Η διεθνής διπλωματία θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό ποιος θα έχει πρόσβαση στα εμβόλια κατά του κορονοϊού το επόμενο διάστημα, ενώ Ρωσία και Κίνα φιλοδοξούν να τα χρησιμοποιήσουν για την προώθηση των συμφερόντων τους στο εξωτερικό, όπως επισημαίνουν διεθνείς αναλυτές.
Παρά τις υψηλές προσδοκίες για την καταπολέμηση της πανδημίας μέσω των εμβολιασμών, πολλές χώρες δεν έχουν ξεκινήσει ακόμη να εμβολιάζουν τον πληθυσμό τους, ενώ ακόμη και πλούσιες χώρες βρίσκονται αντιμέτωπες με ελλείψεις αποθεμάτων, ενώ οι φαρμακευτικές προσπαθούν να αυξήσουν την παραγωγή.
Η Ρωσία και η Κίνα, που πέρυσι είχαν εντάξει τη διανομή προστατευτικών μασκών και ιατρικού εξοπλισμού στον πυρήνα των διπλωματικών τους σχέσεων, επιχειρούν φέτος να πράξουν το ίδιο με τη διάθεση των δικών τους εμβολίων στο εξωτερικό.
Πολιτικές συμμαχίες και φιλοδοξίες
Η Ρωσία, η Κίνα και σε μικρότερο βαθμό η Ινδία, σχεδιάζουν να παράσχουν εμβόλια σε αναδυόμενες ή χαμηλού εισοδήματος χώρες για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους, όπως επισημαίνει μιλώντας στο CNBC η Agathe Demarais, υπεύθυνη αναλύσεων του Economist Intelligence Unit.
«Η Ρωσία και η Κίνα το κάνουν αυτό εδώ και πολύ καιρό… ειδικά στις αναπτυσσόμενες χώρες επειδή πιστεύουν ότι οι παραδοσιακές δυτικές δυνάμεις αποσύρονται από αυτές», τονίζει, για να συμπληρώσει ότι πρόκειται για ένα ακόμη λιθαράκι στο οικοδόμημα της προσπάθειάς τους να ενισχύσουν την παγκόσμια θέση τους.
►Κορονοϊός: Σε Κίνα και Ρωσία στρέφονται τα Βαλκάνια για τα εμβόλια
Υπογραμμίζει ακόμη ότι η επιτακτική ανάγκη για τα εμβόλια, θα καταστήσει εξαιρετικά δύσκολο για τις περισσότερες χώρες να αντισταθούν στις διπλωματικές πιέσεις για την απόκτησή τους. Το μεγάλο πρόβλημα για την Μόσχα και το Πεκίνο θα είναι ωστόσο το ίδιο που ισχύει και για τις φαρμακευτικές: Να υποσχεθούν περισσότερα από αυτά που μπορούν να παραδώσουν...
Το ρωσικό Sputnik V και τα κινεζικά Sinopharm και Sinovac έχουν ήδη ξεκινήσει παγκόσμια διάθεση. Συνολικά, 26 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Αργεντινής, της Ουγγαρίας, της Τυνησίας και του Τουρκμενιστάν, έχουν εγκρίνει το εμβόλιο της Ρωσίας. Ενώ οι πελάτες της Κίνας περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τη Βραζιλία, την Ινδονησία, την Ταϊλάνδη και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Όπως επισημαίνουν αναλυτές, τόσο η Ρωσία όσο και η Κίνα έχουν υπογράψει συμφωνίες που ενισχύουν τις προϋπάρχουσες πολιτικές συμμαχίες τους. Ωστόσο, τα προβλήματα παραγωγής για τα εμβόλια που κατασκευάζονται στη Δύση μπορεί να αποτελέσουν σημαντικό κίνητρο για ορισμένους μη παραδοσιακούς συμμάχους των δύο χωρών να στραφούν προς την Μόσχα και το Πεκίνο.
