Oι τράπεζες της Ευρωζώνης δεν θα αντιμετωπίσουν σοβαρό πρόβλημα από την αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων, αν επιβεβαιωθεί το βασικό σενάριο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για επιβράδυνση της ανάπτυξης, η οποία όμως θα παραμείνει θετική το 2022 – 2023, και σημαντική μείωση του πληθωρισμού προς το 2% το επόμενο έτος.
Τα δύο μακροοικονομικά σενάρια
Σε συνέντευξή του, ο επικεφαλής της τραπεζικής εποπτείας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Αντρέα Ενρία, σημείωσε ότι στην περίπτωση αυτή θα είναι πιθανόν θετικό το καθαρό αποτέλεσμα για τις τράπεζες. Το θετικό αποτέλεσμα θα προκύψει από το γεγονός ότι η αύξηση των επιτοκίων οδηγεί σε ενίσχυση του περιθωρίου κέρδους των τραπεζών, καθώς θα αυξηθούν αυτόματα τα επιτόκια των χορηγήσεων τους.
Η αύξηση των επιτοκίων θα έχει, όπως είπε ο Ενρία, δύο επιπλέον συνέπειες για τις τράπεζες. Πρώτον, τη μείωση της αποτίμησης των ομολόγων που έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους και, δεύτερον, την αύξηση των κόκκινων δανείων τους, ιδιαίτερα αν η αύξηση των επιτοκίων συνδυασθεί με χαμηλότερη ανάπτυξη. Ωστόσο, με βάση τις σημερινές μακροοικονομικές προβλέψεις, το αποτέλεσμα από την αύξηση της κερδοφορίας θα είναι ισχυρότερο από το αρνητικό λόγω της μείωσης της αποτίμησης των ομολόγων και της αύξησης των κόκκινων δανείων, όπως προκύπτει από τις δηλώσεις του Ενρία.
Η κατάσταση θα είναι διαφορετική αν δεν επιβεβαιωθεί το παραπάνω σενάριο, αλλά η οικονομία εισέλθει σε ύφεση ή τα επιτόκια αυξηθούν περισσότερο από ό,τι προβλέπεται σήμερα. Το σενάριο αυτό θα είναι πιο δύσκολο, είπε ο επόπτης των τραπεζών, καθώς πιθανότατα τον τόνο θα δώσει η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, αναφέρθηκε τη Δευτέρα στην αύξηση σταδιακά του βασικού επιτοκίου στο επίπεδο του «ουδέτερου», το οποίο εκτιμάται ότι κυμαίνεται μεταξύ 1% και 2%.
Οι τράπεζες βγήκαν ισχυρές από την πανδημία
Ο Ενρία τόνισε ότι οι τράπεζες έχουν ισχυρή θέση και ότι διαψεύσθηκαν οι φόβοι που είχε στην αρχή της πανδημίας για περαιτέρω επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού τους.
«Αντίθετα, αυτό που συνέβη ήταν ότι – χάρη και στα μαζικά μέτρα στήριξης των κυβερνήσεων, της ΕΕ και της ΕΚΤ – η πανδημία ήταν πολύ μικρότερη πηγή ανησυχίας απ’ ό,τι αναμέναμε, Η κεφαλαιακή θέση (των τραπεζών) ενισχύθηκε (κατά μέσο όρο), η ποιότητα του ενεργητικού βελτιώθηκε και η κερδοφορία στο τέλος του έτους ήταν πολύ θετική», είπε ο Ενρία.
Το πραγματικό ζήτημα που δημιουργεί ο πόλεμος στην Ουκρανία για τις τράπεζες, είπε, δεν είναι η άμεση έκθεσή τους στη Ρωσία και την Ουκρανία, αλλά οι δευτερογενείς επιπτώσεις από τη μείωση της ανάπτυξης και την αύξηση του πληθωρισμού.
Προσοχή στους ενεργοβόρους κλάδους και το real estate
Τόνισε, επίσης, ότι η εποπτεία εστιάζει τώρα την προσοχή της στον πιστωτικό κίνδυνο που διατρέχουν οι τράπεζες από τους ενεργοβόρους κλάδους που επηρεάζονται περισσότερο από τον πόλεμο καθώς και από τον τομέα των ακινήτων που πιθανόν θα επηρεαστεί από την αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων.
«Κάναμε μεγάλη προσπάθεια τα τελευταία χρόνια για την ενίσχυση της διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου των τραπεζών», είπε, προσθέτοντας:
«Γράψαμε γράμματα σε όλες, ασκώντας μεγάλη εποπτική πίεση για να βελτιώσουν τις διαδικασίες διαχείρισης κινδύνου. Και θεωρώ ότι είναι σε ισχυρότερη θέση, αλλά φυσικά όλα θα εξαρτηθούν από το μακροοικονομικό σενάριο που θα αντιμετωπίσουν».
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!