Ημέρες έντονης πόλωσης και πολιτικής αντιπαράθεσης που πολλές φορές ξεφεύγει από τα όρια που έχουμε συνηθίσει, ζούμε τον τελευταίο καιρό με αφορμή την υπόθεση των υποκλοπών. Ήδη την Παρασκευή γίναμε μάρτυρες μιας από τις πιο έντονες συγκρούσεις στην αίθουσα της Ολομέλειας του Κοινοβουλίου, όπου Κυριάκος Μητσοτάκης και Αλέξης Τσίπρας αντάλλαξαν «δηλητηριώδη βέλη» εκτοξεύοντας το πολιτικό θερμόμετρο στα ύψη, πριν καν τελειώσει ο Αύγουστος, ο κατεξοχήν μήνας των διακοπών.
Νέα επεισόδια πόλωσης από σήμερα
Και από σήμερα, νέα επεισόδια πόλωσης κι έντασης αναμένονται με τη διαδικασία σύστασης της Εξεταστικής Επιτροπής για το θέμα των υποκλοπών, με την κυβέρνηση να θέλει να περιλάβει ολόκληρη την τελευταία δεκαετία, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση επιδιώκει η έρευνα να επικεντρωθεί στην υπόθεση που ξέσπασε με το κινητό του Νίκου Ανδρουλάκη και το ΠΑΣΟΚ να επιχειρεί να διαφοροποιηθεί από τους δυο «μεγάλους» προτείνοντας όχι χρονική επέκταση, αλλά διερεύνηση συγκεκριμένων καταγγελιών του παρελθόντος, όπως αυτά που κατήγγειλε το ΚΚΕ για παρακολουθήσεις το 2016.
Στη συνέχεια την Τετάρτη συνεδριάζει η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπου επίσης θα εξελιχθεί η μετωπική σύγκρουση Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η επιμελής προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ να καταγραφεί ως μια διακριτή πολιτική δύναμη, με σαφείς αποστάσεις τόσο από την κυβέρνηση, όσο κι από την αξιωματική αντιπολίτευση.
Από τη δική του σκοπιά, καθένα από τα δυο μεγάλα κόμματα επιχειρεί να διαχειριστεί την πολιτική ένταση που αναμένεται να επικρατήσει τους επόμενους μήνες με άξονα το θέμα των υποκλοπών, ίσως δε να φτάσει και μέχρι τις εκλογές του 2023.
Η στρατηγική της ΝΔ
Η Νέα Δημοκρατία έχει ήδη κατασταλάξει στην αρχική πλατφόρμα, πάνω στην οποία θα κινηθεί, χωρίς να αποκλείεται στην πορεία της υπόθεσης να εμπλουτίσει ή να τροποποιήσει τη στάση της.
Στρατηγικός στόχος του Μεγάρου Μαξίμου είναι το θέμα αυτό να μην ταράξει τους ως τώρα πολιτικούς συσχετισμούς και, παράλληλα, η κυβερνητική παράταξη να ανακτήσει τις όποιες απώλειες καταγράφονται ήδη στις δημοσκοπήσεις που έχουν δημοσιευθεί ή «τρέχουν» αυτές τις ημέρες, με την οικονομική της πολιτική και τη στήριξη των αδυνάτων στον πολύ δύσκολο χειμώνα που έρχεται, αλλά και την παρουσίαση του γενικού πλαισίου της πολιτικής που θέλει να εφαρμόσει την επόμενη τετραετία, καθώς κεντρικός πολιτικός της στόχος παραμένει η αυτοδυναμία, μετά τις εκλογικές αναμετρήσεις που θα γίνουν το 2023.
Στελέχη της Νέας Δημοκρατίας εκφράζουν τη βεβαιότητα ότι η εικόνα του Κυριάκου Μητσοτάκη στο συλλογικό υποσυνείδητο της κοινής γνώμης, παραμένει σε υψηλά επίπεδα και θα αποτελέσει την βασική παράμετρο της επανεκλογής της Νέας Δημοκρατίας στις δεύτερες εκλογές, μετά από εκείνες της απλής αναλογικής.
Η έμφαση που θέλουν να δώσουν στις διαχειριστικές ικανότητες του πρωθυπουργού, θα ενισχύσουν αυτή την παράμετρο. Παράλληλα, οι κυβερνητικοί θεωρούν ότι η πόλωση την οποία επιδιώκει η αξιωματική αντιπολίτευση, εμπεδώνει στη λαϊκή συνείδηση την εντύπωση ότι με αυτό το κλίμα κυβερνήσεις συνεργασίας είναι αδύνατο να προκύψουν, συνεπώς αδυνατίζει το αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ περί «προοδευτικής διακυβέρνησης» σε συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ κι ενδυναμώνεται η πεποίθηση ότι οι κάλπες πρέπει να δώσουν καθαρή εντολή σε ένα κόμμα για να κυβερνήσει τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Πλεονεκτήματα στην πόλωση βλέπει ο ΣΥΡΙΖΑ
Αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ, θεωρεί ότι η πόλωση του προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα:
Πρώτον, κρατά ψηλά στην επικαιρότητα ένα ζήτημα που πλήττει την εικόνα του Κυριάκου Μητσοτάκη σε σημαντικό τμήμα της κοινής γνώμης, κάτι που αποτελεί βασική επιδίωξη της Κουμουνδούρου.
Δεύτερον, δίνει νέα διάσταση στο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς έναντι των μεθοδεύσεων και των ζητημάτων που ανοίγουν οι υποκλοπές και που χρεώνονται συνολικά στην κυβερνητική παράταξη και τον πρωθυπουργό.
Τρίτον, η πόλωση και οι υψηλοί τόνοι για το θέμα των υποκλοπών, τονίζουν κι ενισχύουν τη θέση του Αλέξη Τσίπρα ως κεντρικού αντιπάλου του Κυριάκου Μητσοτάκη, παρά τις προσπάθειες του Νίκου Ανδρουλάκη να «μπει στο κάδρο» των κεντρικών πρωταγωνιστών της πολιτικής ζωής.
Ο κ. Τσίπρας αναμένεται το προσεχές διάστημα να πυκνώσει τις επιθέσεις του από του βήματος της Βουλής προς την κυβέρνηση και τον πολιτικό του αντίπαλο, αξιοποιώντας το γεγονός ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν είναι βουλευτής του ελληνικού Κοινοβουλίου και, συνεπώς, δεν μπορεί να μετάσχει σε αυτό το «μπρά ντε φερ».
Αυτή την επιλογή της Κουμουνδούρου ενισχύουν και οι μέχρι τώρα δημοσιευμένες δημοσκοπήσεις, που δείχνουν τον ΣΥΡΙΖΑ να αποκομίζει σχεδόν τα ίδια κέρδη με το ΠΑΣΟΚ, παρά το ότι ο πρόεδρος του τελευταίου είναι το κεντρικό πρόσωπο των παρακολουθήσεων.
Με την πόλωση και την ένταση να εξυπηρετούν -για διαφορετικούς λόγους- τα μεγάλα κόμματα, οι προσεχείς μήνες αναμένονται εξαιρετικά θερμοί ως προς την πολιτική αντιπαράθεση, παρά τα κρύα του χειμώνα…
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!