Με την ταχύτερη αύξηση των κρατικών δαπανών από το πρώτο τρίμηνο του 2022 προσπαθεί το Πεκίνο να στηρίξει την κινεζική οικονομία, που πρόκειται να πληγεί σφοδρά από την προβλεπόμενη μείωση των εξαγωγών λόγω των δασμών του Ντόναλντ Τραμπ και της εκτεταμένης αναταραχής στο παγκόσμιο εμπόριο.
Σύμφωνα με υπολογισμούς του Bloomberg, που βασίζονται σε στοιχεία του κινεζικού υπουργείου Οικονομικών, η συνολική δαπάνη στους δύο βασικούς δημοσιονομικούς λογαριασμούς —τον γενικό δημόσιο προϋπολογισμό και το κρατικό επενδυτικό ταμείο— ανήλθε στα 9,26 τρισ. γιουάν (1,3 τρισ. δολάρια) το πρώτο τρίμηνο του έτους. Πρόκειται για αύξηση 5,6% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2023 και τη μεγαλύτερη αύξηση πρώτου τριμήνου εδώ και τρία χρόνια.
Αυτό σημαίνει ότι σχεδόν 22% των χρημάτων που έχουν προγραμματιστεί για ολόκληρο το έτος δαπανήθηκαν ήδη στο α΄ τρίμηνο — έναντι 21,6% την ίδια περίοδο πέρυσι.
Στήριξη για την αποφυγή συρρίκνωσης
Όπως τονίζει το Bloomberg, η Κίνα ενισχύει τις δημόσιες δαπάνες για να στηρίξει την οικονομία καθώς οι αυξανόμενοι αμερικανικοί δασμοί απειλούν να μειώσουν τις εξαγωγές, ενώ η πολυετής κρίση στην αγορά ακινήτων και οι πιέσεις αποπληθωρισμού διατηρούν την καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη σε χαμηλά επίπεδα. Η ανάπτυξη διατηρήθηκε σταθερή το διάστημα Ιανουαρίου–Μαρτίου, αλλά οι περισσότεροι οικονομολόγοι προβλέπουν απότομη επιβράδυνση από το δεύτερο τρίμηνο, καθώς εξαντλείται η θετική επίδραση από τις υψηλές εξαγωγές (από αγοραστές που ήθελαν να προλάβουν τις επιπτώσεις των δασμών) και το κυβερνητικό πρόγραμμα ανταλλαγής καταναλωτικών προϊόντων.
Αρκετές μεγάλες τράπεζες έχουν υποβαθμίσει την πρόβλεψή τους για την ανάπτυξη της Κίνας φέτος σε 4% ή και χαμηλότερα, έναντι του κυβερνητικού στόχου που είναι «γύρω στο 5%». Οι αρχές δίνουν έμφαση στην εφαρμογή των μέτρων στήριξης που ανακοινώθηκαν στην πρόσφατη συνεδρίαση του Εθνικού Λαϊκού Κογκρέσου, ενώ δηλώνουν πως διαθέτουν επαρκή περιθώρια και εργαλεία για περαιτέρω δημοσιονομική τόνωση.
«Η δημοσιονομική πολιτική θα μετατραπεί από τροχοπέδη το 2023 σε βασικό μοχλό ανάπτυξης φέτος, αν και πιθανότατα δεν θα είναι επαρκής για να αντισταθμίσει πλήρως τα εξωτερικά σοκ», έγραψε ο οικονομολόγος Lisheng Wang της Goldman Sachs σε σημείωμά του το Σάββατο.
Περισσότερη χαλάρωση στην πορεία
Η πολιτική ηγεσία της χώρας αναμένεται να ενισχύσει το μήνυμα υπέρ της δημοσιονομικής χαλάρωσης στις επόμενες συνεδριάσεις του Πολιτικού Γραφείου του Κομμουνιστικού Κόμματος τον Μάιο και τον Ιούλιο. Επιπλέον, το Κογκρέσο ενδέχεται να εγκρίνει συμπληρωματικό όριο έκδοσης ομολόγων αργότερα μέσα στη χρονιά.
Η κεντρική τράπεζα αναμένεται να μειώσει τα επιτόκια, να περιορίσει τις απαιτήσεις αποθεματικών για τις τράπεζες και να αγοράσει ομόλογα, καθώς η κυβέρνηση επιταχύνει την έκδοση χρέους και τις σχετικές δαπάνες στους επόμενους μήνες.
Ορισμένοι αναλυτές προτείνουν την επιτάχυνση των επιστροφών φόρου ως μέτρο για την αντιστάθμιση των πιέσεων που ασκούν οι αμερικανικοί δασμοί στις κινεζικές εξαγωγές. Οι επιστροφές φόρων ως ποσοστό των εξαγωγών έφτασαν το 11% τον περασμένο μήνα, αυξημένες ελαφρώς σε σχέση με πέρυσι, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία.
Η αγορά ακινήτων πιέζει τα έσοδα
Ωστόσο, όπως τονίζει το οικονομικό πρακτορείο, η συνεχιζόμενη ύφεση στην αγορά ακινήτων παραμένει βαρίδι για τα δημόσια έσοδα, με τις πωλήσεις γης να μειώνονται κατά 16,5% σε ετήσια βάση και τα έσοδα από ακίνητα να σημειώνουν οριακή πτώση 0,1%.
Τα φορολογικά έσοδα μειώθηκαν για δεύτερο συνεχόμενο μήνα, ενώ η αύξηση στα μη φορολογικά έσοδα σχεδόν υποδιπλασιάστηκε. Οι τοπικές κυβερνήσεις έσπευσαν να εκδώσουν ομόλογα για να μεταφέρουν το λεγόμενο «κρυφό χρέος» στους επίσημους ισολογισμούς τους, σε μια προσπάθεια να βελτιώσουν τη ρευστότητα και να περιορίσουν την υπερφορολόγηση των επιχειρήσεων — μια σημαντική πηγή μη φορολογικών εσόδων.
Η συνολική μείωση στις πωλήσεις γης και στα φορολογικά έσοδα είχε ως αποτέλεσμα η συνολική είσπραξη στους δύο βασικούς προϋπολογισμούς να υποχωρήσει κατά 2,6% σε ετήσια βάση, στα 6,94 τρισ. γιουάν (περίπου 902 δισ. ευρώ) το πρώτο τρίμηνο.
Το δημοσιονομικό έλλειμμα διευρύνθηκε αντίστοιχα, αγγίζοντας τα 2,3 τρισ. γιουάν (περίπου 299 δισ. ευρώ), που αντιστοιχεί σε αύξηση 41% σε ετήσια βάση.
Με πληροφορίες από Bloomberg