Είναι μια λέξη την οποίαν ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, επανέλαβε πολλές φορές κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε μετά την ανακοίνωση της νέας μείωσης επιτοκίων - αλλά και της επιβράδυνσης της χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής το 2025 - από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, την Τετάρτη.
Πρόκειται για τη λέξη «αβεβαιότητα», που για ορισμένους ίσως αποτελεί τη λέξη - κλειδί για το 2025. Κατά την ίδια συνέντευξη Τύπου ο ομοσπονδιακός τραπεζίτης ήταν ιδιαιτέρως γλαφυρός, λέγοντας πως η κατάσταση στην οποίαν εισέρχεται η οικονομία μοιάζει με «οδήγηση σε μια ομιχλώδη νύχτα» ή με «περπάτημα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο με έπιπλα». Αιτιολογώντας τις προβλέψεις της Fed για λιγότερες μειώσεις επιτοκίων το 2025, τόνισε ότι «είναι ένα είδος κοινής λογικής ότι όταν ο δρόμος είναι αβέβαιος, πηγαίνεις λίγο πιο αργά».
Πράγματι, οι παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές για το 2025 χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα για όλα τα οικονομικά μπλοκ, σε διαφορετικά επίπεδα και για διαφορετικούς λόγους.
ΗΠΑ: Το «αίνιγμα» Τραμπ
Στις ΗΠΑ αβεβαιότητα επικρατεί αναφορικά με τα μέτρα που θα εφαρμόσει ο Ντόναλντ Τραμπ, μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης στα τέλη Γενάρη, στον τομέα της δασμολογικής πολιτικής. Ο ίδιος έχει δεσμευτεί να επιβάλει υψηλούς δασμούς τόσο σε ανταγωνιστικές χώρες, όπως η Κίνα, όσο και σε φίλα προσκείμενα προς τις ΗΠΑ κράτη όπως ο Καναδάς. Το ύψος των δασμών και το χρονικό πλαίσιο εντός του οποίου θα τεθούν σε εφαρμογή προκαλούν αγωνία τόσο στις ΗΠΑ όσο και διεθνώς, καθώς οι υψηλοί δασμοί θα πλήξουν τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ αλλά και θα αναθερμάνουν τον πληθωρισμό στο εσωτερικό της χώρας, αναγκάζοντας πιθανότατα τη Fed να προχωρήσει σε πιο δραστική αναθεώρηση της πολιτικής της κατά το 2025.
Πέραν των δασμών, οι πολιτικές εντάσεις εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικό σκόπελο για την αμερικανική οικονομία - ενδεικτικός είναι ο «τορπιλισμός» από τους Ντόναλντ Τραμπ και Ίλον Μασκ μιας συμφωνίας μεταξύ Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών για τη συνέχιση της χρηματοδότησης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, εξέλιξη που απειλεί να οδηγήσει σε νέο shutdown. Πρόκειται για ένα ζήτημα που στο παρελθόν είχε οδηγήσει σε υποβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης των ΗΠΑ από την Fitch, ενώ η Moody's είχε μειώσει την προοπτική για το κρατικό χρέος της Αμερικής από «σταθερή» σε «αρνητική».
Η Κίνα ψάχνει αγοραστές για τα προϊόντα της
Αν αυτά συμβαίνουν στην ισχυρότερη οικονομία του πλανήτη, η εικόνα στο δεύτερη μεγαλύτερη οικονομική δύναμη παγκοσμίως, στην Κίνα, δεν είναι πολύ καλύτερη - αν και για διαφορετικούς λόγους. Το Πεκίνο αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές προκλήσεις όπως επιβράδυνση της ανάπτυξης, αποπληθωρισμό καθώς και μια σοβούσα κρίση στον τομέα των ακινήτων.
Η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα και η υποτονική ζήτηση, τόσο από το εσωτερικό λόγω της αδύναμης εσωτερικής αγοράς όσο και από το εξωτερικό - μεταξύ άλλων και λόγω των δασμών, προκαλεί αποπληθωριστικές τάσεις που έχουν ως συνέπεια μειωμένη κερδοφορία των επιχειρήσεων και λιγότερες επενδύσεις. Ο σημαντικός δε για την κινεζική οικονομία τομέας των ακινήτων εξακολουθεί να ταλανίζεται από μια σοβούσα κρίση, που έχει επιδεινωθεί - όπως υπογραμμίζουν διεθνή ΜΜΕ - από τις ρυθμιστικές κυρώσεις. Τα τελευταία χρόνια άλλωστε στο επίκεντρο ισχυρών κλυδωνισμών βρέθηκαν ισχυρές κινεζικές εταιρείες του κατασκευαστικού τομέα, όπως η Evergrande.
Οι κινεζικές αρχές κινούνται, για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, στην κατεύθυνση της νομισματικής χαλάρωσης προς στήριξη της ανάπτυξης, με αμφίβολη ωστόσο αποτελεσματικότητα λόγω των εξωτερικών πιέσεων - κυρίως των κινδύνων από τους υψηλούς δασμούς που απειλεί να επιβάλει ο Ντόναλντ Τραμπ.
