Η νέα γερμανική κυβέρνηση που ανακοινώθηκε χθες το απόγευμα θέτει τέρμα σε μια μεταβατική περίοδο αβεβαιότητας στη διακυβέρνηση της μεγαλύτερης και ισχυρότερης χώρας της Ευρώπης, παράλληλα, όμως, η αποκρυστάλλωση της κατανομής της εξουσίας στο Βερολίνο δημιουργεί νέα δεδομένα που αναμφίβολα επηρεάζουν ολόκληρη τη Γηραιά Ηπειρο και φυσικά την Ελλάδα.
Κεντρικό πρόσωπο για τους Γερμανούς είναι ο νέος καγκελάριος Όλαφ Σολτς και η τρικομματική κυβέρνηση (για πρώτη φορά εδώ και 71 χρόνια) Σοσιαλδημοκρατών, Φιλελευθέρων και Πρασίνων. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αναπτύξει προσωπική σχέση με τον ηγέτη του SPD και τώρα θα μπορεί να την καλλιεργήσει στο πλαίσιο του θεσμικού ρόλου του.
Και οι δύο ηγέτες είναι ρεαλιστές πολιτικοί, σε γενικές γραμμές αντιλαμβάνονται τις ευρωπαϊκές εξελίξεις με παρόμοιο τρόπο, αλλά αναντίρρητα ο Όλαφ Σολτς δεν είναι Άνγκελα Μέρκελ ως προς το εκτόπισμά του στο πλαίσιο της ΕΕ.
«Αγκάθι» ο Λίντνερ
Αλλά για την ελληνική κυβέρνηση, όπως και για τις κυβερνήσεις κυρίως των κρατών του ευρωπαϊκού Νότου, το μεγάλο «αγκάθι» φαίνεται ότι είναι ο νέος υπουργός Οικονομικών, προερχόμενος από τους Φιλελεύθερους, Κρίστιαν Λίντνερ, ο οποίος θεωρείται όχι υπέρμαχος της δημοσιονομικής λιτότητας, ζήτημα στο οποίο έχει αποδειχθεί πιο άτεγκτος ακόμα και από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Ειδικότερα ο κ. Λίντνερ είναι υπέρμαχος της διατήρησης του Συμφώνου Σταθερότητας που είχε συμφωνηθεί πριν την πανδημία του κορονοϊού και το τεράστιο πλήγμα που αυτή επέφερε σε όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Το μήνυμα των τριών κομμάτων που μετέχουν στη νέα κυβέρνηση με την τοποθέτηση του Λίντνερ στο υπουργείο Οικονομικών είναι ότι η νέα γερμανική κυβέρνηση δύσκολα θα αποδεχθεί αλλαγές στο καθεστώς δημοσιονομικής πειθαρχίας που είχε εφαρμοστεί τα προηγούμενα χρόνια. Ο Λίντνερ θα μετάσχει στις συνεδριάσεις του Eurogroup, το οποίο παίρνει αποφάσεις που στη συνέχεια επικυρώνουν οι Σύνοδοι Κορυφής. Συνεπώς δεν είναι το πρόσωπο του Λίντνερ, αλλά η συγκεκριμένη θέση που κατέλαβε στην κυβέρνηση Σολτς που κάνει τους Ευρωπαίους να ανησυχούν.
Το επιτελείο Μητσοτάκη έχει κι ακόμα έναν λόγο να προβληματίζεται. Η αντιπολίτευση θα αξιοποιήσει το ότι ο Λίντνερ είναι φιλελεύθερος και έτσι θα φορτώνει στον πολιτικό χώρο που έχει καλύψει πλήρως ο Κυριάκος Μητσοτάκης όλες τις σκληρές πολιτικές που ο νέος υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Σολτς θα προτείνει και όλες τις πτυχές της λιτότητας που ο Κρίστιαν Λίντνερ θα υπερασπίζεται. Άλλωστε, το ίδιο έκανε ο σημερινός πρωθυπουργός εναντίον του αντιπάλου του, όταν τον συνέδεε με τους Ισπανούς Podemos και τις θέσεις που εκείνοι λάμβαναν στην ισπανική και τη ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή.
Ο ρόλος των Πρασίνων
Αντίθετα, οι Πράσινοι έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει θέσεις που έχει υιοθετήσει και η ελληνική κυβέρνηση, κυρίως τη δέσμευση για μια θαρραλέα πολιτική που αντιμετωπίζει την κλιματική κρίση, αλλά και τη διακοπή αποστολής στρατιωτικού υλικού από τη Γερμανία προς την Τουρκία, στο πλαίσιο του εμπάργκο όπλων που έχουν ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο είναι αμφίβολο αν η επικεφαλής τους, Αναλένα Μπέρμποκ, και ο αντικαγκελάριος Ρόμπερτ Χάμπεκ θα υποστηρίξουν αυτές τις προωθημένες θέσεις των Πρασίνων από τα νέα κυβερνητικά τους αξιώματα. Άλλωστε, η μεγαλύτερη σταθερά στο γερμανικό πολιτικό σύστημα είναι ότι μείζονες αλλαγές πολιτικής δεν συντελούνται με τις αλλαγές των κυβερνήσεων, αλλά μέσα από μια μακροπρόθεσμη μελέτη των συνθηκών και την υποβολή προτάσεων αλλαγής πολιτικής.
Σε κάθε περίπτωση η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ότι ούτε ο Κρίστιαν Λίντνερ μπορεί να αντέξει την πίεση ολόκληρης της Ευρώπης -με πρωταγωνιστές τη Γαλλία και την Ιταλία- για χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας, ούτε η Αναλένα Μπέρμποκ μπορεί ως υπουργός Εξωτερικών να διακηρύσσει τις θέσεις που λάμβανε ως συμπρόεδρος των Γερμανών Πρασίνων. Το Μέγαρο Μαξίμου τηρεί στάση αναμονής, έως ότου η κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς παρουσιάσει τα πρώτα δείγματα γραφής, αλλά και έως ότου διαφανεί το ειδικό βάρος του νέου καγκελαρίου της Γερμανίας.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!