, θα λειτουργούσε περισσότερο προστατευτικά για τους εργαζόμενους αν αυτό είναι αποκλειστικό δικαίωμα του εργαζόμενου. Και αυτό για την περίπτωση καταστρατήγησης, ώστε η επιλογή αυτή να μην «νομιμοποιεί» έναντι κάποιων μισθών την παράνομη και καταχρηστική απόλυση.
Εναλλακτικά με την αύξηση του ορίου των υπερωριών, θα ήταν σκόπιμο να διερευνηθεί η δυνατότητα εφαρμογής «μοντέλου» Γαλλίας, που εφαρμόζει την αποφορολόγηση των υπερωριών. Είναι ένα μέτρο δίκαιο τόσο για τον εργαζόμενο, διότι αυξάνει το διαθέσιμο εισόδημά του όσο και για τον εργοδότη, διότι μειώνει το κόστος της υπερωριακής απασχόλησης, αλλά παράλληλα δεν εμποδίζει και τη δυνατότητα νέων προσλήψεων.
Καταλήγοντας, στην εποχή της «αποσωλήνωσης» της οικονομίας από την κρίση της πανδημίας η απελευθέρωση των δυνάμεων της επιχειρηματικότητας και της εργασίας καθίσταται πρώτης προτεραιότητας. Το εργασιακό νομοσχέδιο εύλογα θα πρέπει να θέσει σε λειτουργία εκείνες τις ασφαλιστικές δικλείδες που θα καταστήσουν την απελευθέρωση αυτή υγιή και θα εμπεδώσουν σχέσεις ασφάλειας μεταξύ εργαζόμενου και εργοδότη, με στόχο την ανάπτυξη και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας καλά αμειβόμενων.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!