Σε τέλμα η Ευρωζώνη
Αντιμέτωπη με σημαντικές προκλήσεις βρίσκεται και η Ευρωζώνη, καθώς η οικονομία της προβλέπεται να αναπτυχθεί με αργούς ρυθμούς το 2025 (εκτίμηση της ΕΚΤ για 1,3% αύξηση του ΑΕΠ). Η χαμηλή ανάπτυξη αλλά και τα υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους δημιουργούν κινδύνους εμφάνισης δημοσιονομικής αστάθειας σε σημαντικές για την οικονομία της Ευρωζώνης χώρες όπως η Ιταλία και η Γαλλία.
Με τα επιτόκια της ΕΚΤ να παραμένουν υψηλά παρά τον κύκλο χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής, το υψηλό κόστος ενέργειας να πιέζει την ευρωπαϊκή βιομηχανία, τους περιορισμούς που θέτει η πράσινη μετάβαση να δημιουργούν επιπλέον προκλήσεις και την επαναφορά των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ να πιέζει για μείωση των δημοσίων δαπανών, η οικονομία της Ευρωζώνης κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σε έναν φαύλο κύκλο οριακής ανάπτυξης - την είσοδο στον οποίον θα μπορούσε να επισφραγίσει ενδεχόμενη αναβίωση του εμπορικού πολέμου με τις ΗΠΑ.
Οι δύο πόλοι του λεγόμενου «γαλλογερμανικού άξονα», που επί δεκαετίες αποτελεί τη «ραχοκοκαλιά» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διέρχονται περίοδο πολιτικής αστάθειας με την κυβέρνηση της Γαλλίας να καταρρέει κατά τη διαδικασία ψήφισης του προϋπολογισμού του 2025 και τη Γερμανία να οδεύει σε πρόωρες εκλογές στα τέλη Φεβρουαρίου μετά την κατάρρευση της τρικομματικής κυβέρνησης συνασπισμού, κυρίως λόγω διαφωνιών αναφορικά με το συνταγματικό «φρένο χρέους» το οποίο περιορίζει τις αναγκαίες για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής οικονομίας δαπάνες. Είναι αμφίβολο αν και στις δύο χώρες θα μπορέσουν να σχηματιστούν σε σύντομο χρονικό διάστημα βιώσιμες κυβερνήσεις.
Σημαντικό παράγοντα πίεσης για την ευρωπαϊκή οικονομία αποτελούν οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, που συνδέονται κυρίως με τη συνεχιζόμενη πολεμική αναμέτρηση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, αλλά και η άνοδος της ακροδεξιάς στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών κοινωνιών καθώς και η γήρανση του πληθυσμού.
Πρόκληση το κλίμα για τις αναδυόμενες οικονομίες
Προκλήσεις όμως αντιμετωπίζουν και οι αναδυόμενες οικονομίες, με κυρίαρχη την ισχύ του αμερικανικού δολαρίου, που αυξάνει το κόστος της εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους και καθιστά πιο ακριβές τις εισαγωγές. Τυχόν κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου μεταξύ των δύο μεγάλων οικονομικών μπλοκ που δείχνουν να σχηματίζονται θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τις εξαγωγές τους, αλλά και να καταστήσει ακόμα πιο δύσκολη την τήρηση ισορροπιών σε επίπεδο διεθνών σχέσεων.
Υπαρξιακή πρόκληση για πολλές από τις χώρες αυτές αποτελεί η κλιματική κρίση, καθώς εκτός από το εξαιρετικά υψηλό κόστος σε ανθρώπινες ζωές που προκαλούν οι διάφορες περιβαλλοντικές καταστροφές, οι κλιματικοί παράγοντες επιδεινώνουν τα ήδη ασθενή δημόσια οικονομικά. Οι αναπτυσσόμενες οικονομίες χρειάζονται πόρους για την αντιμετώπιση του κόστους των κλιματικών καταστροφών αλλά και για να προχωρήσουν στην ενεργειακή μετάβαση, τους οποίους - όπως υποστηρίζουν - οφείλει να παραχωρήσει ο παγκόσμιος Βορράς, που σε συντριπτικό βαθμό ευθύνεται για την αποσταθεροποίηση του κλίματος λόγω των υψηλών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη βιομηχανική επανάσταση έως σήμερα. Το μπρα ντε φερ αυτό μεταξύ παγκόσμιου Βορρά και παγκόσμιου Νότου αποτέλεσε σημείο τριβής (και) στη φετινή Cop29.
Αβεβαιότητα
Είναι λοιπόν εμφανές οι εν εξελίξει πολεμικές συρράξεις, η στροφή στον εθνικό προστατευτισμό, οι κλιματικές προκλήσεις, η διάσπαση και αναδιάταξη των εμπορικών αλυσίδων, η ενίσχυση της ακροδεξιάς και του αυταρχισμού σε παγκόσμιο επίπεδο και ο θορυβώδης κατακερματισμός του διεθνούς οικονομικού στερεώματος σε αντιπαρατιθέμενα οικονομικά μπλοκ, δίνουν πολλούς λόγους για να φοβάται κανείς ότι η «αβεβαιότητα» θα αποτελέσει τη λέξη - κλειδί για το 2025.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!