Σε καθοριστικό παράγοντα για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις έχει αναδειχθεί η τύχη του περίφημου Great Sea Interconnector (GSI), δηλαδή του γνωστού ως «καλωδίου» ηλεκτρικής διασύνδεσης της χώρας μας με την Κυπριακή Δημοκρατία κι από εκεί με το Ισραήλ.
Πρόκειται για ένα project που χρονολογείται από διετίας περίπου και έχει περάσει από… σαράντα κύματα, με σημαντικότερη την κρίση του Ιουλίου 2024 στα νερά ανατολικά της Κάσου – μια εξέλιξη που οδήγησε τότε την Ελλάδα σε μερική αναδίπλωση, προκειμένου να μην έχουμε «αχρείαστες εντάσεις», κατά τη ρήση διπλωματικής πηγής, στο Αιγαίο.
Νωρίτερα, όμως, είχε χαθεί μια σημαντική ευκαιρία, όταν μπορούσαμε να εντάξουμε το έργο στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά προτιμήσαμε την εθνική σχεδίαση με το πρόσχημα της επίσπευσής του, χωρίς να μπλέξει σε ατέλειωτες γραφειοκρατικές διαδικασίες που χαρακτηρίζουν τα έργα που εκτελούν οι Βρυξέλλες.
Η αντίδραση της Άγκυρας και το μήνυμα της Ουάσινγκτον
Είναι σαφές, πλέον, ότι η Αθήνα υποτίμησε την αντίδραση της Άγκυρας στην προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να δείξει ότι απλώς πρόκειται για ένα έργο που διευκολύνει την ενεργειακή συνεργασία στην περιοχή. Η Τουρκία, όμως, απέδειξε και σε αυτή την περίπτωση – όπως και στο ζήτημα των θαλασσίων χωροταξικών σχεδιασμών – ότι δεν πρόκειται να δεχθεί απολύτως καμία αλλαγή στη σημερινή κατάσταση, εάν αυτή η αλλαγή δεν έχει και τη δική της σύμφωνη γνώμη.
Μετά το επεισόδιο του Ιουλίου 2024 στην Κάσο, η κυβέρνηση ξεκίνησε μια νέα φάση διπλωματικών προσπαθειών, με σκοπό τη συμμαχική συμπαράταξη Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ – Γαλλίας, με αξιοποίηση των στενών σχέσεων Νετανιάχου – Τραμπ, κάτι που θα μπορούσε να σημάνει και τη στήριξη των ΗΠΑ στην προσπάθεια αυτή.
Ωστόσο, πριν λίγες ημέρες, ο Ντόναλντ Τραμπ επεφύλαξε κάποιες φιλοφρονήσεις για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, με αφορμή την πρόταση του Έλληνα πρωθυπουργού για μια αμοιβαία επωφελή συμφωνία δασμών Ευρώπης – ΗΠΑ, αλλά ο ένοικος του Λευκού Οίκου εξέφρασε και πάλι τον αμέριστο θαυμασμό του για το πρόσωπο του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δείχνοντας ότι δεν μπορούν να υπάρξουν γεωπολιτικές – γεωοικονομικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή μας με τη στήριξη των ΗΠΑ και με την Τουρκία απέναντι.
Αναβολή με γεωπολιτικό σήμα
Η Αθήνα το πήρε το μήνυμα – είτε με τις δηλώσεις Τραμπ είτε, κυρίως, δια της διπλωματικής οδού. Έτσι, τις τελευταίες ημέρες έκανε μια στροφή στην πολιτική της, δίνοντας «χρόνο» στη γεωπολιτική ωρίμανση του project GSI, προκειμένου να υπάρξει μια συντονισμένη προσπάθεια να καμφθούν οι τουρκικές αντιρρήσεις. Ο «πάγος» από την Ουάσινγκτον έφτασε τόσο στο Παρίσι όσο και στο Τελ Αβίβ, κι έτσι ελήφθη η απόφαση της – μικρής, λέει η κυβέρνηση χωρίς να προσδιορίζει τη σημασία του χαρακτηρισμού – αναβολής στην πόντιση του καλωδίου.
→ Διαβάστε επίσης: ΠΑΣΟΚ: Η υπόθεση Μπατζελή αποτυπώνει τα εσωτερικά του προβλήματα
Στάθμιση ρίσκου και διχογνωμία εντός κυβέρνησης
Διπλωματικές πηγές στην Αθήνα θεωρούν ότι η χώρα μας, σε αυτή τη συγκυρία, δεν έχει συμφέρον να οδηγήσει τα πράγματα στα άκρα, διακινδυνεύοντας όχι μόνο το καλό κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αλλά και ένα θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο. Άλλωστε – προσθέτουν – η Ελλάδα εξοπλίζεται σημαντικά και αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να είναι όλο και πιο δύσκολη η απόφαση της Άγκυρας να αντιπαρατεθεί μαζί μας.
Σε αυτό το θέμα, πάντως, υπάρχουν διαφορετικές απόψεις στο εσωτερικό της ελληνικής κυβέρνησης, τόσο ως προς τις τακτικές κινήσεις στο θέμα του καλωδίου, όσο και στις συνθήκες υπό τις οποίες η Τουρκία θα μπορούσε να ανοίξει έναν νέο κύκλο έντασης στο Αιγαίο.
Κι αυτή η διαφορετική προσέγγιση στα δύο καίρια αυτά ζητήματα είναι που δυσκολεύει την Αθήνα να εκπονήσει μια συνεκτική στρατηγική με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για τον GSI.