Χωρίς τη μεγάλη, εντυπωσιακή είδηση ολοκληρώθηκε η συνάντηση των δύο υπουργών Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών. Συμφωνήθηκε ο επόμενος ελληνοτουρκικός διάλογος να πραγματοποιηθεί στις 2-3 Δεκεμβρίου ενώ οι δυο τους θα συναντηθούν και πάλι «στο εγγύς μέλλον» για τη διερεύνηση των προϋποθέσεων προώθησης της διαδικασίας επίλυσης της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Στις δηλώσεις μετά τη συνάντηση, κάθε πλευρά επέμεινε στις θέσεις της, ειδικά για τα φλέγοντα ζητήματα της υφαλοκρηπίδας από τη μια, και του Κυπριακού από την άλλη.
Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών επανέλαβε καθαρά και χωρίς περιστροφές ότι η χώρα μας αναγνωρίζει μία και μόνη διαφορά στις διμερείς σχέσεις, την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Ο Τούρκος ομόλογός του, μίλησε για «αλληλένδετα» θέματα που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν ξεχωριστά. Πλήρης διαφωνία, όπως αναμενόταν άλλωστε.
Στο Κυπριακό ο κ. Γεραπετρίτης είπε και πάλι ότι πάγια θέση της Ελλάδας είναι μια λύση διζωνικής- δικοινοτικής ομοσπονδίας, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Ο κ. Φιντάν, από την άλλη, επέμεινε στη νέα τουρκική θέση (μετά το ναυάγιο του Κραν Μοντανά το 2017) ότι δεν είναι πρόσφορη η λύση της Ομοσπονδίας και άρα δεν υπάρχει άλλη λύση από αυτή των δυο κρατών.
Όλο αυτό το σκηνικό ήταν γνωστό κι αναμενόμενο. Ωστόσο η νέα φάση των ελληνοτουρκικών σχέσεων δεν περιορίζεται μόνο στα δυο θέματα πλήρους, κάθετης διαφωνίας. Υπάρχει μια πληθώρα άλλων πρωτοβουλιών, που φέρνουν κοντύτερα στις δυο χώρες και που επισημάνθηκαν με σαφήνεια από τους κ.κ. Γεραπετρίτη και Φιντάν στις σημερινές δηλώσεις τους. Ο μεν Έλληνας ΥΠΕΞ υπογράμμισε ότι «σκοπός μας είναι να φέρουμε πιο κοντά τους δυο λαούς», ο δε Τούρκος ομόλογός του είπε ότι «την αιώνια γειτονιά μας πρέπει να την κάνουμε αιώνια φιλία».
Ποιες είναι αυτές οι πρωτοβουλίες; Ενδεικτικά, είναι η κανονικότητα στις συζητήσεις των τριών πυλώνων (Πολιτικός Διάλογος, Θετική Ατζέντα, Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης), ο στόχος για διπλασιασμό των εμπορικών σχέσεων Ελλάδας -Τουρκίας από 5 σε 10 δισ. δολάρια ετησίως, η visa που δίνει η Ελλάδα σε Τούρκους πολίτες για νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, η επανεκκίνηση των συζητήσεων μεταξύ Ευρώπης και Τουρκίας, κοινές πρωτοβουλίες όπως η κοινή υποψηφιότητα για δυο θέσεις στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), ο μόνιμος διάλογος και το «κόκκινο» τηλέφωνο που λειτουργεί πυροσβεστικά σε περιπτώσεις αιφνίδιας κρίσης όπως το περιστατικό στην Κάσο, κλπ.
Αυτές οι «κρυφές ειδήσεις», που σήμερα από πολλούς μπορεί να αξιολογούνται ως δευτερεύουσες σε σχέση με τα δυο φλέγοντα θέματα (υφαλοκρηπίδα και Κυπριακό), δημιουργούν αργά αλλά σταθερά μια άλλη κατάσταση στις σχέσεις Ελλάδας- Τουρκίας, εξομαλύνουν τα αισθήματα μεταξύ των δυο λαών και συνεπώς κάνουν όλο και πιο δύσκολη μια πολεμική αναμέτρηση.
Από μια τέτοια εξέλιξη, περισσότερο ωφελημένη αναντίρρητα βγαίνει η Ελλάδα, καθώς είναι η τουρκική πολιτική ελίτ που επί πολλά χρόνια δημιουργούσε στην κοινωνία της μια αρνητική εικόνα για τη χώρα μας και το λαό μας. Η εικόνα αυτή άρχισε να ραγίζει με την αμοιβαία υποστήριξη Ελλήνων και Τούρκων σε φυσικές καταστροφές (πυρκαγιές, σεισμοί, πλημμύρες κλπ) και αδυνάτισε πάρα πολύ με την πύκνωση των επαφών, την πολύμηνη νηνεμία στο Αιγαίο και τις αλλεπάλληλες διακηρύξεις του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν περί της ανάγκης συνεργασίας των δυο χωρών.
Ακόμα, λοιπόν, κι αν οι εξ διαμέτρου αντίθετες θέσεις που και σήμερα εκφράστηκαν από τους κ.κ. Γεραπετρίτη και Φιντάν για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ, αλλά και για το Κυπριακό διατηρηθούν, η «κρυφή είδηση» είναι η δημιουργία ενός κλίματος συνεργασίας και φιλίας μεταξύ των δυο λαών, κάτι που κάνει έναν πόλεμο μη αποδεκτό από τις δυο κοινωνίες. Αυτό είναι κρίσιμο, γιατί η απειλή πολέμου είναι το ύστατο όπλο της Τουρκίας εάν η Ελλάδα αποφασίσει να προχωρήσει σε επέκταση χωρικών υδάτων στο Αιγαίο. Συνεπώς μακροπολιτικά, το δίλημμα τίθεται στην Τουρκία: Παραπομπή της μοναδικής διαφωνίας που αναγνωρίζουν και τα δυο κράτη σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο, ή επέκταση χωρικών υδάτων από την Ελλάδα χωρίς η Άγκυρα να μπορεί να πείσει τους Τούρκους πολίτες να κάνουν πόλεμο με τη φίλη, εμπορική εταίρο, διεθνή συμπαίκτη και όχημα προς την Ευρώπη, Ελλάδα;
Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η απάντηση της σημερινής τουρκικής ελίτ σε αυτό το πραγματικό δίλημμα που εξυφαίνεται με τη δική της συμμετοχή. Κι αυτή η απάντηση πολύ πιθανό να μην δοθεί με επίσημες δηλώσεις, αλλά με ουσιαστικές πράξεις…
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!