Προς το παρόν, οι δύο χώρες δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις εφοδιασμού των δικών τους αγορών, ενώ πρέπει να ανταποκριθούν και στις εξαγωγές σε χώρες σε όλο τον κόσμο. Η παραγωγή αντιπροσωπεύει το κύριο εμπόδιο σε αυτήν την πρόκληση, ενώ πολλές χώρες υψηλού εισοδήματος έχουν προπαραγγείλει περισσότερες δόσεις από ό, τι χρειάζονται.
Χάσμα πλούσιων και φτωχών
Σύμφωνα με έκθεση του Economist Intelligence Unit το χρονοδιάγραμμα των προγραμματισμένων εμβολιασμών δεν θα υλοποιηθεί ως είχε προβλεφθεί και επεκτείνεται στις αρχές του 2023 για πολλές χώρες μεσαίου εισοδήματος και ακόμη και μέχρι το 2024 για ορισμένες χώρες χαμηλού εισοδήματος. Πρόκειται για μία ακόμη εξέλιξη που αντανακλά το έντονο χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών...
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) προειδοποίησε ότι ο κόσμος βρίσκεται στο χείλος μιας «καταστροφικής ηθικής αποτυχίας» αναφορικά με τη διανομή των εμβολίων.
Πρόκειται για μία πολιτική που, σύμφωνα με τον ΠΟΥ, θέτει σε κίνδυνο τους φτωχότερους και πιο ευάλωτους ανθρώπους του κόσμου, καθώς σχεδόν όλες οι χώρες με υψηλό εισόδημα έχουν δώσει προτεραιότητα στη διανομή εμβολίων στους δικούς τους πληθυσμούς.
Προκλήσεις και κίνδυνοι
Στην ερώτηση αν θεωρεί ότι θα αλλάξουν τακτική οι πλούσιες χώρες, η Demarais απαντά αποστομωτικά: «Όχι. Δεν πρόκειται να συμβεί. Το παρακολουθώ πολύ στενά και είναι πολύ απογοητευτικό».
Η πρωτοβουλία COVAX αποτελεί έναν από τους τρεις πυλώνες για ισότιμη πρόσβαση σε θεραπείες κατά της πανδημιας που παρουσιάστηκε από τον ΠΟΥ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τη Γαλλία τον περασμένο Απρίλιο.
Η αποτελεσματικότητά της αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό από αναλυτές, παρά τις διαβεβαιώσεις των πιο προνομιούχων χωρών να βοηθήσουν για ίση πρόσβαση.
Όπως αναφέρουν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, η υφιστάμενη κατάσταση απέχει μακράν από αυτό που θα ονομάζαμε «δίκαιη κατανομή».
Η μεγάλη πρόκληση είναι ότι κάθε διμερής συμφωνία μας απομακρύνει από την ουσία της COVAX σε πρακτικό επίπεδο, υποστηρίζουν οι αναλυτές, ενώ δυσκολεύει την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας των εμβολίων απέναντι σε παραλλαγές και μεταλλάξεις ανά την υφήλιο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Νότια Αφρική που «πάγωσε» τη χρήση του εμβολίου της AstraZeneca μετά από μια μελέτη που αμφισβητούσε την αποτελεσματικότητά του έναντι της εξαιρετικά μολυσματικής παραλλαγής που ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά στη χώρα.
Σε έναν ορθολογικό και ηθικό κόσμο, η Νότια Αφρική θα είχε πρόσβαση σε εμβόλια που είναι αποτελεσματικά έναντι της εγχώριας μετάλλαξης και τα εμβόλια της AstraZeneca θα μπορούσαν να σταλούν σε άλλο μέρος του κόσμου όπου αυτή η παραλλαγή δεν κυκλοφορεί, κάτι που δυστυχώς δεν συμβαίνει, καθώς σε αυτό το επίπεδο αντί για διεθνή συνεργασία επικρατεί το χάος...
Ποιός είναι λοιπόν ο κίνδυνος; Θα έχουμε εμβόλια που λήγουν σε ορισμένες χώρες όταν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν αλλού, αποτελεσματικά εμβόλια σε ένα μέρος, αλλά όχι σε ένα άλλο και υπερβολικά αποθέματα σε κάποιες χώρες, ενώ άλλες δεν έχουν απολύτως τίποτα...
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!