Ολοκληρώνεται σήμερα το κρίσιμο διήμερο για τις στρατηγικές επιλογές της Ευρώπης, τόσο ως προς την γρήγορη απεξάρτησή της από τους ενεργειακούς πόρους που προέρχονται από τη Ρωσία, όσο και ως προς την -με στρατηγικούς όρους, επίσης- ενδυνάμωση της ενδοδυτικής συνεργασίας.
Οι ανακοινώσεις που αναμένονται σήμερα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες όχι μόνο για τη νέα σχέση που διαμορφώνεται μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης, αλλά και για τον σημαντικό ρόλο που μπορεί να παίξει η Ελλάδα σε αυτό το νέο τοπίο.
Τα δύο πλεονεκτήματα της Ελλάδας
Πράγματι η χώρα μας διαθέτει δύο πολύ σημαντικά πλεονεκτήματα που μπορούν να λειτουργήσουν καθοριστικά στην υλοποίηση της επικείμενης συμφωνίας, αναβαθμίζοντας σε σημαντικό βαθμό τη θέση μας εντός της Ευρώπης.
Το πρώτο είναι ότι είμαστε μια χώρα που διαθέτει αποθηκευτικούς χώρους για υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) στην περιοχή της Ρεβυθούσας, ενώ με γοργούς ρυθμούς ετοιμάζονται και αντίστοιχες εγκαταστάσεις στην Αλεξανδρούπολη και την Κόρινθο. Συνολικά στην ευρωπαϊκή επικράτεια υπάρχουν περί τους 37 σταθμούς αποθήκευσης LNG, με τους μεγαλύτερους να βρίσκονται στον ευρωπαϊκό Νότο (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία) και την Πολωνία.
Η Ελλάδα όμως έχει και ένα δεύτερο πλεονέκτημα: Τους εφοπλιστές της, που ήδη κατέχουν ένα σημαντικό ποσοστό (πάνω από 23%) της παγκόσμιας διακίνησης υγροποιημένου φυσικού αερίου, ενώ ήδη πριν από κάποιο διάστημα άρχισαν εκ μέρους τους μαζικές παραγγελίες για νέα πλοία μεταφοράς LNG.
►Διαβάστε και: FT: Κλείνει η συμφωνία-μαμούθ ΗΠΑ-ΕΕ για προμήθεια υγροποιημένου φυσικού αερίου
Οι δύο αυτές εξελίξεις κάνουν την Ελλάδα τον σημαντικότερο κόμβο για τη διακίνηση του LNG προς την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά και την αποθήκευσή του. Οι ήδη υπάρχουσες συμφωνίες με την Αίγυπτο για το καλώδιο μεταφοράς ενέργειας ενισχύουν περαιτέρω το ειδικό βάρος της Ελλάδας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπό το φως των τελευταίων εξελίξεων.
Η ακρίβεια
Ωστόσο, στο εσωτερικό της χώρας η ακρίβεια με τους υπέρογκα φουσκωμένους λογαριασμούς ενέργειας δοκιμάζει τους καταναλωτές και προκαλεί πονοκεφάλους στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, καθώς εισερχόμαστε στην τελευταία χρονιά της κυβερνητικής της θητείας, η οποία έχει δοκιμαστεί από επάλληλες κρίσεις που -όπως είναι αναμενόμενο- προβληματίζουν τα στελέχη του Μεγάρου Μαξίμου και της οδού Πειραιώς, καθώς ήδη καταγράφεται σημαντική πολιτική φθορά στις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών.
Ηδη είναι προφανές ότι εάν τελικά απορριφθεί η πρόταση Μητσοτάκη στη Σύνοδο Κορυφής των «27» για επιβολή πλαφόν στις τιμές χονδρικής που αγοράζει η Ευρώπη, η μόνη λύση θα είναι η αναμενόμενη επισημοποίηση της συμφωνίας ΕΕ - ΗΠΑ για προμήθεια υγροποιημένου φυσικού αερίου από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Όλα αυτά όμως αφορούν στην επόμενη χρονιά, καθώς ο φετινός παρατεταμένος χειμώνας οδεύει προς το τέλος του.
Για τη φετινή χρονιά, όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, οι καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να αρκεστούν στην ενίσχυση που ως τώρα έχει ανακοινωθεί από την κυβέρνηση, στη φορολόγηση των «υπερκερδών» (windfall profits) των εταιρειών ενέργειας, για τα οποία η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) βρίσκεται στην τελική φάση λήψης των σχετικών στοιχείων, ώστε να τεκμηριωθεί το ύψος των κερδών αυτών από κάθε πάροχο και αντίστοιχα να προσδιοριστεί το ποσό που αυτός θα φορολογηθεί με 90%.
Θεωρείται βέβαιο ότι τα χρήματα της φορολόγησης θα επιστραφούν στους καταναλωτές, προκειμένου αυτοί να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της μεγάλης ακρίβειας. Παράλληλα φαίνεται ότι θα υπάρξουν διευκολύνσεις πληρωμών και μια πολιτική περιορισμένων διακοπών ρεύματος, ώστε το οικονομικό πρόβλημα να μην μετατραπεί σε κοινωνικό κι από εκεί σε πολιτικό.
Με αυτά τα δεδομένα η Νέα Δημοκρατία μελετά τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος στην παρούσα φάση, όπου η διαφορά της με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η μικρότερη που έχει καταγραφεί μετά την εκλογική της νίκη το 2019 και, βέβαια, να απέχει πολύ από το απαιτούμενο ποσοστό για αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές, τις οποίες έχει προαναγγείλει ο κ. Μητσοτάκης και οι οποίες θα διεξαχθούν με το εκλογικό σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής.
Οι εξελίξεις στο ενεργειακό πρόβλημα τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη αποτελούν, σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές από το Μέγαρο Μαξίμου, μια ακόμα απόδειξη ότι οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας, δηλαδή μέσα στο πρώτο μισό του 2023, καθώς μια πιθανή επίσπευσή τους -πέραν όλων των άλλων- θα έφερνε τις κάλπες πολύ κοντύτερα στο σημερινό δύσκολο τοπίο με την μεγάλη ακρίβεια που δοκιμάζει τις αντοχές του εκλογικού σώματος.