H Ιταλία είναι η πιο ευάλωτη χώρα της Ευρωζώνης σε μια νέα κρίση χρέους, καθώς η ΕΚΤ θα συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια τους επόμενους μήνες, όπως και να μειώνει τις αγορές ομολόγων. Αυτό επισημαίνουν διεθνείς οικονομολόγοι, σε δημοσκόπηση των «Financial Times».
Συγκεκριμένα, 9 στους 10 οικονομολόγους κατονομάζουν την Ιταλία ως τη χώρα της Ευρωζώνης που είναι πιο ευάλωτη στο ρίσκο ενός ανεξέλεγκτου sell off στα κρατικά της ομόλογα.
Δημοσιονομικά και πολιτικά ευάλωτη
Η νέα υπερσυντηρητική κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι έχει δείξει πρόθεση να διατηρήσει μια συνετή στρατηγική στα δημοσιονομικά της χώρας. Ο νέος προϋπολογισμός στοχεύει σε μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος από το 5,6% επί το ΑΕΠ το 2022 στο 4,5% το 2023 με την προοπτική περαιτέρω πτώσης στο 3% το 2024.
Όμως, οι αγορές δεν φαίνεται να έχουν πειστεί ακόμη. Και αυτός πιθανότατα είναι ο λόγος που στελέχη της νέας κυβέρνησης, αλλά και η ίδια η Ιταλίδα πρωθυπουργός, έχουν ασκήσει ανοιχτά κριτική κατά της ΕΚΤ και της δυναμικής σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής.
Το πρόβλημα, όμως, εντοπίζεται στο υπέρογκο δημόσιο χρέος της γειτονικής χώρας, που είναι λίγο πάνω από το 145% επί το ΑΕΠ.
Παράλληλα, το κόστος δανεισμού της χώρας έχει αυξηθεί κάθετα αφότου η ΕΚΤ άλλαξε ρότα, από το περασμένο καλοκαίρι, και ξεκίνησε την ανοδική τροχιά των επιτοκίων. Η πίεση δε, αυτή προς τα ιταλικά ομόλογα (αλλά και ευρύτερα προς τα ομόλογα των πιο ευάλωτων κρατών μελών) θα ενισχυθεί, με την έναρξη της ποσοτικής σύσφιγξης (QT) από την ΕΚΤ, κατά 15 δισ. ευρώ το μήνα, από το Μάρτιο.
Οι αποδόσεις του ιταλικού 10ετούς κινήθηκαν σήμερα στο 4,49%, ήτοι τέσσερις φορές πάνω από τα περσινά επίπεδα, ενώ το spread με το γερμανικό 10ετές βρισκόταν στις 209 μονάδες βάσης.
Οι αυξήσεις των ευρωεπιτοκίων
Οι αυξήσεις των επιτοκίων θα συνεχιστούν, εξάλλου, από την ΕΚΤ και την ερχόμενη χρονιά. Αν και πιθανότατα με χαμηλότερο ρυθμό, κατά 50 μονάδες βάσης.
Το συμβούλιο της Τράπεζας εξακολουθεί να εστιάζει στην ανάγκη καταπολέμησης των πληθωριστικών πιέσεων, ανεξαρτήτως της πίεσης που δημιουργεί στους ρυθμούς ανάπτυξης. Όμως, πολλοί αναλυτές ανησυχούν ότι η ΕΚΤ υποτιμά το ρίσκο που μπορεί να προκύψει από την υποχώρηση σε ύφεση.
Η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, σε δηλώσεις της το Σαββατοκύριακο, προειδοποίησε πως το 2023 μπορεί να είναι χειρότερη χρονιά για την παγκόσμια οικονομία, καθώς και οι τρεις μεγάλες οικονομικές δυνάμεις, οι ΗΠΑ, η ΕΕ και η Κίνα θα επιβραδυνθούν ταυτόχρονα. Ειδικά δε, για την ΕΕ υποστήριξε πως τα περισσότερα κράτη μέλη της θα βρεθούν σε ύφεση μέσα στη χρονιά.
Η μεγάλη πλειοψηφία των 37 οικονομολόγων που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση των FT υποστήριξε ότι η ΕΚΤ θα σταματήσει να ανεβάζει τα ευρωεπιτόκια το πρώτο εξάμηνο του 2023, με το ταβάνι τους να διαμορφώνεται λίγο κάτω από το 3%. Μάλιστα τα δύο τρίτα υποστήριξαν πως θα αναγκαστεί να αρχίσει και πάλι να τα μειώνει την επόμενη χρονιά, προκειμένου να τονώσει την ανάπτυξη.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!