Σύμφωνα με την UBS η πανδημία του κορονοϊού προκάλεσε στην Ευρώπη τη μεγαλύτερη οικονομική συρρίκνωση στην ιστορία, με το ΑΕΠ των 27 της ΕΕ να συρρικνώνεται 14,3% το πρώτο εξάμηνο του 2020. Μάλιστα, παρά την ισχυρή ανάκαμψη 11,5% στο τρίτο τρίμηνο, το ΑΕΠ της ΕΕ παρέμεινε ακόμα 4,4% χαμηλότερα από τα προ κρίσης επίπεδα στο ίδιο τρίμηνο.
Με την έναρξη του δεύτερου κύματος της πανδημίας και τους νέους περιορισμούς στην κινητικότητα, η UBS εκτιμά πως η Ευρώπη πιθανότατα θα υποστεί διπλή ύφεση, με το ΑΕΠ να συρρικνώνεται όχι μόνο το τέταρτο τρίμηνο του 2020, αλλά και το πρώτο τρίμηνο του 2021.
Η UBS επισημαίνει πως η οικιακή κατανάλωση αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος της ευρωπαϊκής οικονομίας, αντιπροσωπεύοντας το 54% του ΑΕΠ (2019), περισσότερο από το διπλάσιο του μεγέθους των σταθερών επενδύσεων και της κρατικής κατανάλωσης. Παραδοσιακά, η κατανάλωση των νοικοκυριών είναι αρκετά σταθερή σε ολόκληρο τον επιχειρηματικό κύκλο.
Ωστόσο, η πανδημία δεν προκάλεσε μια συνηθισμένη ύφεση: εν μέσω περιορισμών κινητικότητας και κοινωνικής αποστασιοποίησης, πολλοί τομείς υπηρεσιών (συμπεριλαμβανομένου του λιανικού εμπορίου), υπέστησαν εξαιρετικά βαθιά συρρίκνωση. Στο πλαίσιο αυτό η κατανάλωση των νοικοκυριών διαδραμάτισε βασικό ρόλο κατά τη διάρκεια της ύφεσης αλλά και θα καθορίσει την ταχύτητα της οικονομικής ανάκαμψης.
Το πόσο γρήγορα μπορούν να μειωθούν οι περιορισμοί της κινητικότητας εξαρτάται από την ταχύτητα της διαδικασίας εμβολιασμού. Η UBS αναμένει ότι καθώς ο αριθμός των κρουσμάτων θα μειώνεται, οι περιορισμοί κινητικότητας σε όλη την Ευρώπη θα χαλαρώσουν σημαντικά από το δεύτερο τρίμηνο του 2021 και δεν θα αποτελούν πλέον σημαντικό εμπόδιο στην οικονομική δραστηριότητα από το τρίτο και το τέταρτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους ενώ έως το 2022, πιθανότατα θα έχουν αρθεί πλήρως.
Παρά τη δύσκολη κατάσταση στις αρχές του 2021, για τη UBS αυτό υποδηλώνει μια αρκετά εποικοδομητική προοπτική για την ανάκαμψη της κατανάλωσης των νοικοκυριών κατά τη διάρκεια του 2021/2022.
Εκτός από τη διάρκεια των lockdowns και την ταχύτητα της διάθεσης του εμβολίου, η ανάκαμψη της κατανάλωσης θα εξαρτηθεί επίσης από πιο παραδοσιακούς μακρο-οδηγούς, όπως η απασχόληση, το εισόδημα και η συμπεριφορά αποταμίευσης. H UBS αναμένει ότι η αγορά εργασίας θα παραμείνει υπό πίεση τους επόμενους μήνες, με την ανεργία να κορυφώνεται το πρώτο τρίμηνο του 2021 και μια πιθανή αύξηση των μισθών να επιβραδύνεται, κάτι που με τη σειρά του θα έχει επίπτωση στην κατανάλωση των νοικοκυριών.
Υπό αυτό το πρίσμα, μετά τη συρρίκνωση κατά 7,9% το 2020, η πραγματική οικιακή κατανάλωση της Ευρωζώνης θα αυξηθεί κατά 4,7% το 2021 και 4,8% το 2022. Αυτό σημαίνει ότι η πραγματική κατανάλωση θα επιστρέψει στα επίπεδα πριν από την κρίση (δ’ τρίμηνο του 2019) έως το β΄ τρίμηνο του 2022 ενώ σε ονομαστικούς όρους, αυτό θα πρέπει να συμβεί έως το τέλος του 2021.
Οι μεγάλοι κίνδυνοι
Ως έναν από τους μεγαλύτερους κινδύνους για την κατανάλωση των νοικοκυριών η UBS προσδιορίζει τυχόν καθυστερήσεις στη διάθεση των εμβολίων που θα είχαν ως αποτέλεσμα υψηλά ποσοστά μολύνσεων Covid και νέους περιορισμούς στην κινητικότητα. Αυτό θα εμπόδιζε τα νοικοκυριά να επιστρέψουν σε πιο φυσιολογικά πρότυπα κατανάλωσης και να συνεχίσουν την αποταμίευση εξοικονόμηση.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της UBS, η ανεργία είναι πιθανό να αυξηθεί στο 9,5% το πρώτο τρίμηνο του 2021, ακολουθούμενη από κάποια σταθεροποίηση και σταδιακή μείωση στη συνέχεια. Οι σημαντικές καθυστερήσεις στην ανάκαμψη της αγοράς εργασίας θα συνεπάγονταν αρνητικούς κινδύνους για τις καταναλωτικές προβλέψεις.
Τα προγράμματα βραχυπρόθεσμης στήριξης που χρηματοδοτούνται από τις κυβερνήσεις θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν καίριο ρόλο καθώς η πλειονότητα των κυβερνήσεων στην Ευρώπη έχουν επεκτείνει τα μέτρα στήριξης για το μεγαλύτερο μέρος του 2021. Μάλιστα η UBS εκτιμά ότι τους επόμενους μήνες θα συνεχιστούν οι χρεωκοπίες και τα λουκέτα επιχειρήσεων, σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ως εκ τούτου, οι κυβερνήσεις θα συνεχίσουν να παρέχουν υποστήριξη στα εισοδήματα και την εμπιστοσύνη των νοικοκυριών. Η UBS αναμένει από τις περισσότερες κυβερνήσεις να συνεχίσουν να επιδεικνύουν ευελιξία και να επεκτείνουν τα μέτρα στήριξης ακόμη περισσότερο εάν χρειαστεί, για να αποφευχθεί μια ουσιαστική αύξηση της ανεργίας.