Σε αναθεώρηση προς τα κάτω της πρόβλεψής του για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομία προχώρησε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) με την εαρινή έκθεση που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα, ενώ αναθεώρησε σημαντικά προς τα πάνω την πρόβλεψη για τον πληθωρισμό.
Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ προβλέπεται τώρα στο 3,5% από 4,6% τον περασμένο Οκτώβριο, ενώ για το 2023 προβλέπεται περαιτέρω επιβράδυνση της ανάπτυξης στο 2,6%.
Tο Ταμείο αναμένει ότι θα μειωθεί σημαντικά η ανεργία στο 12,9% σε μέσα επίπεδα έτους από 15% το 2021 και έναντι 14,6% που εκτιμούσε τον Οκτώβριο.
Ο πληθωρισμός προβλέπεται να φθάσει σε μέσα επίπεδα φέτος στο 4,5% έναντι μόλις 0,6% το 2021 και 0,4% που εκτιμούσε με την έκθεση του Οκτωβρίου, για να μειωθεί στο 1,3% το 2023. Σημειώνεται ότι η πρόβλεψη αφορά τον πληθωρισμό με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή της Eurostat, ο οποίος είναι χαμηλότερος περίπου μία ποσοστιαία μονάδα από τον πληθωρισμό που μετρά η ΕΛΣΤΑΤ με βάση τον εθνικό δείκτη τιμών καταναλωτή.
Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών προβλέπεται πάνω από 6% του ΑΕΠ τόσο για φέτος όσο και για το 2023 (-6,3% και -6,1%, αντίστοιχα).
Στο 3,6% προσγειώθηκε η πρόβλεψη για την παγκόσμια ανάπτυξη
Με την εαρινή έκθεσή του, το Ταμείο προχώρησε σε νέα σημαντική αναθεώρηση προς τα κάτω και των προβλέψεων του για την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας στο 3,6% τόσο για το 2022 όσο και για το 2023 – χαμηλότερα κατά 0,8 και 0,2 της ποσοστιαίας μονάδας, αντίστοιχα, σε σχέση με τις προβλέψεις του Ιανουαρίου - κάνοντας λόγο για μεγάλα εμπόδια στις προοπτικές της, κυρίως λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Τη μεγαλύτερη επίπτωση από τον πόλεμο θα έχουν, σύμφωνα με το ΔΝΤ, η Ουκρανία με μία πρωτοφανή μείωση του ΑΕΠ της κατά 35% και η Ρωσία, για την οποία προβλέπεται μείωση του ΑΕΠ κατά 8,3% φέτος και 2,3% το 2023.
Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο έμμεσος αντίκτυπος του πολέμου αναμένεται να επιβραδύνει την ανάπτυξη της οικονομίας της κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες, συμβάλλοντας έτσι και αυτή στην πτωτική αναθεώρηση του παγκόσμιου ΑΕΠ. Αντίθετα, η επίπτωση θα είναι πολύ μικρότερη για την αμερικανική και την κινεζική οικονομία.
Για την Ευρωζώνη προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 2,8% για φέτος και 2,3% για το 2023, ενώ για τις ΗΠΑ 3,7% και 2,3% και την Κίνα 4,4% και 5,1%, αντίστοιχα.
Ο πληθωρισμός θα διατηρηθεί υψηλός για πολύ μεγαλύτερο διάστημα
Ο πόλεμος προκαλεί νέο σοκ από την πλευρά της προσφοράς και το Ταμείο προβλέπει τώρα ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει υψηλός για πολύ μεγαλύτερο διάστημα.
Το ΔΝΤ τονίζει τον κίνδυνο να αποκλίνουν οι πληθωριστικές προσδοκίες από τους στόχους των κεντρικών τραπεζών, οδηγώντας σε μία πιο επιθετική αύξηση των επιτοκίων. Καλεί, μάλιστα, τις κεντρικές τράπεζες «να προσαρμόσουν αποφασιστικά τις πολιτικές τους για να διασφαλίσουν ότι οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες πληθωριστικές προσδοκίες θα παραμείνουν σταθερές».
Σημειώνει, επίσης, ότι οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων ενισχύουν την προοπτική κοινωνικής αναταραχής στις φτωχότερες χώρες.
Περιορίζεται και άλλο ο δημοσιονομικό χώρος
Οσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, η έκθεση σημειώνει ότι οι αυξήσεις των τιμών των εμπορευμάτων και των επιτοκίων θα μειώσουν περαιτέρω τον δημοσιονομικό χώρο, ο οποίος έχει ήδη περιορισθεί από την πανδημία. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα, σημειώνει, για τις αναδυόμενες αγορές και αναπτυσσόμενες οικονομίες που είναι εισαγωγείς καυσίμων και τροφίμων.
Πολλές οικονομίες, προσθέτει, θα πρέπει να προχωρήσουν σε δημοσιονομική προσαρμογή, αλλά αυτό «δεν πρέπει να εμποδίσει τις κυβερνήσεις από το να παρέχουν καλά στοχευμένη στήριξη στους ευάλωτους πληθυσμούς, ιδιαίτερα υπό το φως των υψηλών τιμών ενέργειας και τροφίμων».
Το ΔΝΤ αναφέρεται, επίσης, στον κίνδυνο ενός πιο μόνιμου κατακερματισμού της παγκόσμιας οικονομίας σε γεωπολιτικά μπλοκ με ξεχωριστά τεχνολογικά στάνταρντ, συστήματα διασυνοριακών πληρωμών και αποθεματικά νομίσματα.
Περίπλοκη η κατάσταση
Η έκθεση σημειώνει ότι η κατάσταση έχει γίνει περίπλοκη καθώς η αύξηση των επιτοκίων και η ανάγκη προστασίας των ευάλωτών κάνει πιο δύσκολη τη διατήρηση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας, ενώ η μείωση του δημοσιονομικού χώρου δυσκολεύει τις επενδύσεις για την κλιματική μετάβαση και η καθυστέρηση στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής κάνει πιο ευάλωτες τις οικονομίες σε σοκ από τις τιμές των εμπορευμάτων.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!