Oπως συμβαίνει πάντοτε στην Ιστορία, κάθε πολεμική σύρραξη κρύβει πίσω της αιτίες, διόγκωση προβλημάτων και διακρατικές διαφορές που η κακή τους διαχείριση τις έκανε να δείχνουν άλυτες.
Το ίδιο συνέβη και με την αλυσίδα των γεγονότων που οδήγησαν στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, τα ξημερώματα της περασμένης Πέμπτης.
Αναλυτική αναφορά σε αυτά έκανε χθες η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, η οποία στάθηκε ιδιαίτερα στην πολεμική εμπλοκή μεταξύ των δύο χωρών, που ξεκίνησε το 2014, οδήγησε στα γεγονότα της Κριμαίας και έκτοτε συντηρεί μια οξυμένη αντιπαλότητα Ρωσίας-Ουκρανίας, που ξέσπασε την Πέμπτη σε νέες πολεμικές επιχειρήσεις.
Το θυελλώδες 1989
Ωστόσο, το νήμα της αντιπαλότητας Ρωσίας - Δύσης (αναφερόμαστε στη σύγχρονη εποχή) ξεκινά από το θυελλώδες 1989, όταν η Σοβιετική Ένωση καταρρέει και η Δύση ετοιμάζεται σε συνεννόηση με τη (διάδοχο της ΕΣΣΔ) Ρωσία να ορίσουν τη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική.
Το πρώτο κομμάτι του παζλ, που έπρεπε να τοποθετηθεί στη θέση του, ήταν η επανένωση της Γερμανίας. Για να επιτευχθεί αυτή, υπήρξαν διαπραγματεύσεις και τελικά υπεγράφη η Συνθήκη «Τεσσάρων συν Δύο».
Τέσσερις ήταν οι χώρες που νίκησαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (ΗΠΑ, Βρετανία, ΕΣΣΔ και Γαλλία) και δύο οι ηγεσίες των έως τότε δύο Γερμανιών, Ανατολικής και Δυτικής.
Στη Συνθήκη αναφέρεται ρητά η συμφωνία των έξι συμμετεχόντων για επανένωση της Γερμανίας, ενώ, όπως προκύπτει τόσο από τα αρχεία όσο κι από τις δηλώσεις του τότε υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζέιμς Μπέικερ, μετά τη συνάντησή του με τον Γκορμπατσόφ στις 9 Φεβρουαρίου 1990 στη Μόσχα: «Κατανοούμε ότι είναι σημαντικό, όχι μόνο για τη Σοβιετική Ένωση αλλά και για τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη, να υπάρχουν εγγυήσεις ότι αν οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρήσουν στα πλαίσια του ΝΑΤΟ την παρουσία τους στην Ευρώπη, μια επέκταση της δικαιοδοσίας ή της στρατιωτικής παρουσίας του ΝΑΤΟ δεν θα λάβει χώρα ούτε κατά ένα εκατοστό προς την κατεύθυνση της Ανατολής».
Παρά το ότι μεταγενέστερα ο ίδιος ο Γκορμπατσόφ αρνήθηκε ότι έγινε αυτή η συζήτηση, οι σχετικές δημόσιες δηλώσεις και το αρχειακό υλικό δεν αμφισβητούνται.
Ωστόσο, οι εξελίξεις ήταν διαφορετικές: Τον Μάρτιο του 1999 εισέρχονται στο ΝΑΤΟ η Τσεχία, η Ουγγαρία και η Πολωνία, ελαττώνοντας τον «ζωτικό χώρο» που είχε η Ρωσία υπό την ομπρέλα της Σοβιετικής Ένωσης.
Τον Μάρτιο του 2004 προστίθενται ως μέλη της Ατλαντικής Συμμαχίας η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Σλοβενία και η Σλοβακία, καθώς και τα τρία κράτη της Βαλτικής, Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία. Ο ζωτικός χώρος της Ρωσίας ελαχιστοποιείται και στη Μόσχα μένει η επιρροή σε Ουκρανία και Λευκορωσία προς δυσμάς και στο Καζακστάν προς Ανατολάς, που αποτελούν και τα ελάχιστα όρια, σύμφωνα με το Κρεμλίνο, για την ύπαρξη μιας, στοιχειώδους έστω, γεωπολιτικής ισορροπίας.
Το ΝΑΤΟ υποστηρίζει ότι οι χώρες που σταδιακά έγιναν μέλη του ακολούθησαν τη σχετική διαδικασία κατόπιν αποφάσεων που έλαβαν οι δημοκρατικά εκλεγμένες ηγεσίες τους, πράγμα που αληθεύει. Ωστόσο, οι παράμετροι της Συνθήκης «Τέσσερις συν Δύο» δεν τηρήθηκαν.
Το 2014 και η Κριμαία
Κάπως έτσι φθάνουμε στο 2014. Ο ρωσικός ζωτικός χώρος έχει περιοριστεί πολύ, η γεωπολιτική ανισορροπία ανησυχεί όλο και περισσότερο τη Μόσχα, όταν αρχίζει η σύγκρουση Ρωσίας - Ουκρανίας, μετά τη σαφή πρόθεση του Κιέβου να προχωρήσει τις διαδικασίες ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ.
Η Ρωσία αποφασίζει να υπερασπιστεί με κάθε μέσο τον -ελάχιστο και μη διαπραγματεύσιμο, κατά την πεποίθησή της- ζωτικό χώρο και τότε καταλαμβάνει με τη δύναμη των όπλων την Κριμαία, την οποία, μετά από τοπικό δημοψήφισμα, προσαρτά στα εδάφη της.
Παράλληλες αναταραχές ξέσπασαν και στην περιοχή Ντονμπάς της ανατολικής Ουκρανίας, που ποτέ δεν σταμάτησαν εντελώς από τότε έως τις ημέρες μας και η οποία σήμερα βρίσκεται στο επίκεντρο της νέας όξυνσης.
Ουσιαστικά, η αμφισβήτηση εκ μέρους της Δύσης του ζωτικού χώρου που αναζητά η Ρωσία πέραν των συνόρων της προκειμένου να υπάρξει -κατά την άποψη της Μόσχας- γεωπολιτική ισορροπία, είναι ο βαθύτερος λόγος της έντασης στην περιοχή.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!