Δυνατότητα να «κουρέψουν» χρέη από τραπεζικά δάνεια, οφειλές στην εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία, αλλά και τις επιστρεπτέες προκαταβολές που έλαβαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας έχουν χιλιάδες επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα, μέσα από μια σειρά ρυθμίσεων που θέτει σε εφαρμογή η κυβέρνηση, αλλά και κατ' ιδίαν διαπραγματεύσεις με τις τράπεζες.
Επιχειρήσεις, επαγγελματίες και νοικοκυριά μπορούν να πετύχουν «κούρεμα» των οφειλών τους μέσα από:
- την πλατφόρμα του εξωδικαστικού μηχανισμού,
- το πρόγραμμα «Γέφυρα 2»,
- τις επιστρεπτέες προκαταβολές αλλά και
- με απευθείας διαπραγματεύσεις με τράπεζες και servicers.
Eξωδικαστικός μηχανισμός
Ο εξωδικαστικός μηχανισμός δίνει τη δυνατότητα για κούρεμα των οφειλών εφόσον συμφωνήσουν οι πιστωτές που κατέχουν τουλάχιστον το 60% των οφειλών. Η λογική που υπάρχει στη διαδικασία αυτή είναι ότι εφόσον μια επιχείρηση είναι βιώσιμη και μπορεί να επιβιώσει εφόσον λυθεί το πρόβλημα της υπερχρέωσης θα πρέπει να γίνει αναδιάρθρωση των οφειλών της μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού.
Tο «κούρεμα» προς το Δημόσιο δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από 95% των απαιτήσεων του δημοσίου από πρόστιμα που έχουν επιβληθεί από τη φορολογική διοίκηση, 85% των απαιτήσεων του δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
Επιπλέον, στην περίπτωση των διμερών διαπραγματεύσεων ή στις πολυμερείς διαπραγματεύσεις όταν η προσφερόμενη λύση από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκύπτει από την αντιπρόταση των πιστωτών, το «κούρεμα» βασικής οφειλής προς το Δημόσιο και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από 75%.
Σημειώνεται ότι διαγραφή βασικής οφειλής προς το Δημόσιο και ασφαλιστικών εισφορών απαγορεύεται από τον νόμο. Περαιτέρω, στην περίπτωση αυτή το «κούρεμα» προς τους χρηματοδοτικούς φορείς δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από 80% των απαιτήσεων των χρηματοδοτικών φορέων, με εξαίρεση τους τόκους υπερημερίας για τους οποίους δεν υπάρχει όριο.
Κούρεμα δανείου μέσω του «Γέφυρα 2»
Οι νέες διατάξεις για τους μικρομεσαίους που έχουν πληγεί από την πανδημία προβλέπουν μείωση του επιτοκίου της ρύθμισης τουλάχιστον 10%, ενώ αναγνωρίζεται δικαίωμα στην τράπεζα να συμφωνήσει με τον οφειλέτη μέτρα για τη βιωσιμότητα της ρύθμισης, όπως το «κούρεμα» του κόκκινου επιχειρηματικού δανείου.
Για τα εξυπηρετούμενα δάνεια που υπάγονται στο Πρόγραμμα ορίζεται ρητά ότι δεν είναι επιτρεπτή η τροποποίηση των ουσιωδών όρων της σύμβασης (ως προς το κεφάλαιο, την τιμολόγηση και τη διάρκεια του δανείου). O χρηματοδοτικός φορέας σε συμφωνία με τον οφειλέτη μπορεί να προχωρήσει σε διαγραφή των τόκων υπερημερίας και εξωλογιστικών τόκων, ή και διαγραφή κεφαλαίου, επιμήκυνση περιόδου αποπληρωμής, ή κάθε άλλο αναγκαίο μέτρο.
Κούρεμα επιστρεπτέας προκαταβολής έως 57%
Τα χαμηλότοκα κρατικά δάνεια που εισέπραξαν οι επιχειρήσεις μέσω των τριών πρώτων κύκλων της επιστρεπτέας προκαταβολής κουρεύονται κατά 30% εφόσον είχαν μείωση τζίρου τουλάχιστον 15% και κατά 50% στην περίπτωση που ο τζίρος τους μειώθηκε πάνω από 30%.
Στους υπόλοιπους τέσσερις κύκλους της επιστρεπτέας προκαταβολής το 50% των κεφαλαίων που έλαβαν οι επαγγελματίες και οι επιχειρήσεις ήταν δώρο.
Από τα 8,3 δισ. ευρώ που δόθηκαν μέσω των επιστρεπτέων προκαταβολών οι επιχειρήσεις και επαγγελματίες καλούνται να επιστρέψουν στο κράτος περίπου τα μισά. Έχουν όμως τη δυνατότητα να κερδίσουν επιπλέον «κούρεμα» 15%.
Για να κερδίσουν την επιπλέον έκπτωση στα ποσά που καλούνται να επιστρέψουν θα πρέπει να έχουν ως το τέλος της χρονιάς μια συγκεκριμένη δυνατότητα: τα χρήματα για εφάπαξ καταβολή του επιστρεπτέου ποσού. Εφόσον εξοφλήσουν εφάπαξ το ποσό που θα πρέπει να επιστρέψουν στο κράτος θα έχουν και ένα μπόνους 15%, πετυχαίνοντας έτσι μεγαλύτερο «κούρεμα» των κρατικών δανείων που έλαβαν μέσω της επιστρεπτέας προκαταβολής.
Διαπραγματεύσεις με τράπεζες και διαχειριστές για κόκκινα δάνεια
Οι περισσότερες ρυθμίσεις με τράπεζες σήμερα προβλέπουν διαγραφή μέρους της ληξιπρόθεσμης οφειλής. Οι παράγοντες από τις οποίες εξαρτάται το «κούρεμα» από την τράπεζα ή τον διαχειριστή είναι:
- η εισοδηματική κατάσταση του δανειολήπτη, ώστε οι δόσεις που θα προκύψουν να μπορούν να εξυπηρετούνται,
- οι εγγυήσεις που έχουν δοθεί για τη λήψη του δανείου,
- το υπόλοιπο της οφειλής σε συνδυασμό με την αξία του ακινήτου που έχει προσημειωθεί,
- η οικογενειακή εισοδηματική και περιουσιακή κατάσταση, δηλαδή το κατά πόσον ο/η σύζυγος του οφειλέτη ή ακόμα και τα παιδιά έχουν περιουσιακά στοιχεία αλλά και
- η εισοδηματική και περιουσιακή κατάσταση του εγγυητή, ο οποίος επίσης θα πρέπει αποδεδειγμένα να μην μπορεί να καλύψει την οφειλή του πρωτοφειλέτη.