Ας ξεκινήσουμε με ένα απολογισμό της χρονιάς που πέρασε. To 2024 ήταν άλλη μία χρονιά ρεκόρ σε ότι αφορά την εγκατεστημένη ισχύ φωτοβολταϊκών, ξεπερνώντας κατά πολύ το απίστευτο νούμερο των 2 GW. Η συνολική εγκατεστημένη ισχύς πλησιάζει πια τα 10 GW. Και δεν σταματά εδώ. Το 2025 προβλέπεται η νέα εγκατεστημένη ισχύς να φτάσει σχεδόν τα 3 GW, αφού έχουν ωριμάσει πια πολλά καινούργια έργα.
Αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύουν πολλοί, η μεγάλη ισχύς το 2024 δεν προέρχεται από τα μεγάλα έργα (Utility-scale), αλλά από μικρομεσαία έργα (500-1000 KW) που με τη μορφή cluster συνδέθηκαν στην υψηλή τάση. Η ώρα των μεγάλων έργων φαίνεται πως θα είναι το 2025, οπότε και θα πάρουν την πρωτοκαθεδρία ως προς την εγκατεστημένη ισχύ.
Το 2024 όμως είχαμε ένα ακόμη ρεκόρ σε ό,τι αφορά έργα αυτοκατανάλωσης. Σχεδόν 400 MW!
Ένα νούμερο που φαίνεται ασύλληπτο σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Το ένα τέταρτο αυτής της ισχύος αφορά σε οικιακά φωτοβολταϊκά και το υπόλοιπο σε εμπορικά συστήματα. Τα δύο τρίτα των οικιακών συστημάτων μάλιστα αφορούσαν συστήματα με μπαταρία (χάρη στο πρόγραμμα «Φωτοβολταικά στη Στέγη»).
Αιτία βέβαια για αυτήν την έκρηξη της αυτοκατανάλωσης ήταν το γεγονός ότι το 2024 σηματοδότησε το τέλος του net-metering και την (καθυστερημένη) εφαρμογή του net-billing. Για το 2025 προβλέπουμε τα εξής: η αγορά αυτοκατανάλωσης θα κινηθεί κυρίως με τα ανεκτέλεστα έργα του net-metering. Το net-billing, αν και παρουσιάζει κινητικότητα, απέχει πολύ από το να πιάσει διψήφια νούμερα. Η εμπειρία άλλωστε άλλων χωρών που πέρασαν από το net-metering στο net-billing έδειξε μια σημαντική πτώση στις εγκαταστάσεις αρχικά. Το θετικό είναι ότι το 2025 θα έχουμε τα «Φωτοβολταικά στο Χωράφι» και τα «Φωτοβολταικά στην Επιχείρηση» που θα τονώσουν την αγορά.
Η αύξηση όμως των ΑΠΕ και η μειωμένη ζήτηση ενέργειας, ιδιαίτερα τις ώρες που παράγουν τα φωτοβολταϊκά, οδηγούν σε σημαντικές περικοπές (μη δυνατότητα απορρόφηση της πράσινης ενέργειας από το σύστημα) που για το 2024 αντιστοιχούν σε περίπου 900 GWh ή το 3,5% της παραγόμενης από ΑΠΕ ενέργειας και μάλιστα άδικα κατανεμημένες (δηλαδή ποσοστά σημαντικά πάνω από 3,5% στα έργα για τα οποία υπάρχει δυνατότητα τηλεχειρισμού από τον ΑΔΜΗΕ, δηλαδή αυτά που είναι συνδεδεμένα στην υψηλή και ελάχιστα στη μέση τάση). Το θεσμικό αυτό κενό έχει καλυφθεί με την εφαρμογή της τηλεδιαχείρισης σε συστήματα άνω των 400 KW και τη θέσπιση ενός μηχανισμού αντιστάθμισης για να μοιράζονται το κόστος των περικοπών και όσοι δεν διαθέτουν εξοπλισμό για να δέχονται εντολές για περικοπές από τους Διαχειριστές (ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ). Μόνο που αυτά θα ισχύσουν από τα μέσα του 2025 και εν τω μεταξύ αναμένεται μια δύσκολη άνοιξη με μεγάλες περικοπές.
Το 2024 είχαμε επίσης για πρώτη φορά αρνητικές τιμές στη χονδρεμπορική αγορά, όχι όμως στο βαθμό που συναντώνται σε άλλες χώρες (μόλις 11 ώρες με αρνητικές τιμές). Το φαινόμενο αυτό θα οξυνθεί το 2025, αφού οι τιμές παραμένουν τεχνηέντως θετικές.
Το θετικό είναι 2025 θα έχουμε και την κατασκευή των πρώτων συστημάτων αποθήκευσης και την διαφορά θα τη δούμε από το 2026 και μετά. Το επενδυτικό ενδιαφέρον για την αποθήκευση παραμένει μεγάλο και ευτυχώς το κόστος των μπαταριών πέφτει με γοργούς ρυθμούς. Υπάρχουν εκτιμήσεις ότι θα είναι επενδυτικά ενδιαφέροντα και τα έργα που συμμετέχουν απευθείας στην αγορά χωρίς επιδοτήσεις. Η αγορά της αποθήκευσης θα κινηθεί κυρίως με έργα in-front of the meter, αλλά πλέον και με έργα behind-the-meter σε εμπορικά συστήματα. Μικρότερη θα είναι η αγορά της οικιακής αποθήκευσης.
Τι μας λένε τα παραπάνω;
Η αγορά έχει αλλάξει και γίνεται πιο περίπλοκη. Γίνεται μια ώριμη αγορά με αυξημένα ρίσκα και αυξημένο ανταγωνισμό και εξαρτάται και από εξωτερικούς παράγοντες όπως τιμές χονδρεμπορικής αγοράς στις αγορές του εξωτερικού (διασυνδεδεμένες με την Ελλάδα και όχι μόνο), τις τιμές του φυσικού αερίου και διοξειδίου του άνθρακος κτλ. Για την ανάλυση των αγορών και τις προβλέψεις των χονδρεμπορικών τιμών λοιπόν χρειάζεται η πρόσβαση σε συστήματα ανάλυσης και ομάδες με ιδιαίτερες γνώσεις στο energy management και στο trading για να συμμετέχουν στην αγορά και να αναλαμβάνουν και αναλύουν το σχετικό ρίσκο. Η απευθείας συμμετοχή στην ενεργειακή αγορά λοιπόν συνεπάγεται και οφέλη, αλλά και απώλειες. Όσοι παραγωγοί δεν διαθέτουν ομάδα energy management, συνεπώς δεν εκπροσωπούνται απευθείας στην αγορά, θα πρέπει να διαπραγματεύονται μέσω Φορέα Σωρευτικής Εκπροσώπησης (ΦοΣΕ). Η επιλογή του κατάλληλου και αξιόπιστου ΦοΣΕ και η σχετική διαπραγμάτευση των όρων της συνεργασίας θα είναι κρίσιμη για αυτούς.
Παρόλα τα προαναφερθέντα ρίσκα, οι επενδύσεις στις ΑΠΕ και δη στα φωτοβολταϊκά παραμένουν ελκυστικές. Απαιτείται όμως μεγάλη προσοχή αφού το ρίσκο έχει αυξηθεί και οι αποδόσεις είναι σχετικά μικρότερες.
Ο Σωτήρης Καπέλλος είναι πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιρειών Φωτοβολταϊκών
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!