Σε λίγες ώρες, εκτός κι αν την τελική απόφαση τη δώσουν τα δικαστήρια, θα γνωρίζουμε το όνομα του 47ου προέδρου των ΗΠΑ. Οι αγορές αναμένουν με αγωνία την ανακοίνωση του αποτελέσματος, διατηρώντας φόβους, αλλά και προσδοκίες, και μένει να φανεί σε ποιον βαθμό οι εκτιμήσεις τους θα επαληθευτούν.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, υπάρχει έντονη αγωνία, ίσως πρωτόγνωρη για ανάλογες εκλογικές αναμετρήσεις του παρελθόντος. Αναμφίβολα, σε περίπτωση εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ, οι αγορές αναμένεται να δεχτούν κλυδωνισμούς. Ανεξάρτητα από το εάν τελικά θα υλοποιηθούν οι απειλές του, η πρώτη αντίδραση των αγορών θα είναι πιθανότατα αρνητική, και δεν αποκλείεται ορισμένοι επενδυτές να προχωρήσουν σε μαζικές ρευστοποιήσεις μετοχών και ομολόγων — κάτι που, αν συμβεί, θα μπορούσε να επηρεάσει και άλλες διεθνείς αγορές.
Θετική βραχυπρόθεσμη αντίδραση
Στην αντίθετη περίπτωση, εάν εκλεγεί η Καμάλα Χάρις, οι αγορές αναμένεται να αντιδράσουν θετικά, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, καθώς δεν αναμένεται κάποια σημαντική απόκλιση από την πολιτική του νυν προέδρου, Τζο Μπάιντεν. Βέβαια, και στην περίπτωση της Χάρις, οι αγορές θα περιμένουν να δουν απτά δείγματα γραφής για να καθορίσουν τη μελλοντική τους κατεύθυνση.
Η Ελλάδα, χωρίς δυνατότητα άμεσης παρέμβασης και με περιορισμένη επιρροή στην έκβαση, μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπη με έμμεσες ή ακόμη και άμεσες επιπτώσεις, ειδικά αν ο Τραμπ κηρύξει εμπορικό πόλεμο σε Ευρώπη και Κίνα.
Το εμπορικό ισοζύγιο με ΗΠΑ
Οι εξαγωγές της Ελλάδας προς τις ΗΠΑ αποτελούν το 4,2% των συνολικών εξαγωγών ή περίπου 2,1 δισ. ευρώ. Εάν αυξηθούν οι δασμοί, αυτές αναμένεται να μειωθούν σημαντικά. Αντίθετα, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ είναι μικρότερες, φτάνοντας σε 1,5 δισ. ευρώ το 2023. Εάν η Ευρώπη απαντήσει με αντίστοιχη πολιτική αυξάνοντας τους δασμούς, οι επιπτώσεις θα είναι επίσης δυσμενείς για την Ελλάδα.
Ακόμα, πολλά θα εξαρτηθούν από την πορεία του δολαρίου έναντι του ευρώ. Σε περίπτωση εκλογής Τραμπ, πολλοί αναλυτές προβλέπουν ενίσχυση του αμερικανικού νομίσματος, κάτι που θα έκανε τον τουρισμό από τις ΗΠΑ προς την Ελλάδα πιο προσιτό, καθώς τα αγαθά και οι υπηρεσίες θα είναι πιο οικονομικά για τους Αμερικανούς τουρίστες.
Αυτές θα είναι κυρίως οι άμεσες επιπτώσεις, ωστόσο, και άλλες, έμμεσες, αναμένονται, οι οποίες δύσκολα μπορούν να αποτιμηθούν ή να ποσοτικοποιηθούν τη δεδομένη στιγμή.
Τι περιμένουν και τι φοβούνται οι αγορές
Ποια θα είναι όμως η κατάσταση σε διεθνές επίπεδο; Αυτό είναι ένα δύσκολο ερώτημα σε ένα μάλλον — για την ώρα — υποθετικό σενάριο. Για παράδειγμα, η Berkshire Hathaway, υπό την καθοδήγηση του Γουόρεν Μπάφετ, αύξησε τα διαθέσιμα μετρητά της στα 325 δισ. δολάρια στο τέλος Σεπτεμβρίου, από 277 δισ. δολάρια το προηγούμενο τρίμηνο.
Οι λόγοι πίσω από αυτή την απόφαση μπορεί να είναι πολλοί: είτε ότι πλησιάζει οικονομική ή χρηματιστηριακή καταιγίδα και η εταιρεία θέλει να εκμεταλλευτεί πιθανές αγοραστικές ευκαιρίες, είτε ότι οι σημερινές αποτιμήσεις είναι υπερβολικά υψηλές. Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι η Berkshire Hathaway διατηρεί τόσο μεγάλα κεφάλαια διαθέσιμα προκαλεί εντύπωση.
Αυτή η τάση δεν είναι μεμονωμένη, καθώς ολοένα και περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν μια πιθανή στροφή των αγορών, ειδικά αν ο Τραμπ επιβάλει δασμούς 60% στα κινεζικά προϊόντα και 10% σε όλα τα υπόλοιπα. Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να οδηγήσει σε στασιμοπληθωρισμό. Παράλληλα, οι προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας παραμένουν αδύναμες, με τον παγκόσμιο μεταποιητικό δείκτη PMI να ξεπερνά μόλις το 50.
Δεν διασφαλίζεται η ανάπτυξη στις ΗΠΑ
Ακόμη και σε περίπτωση νίκης της Χάρις, η αυστηρότερη δημοσιονομική πολιτική που προτείνει, καθώς και η αύξηση των φόρων στις επιχειρήσεις, δεν διασφαλίζουν ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης για τις ΗΠΑ. Ωστόσο, σε αντίθεση με τον Τραμπ, η Χάρις δεν αναμένεται να προκαλέσει αναταράξεις στο παγκόσμιο εμπόριο. Έτσι, ενώ από τη μία προβλέπεται περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, από την άλλη ο κίνδυνος πληθωρισμού και ενός νέου εμπορικού πολέμου μπορεί να έχει απρόβλεπτες συνέπειες.
Η εμπειρία του 2018 έδειξε ότι οι αγορές μπορούν να υποστούν σοβαρά πλήγματα από εμπορικές εντάσεις, όπως συνέβη όταν οι δασμοί του Τραμπ προκάλεσαν αβεβαιότητα, οδηγώντας τη Wall Street τον Δεκέμβριο σε έναν από τους χειρότερους αντίστοιχους μήνες από το 1931. Η ακρίβεια παραμένει ο μεγαλύτερος φόβος τόσο για τους πολίτες όσο και για τις αγορές.
Σύμφωνα με την Ipsos, η ακρίβεια συνεχίζει να αποτελεί τον κυριότερο φόβο παγκοσμίως, με τα ποσοστά ανησυχίας να είναι υψηλά, όπως 56% στη Σιγκαπούρη και 51% στις ΗΠΑ. Η πιθανότητα αναθέρμανσης του πληθωρισμού δεν έχει εξαλειφθεί, παρόλο που ο Τραμπ φαίνεται αμέριμνος.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!