Παρά το γεγονός ότι το 2022 είναι εκλογικό και συνεπώς τα βλέμματα όλων στρέφονται κυρίως προς την εσωτερική πολιτική σκηνή, ωστόσο η νέα χρονιά είναι εξίσου -αν όχι περισσότερο- κρίσιμη και ως προς τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Στο έτος που άρχισε πριν από περίπου μία εβδομάδα, αναμένονται σημαντικές αλλαγές στις ισορροπίες ισχύος που επηρεάζουν τα εθνικά μας θέματα, ιδίως τις σχέσεις μας με την Τουρκία.
Ο στόχος της Αθήνας
Το υπουργείο Εξωτερικών επεξεργάζεται τις επόμενες κινήσεις του στη σκακιέρα της αναμέτρησης δυνάμεων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο λαμβάνοντας υπόψη τις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Ειδικότερα, η Αθήνα επιθυμεί να αξιοποιήσει την ως τώρα εξωτερική της πολιτική, που προσέδωσε σημαντικό κύρος και ισχυρή φωνή στη χώρα, προκειμένου να προωθήσει ακόμα περισσότερο τις θέσεις της. Η ελληνική κυβέρνηση έχει καταφέρει να πείσει τους ισχυρούς παράγοντες της διεθνούς κοινότητας ότι η διαρκής ένταση που επιδιώκει η Τουρκία σε συνδυασμό με την έλλειψη σεβασμού στο Διεθνές Δίκαιο (που αποτυπώνεται ανάγλυφα στο προκλητικό casus belli που έχει ξεκαθαρίσει εάν η Ελλάδα προχωρήσει στο αναφαίρετο δικαίωμά της να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια) δημιουργούν συνθήκες αποσταθεροποίησης στην ευρύτερη περιοχή. Σημαντική βοήθεια στη δημιουργία του αρνητικού κλίματος για την Τουρκία έπαιξαν και οι προκλήσεις του διδύμου Ερντογάν - Τατάρ στην κατεχόμενη Αμμόχωστο. Η Ελλάδα εκνεύρισε την Τουρκία με τη σημαντική αμυντική συμφωνία της με τη Γαλλία για προμήθεια φρεγατών και κορβετών, ενώ παράλληλα υπέγραψε και συμφωνία με τις ΗΠΑ με τις οποίες αναβαθμίζει σημαντικά τη στρατηγική θέση της Ελλάδος.
Στη νέα χρονιά η Αθήνα θεωρεί μείζονα αλλαγή την ανάληψη της προεδρίας της ΕΕ από τη Γαλλία και θα επιδιώξει την περαιτέρω εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Κυπριακό πρόβλημα και ειδικότερα στις διαδικασίες επίλυσής του. Η προεδρία Μακρόν αποτελεί μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα, ώστε να υπάρξει μια καθαρή θέση των Βρυξελλών απέναντι στο πρωτοφανές -και- για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, να υπάρχει κατάληψη του 1/3 του εδάφους ενός ευρωπαϊκού κράτους και η ΕΕ να συμπεριφέρεται ως... τρίτος.
Πίεση προς την Τουρκία
Το δεύτερο χαρτί της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι η αποφασιστική αποτροπή ενός γενικευμένου διαλόγου Αθήνας - Άγκυρας που διακαώς επιθυμεί η Γερμανία της Μέρκελ. Σήμερα που η «σιδηρά καγκελάριος» έχει παραδώσει την εξουσία στον σοσιαλδημοκράτη Σολτς (ο οποίος προφανώς δεν έχει το πολιτικό εκτόπισμα της προκατόχου του) υπάρχουν οι προϋποθέσεις σημαντικής πίεσης του ΝΑΤΟ προς την Τουρκία, ώστε ο Ερντογάν να πάψει να θεωρεί ότι μπορεί ανεμπόδιστα να εφαρμόζει την μονομερή πολιτική του, έχοντας μόνιμες «πλάτες» στη γερμανική καγκελαρία. Οι τωρινές συνθήκες είναι περισσότερο ευνοϊκές για ανάδειξη του αποσταθεροποιητικού ρόλου της Τουρκίας εντός της Ατλαντικής Συμμαχίας.
Σκοπός της Αθήνας είναι η ανατροπή της γεωπολιτικής υπεροχής της Τουρκίας που έχει διαμορφωθεί μετά από σταθερή εξωτερική πολιτική των γειτόνων μας, την οποία ακολουθούν επί δεκαετίες. Τα δύο τελευταία χρόνια, με τις αλλεπάλληλες συμμαχίες που καλλιέργησε κι επέτυχε η Αθήνα, με την ανάδειξη του αποσταθεροποιητικού ρόλου της Άγκυρας, με την διπλωματική αξιοποίηση του Μεταναστευτικού και της επιχείρησης «εισβολής» από τον Έβρο τον Μάρτιο 2020 και με τη διπλωματική απομόνωση της Τουρκίας, έχει δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να κάνει μέσα στο 2022 τα επόμενα βήματα στο διπλωματικό ζατρίκιο με το καθεστώς Ερντογάν. Απομένει να δούμε με ποιες συγκεκριμένες κινήσεις θα έλθει κοντύτερα στην επίτευξη των σκοπών της…
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!