Τα μάτια της στραμμένα στο Βερολίνο έχει από χθες η ελληνική κυβέρνηση, κυρίως το Μέγαρο Μαξίμου και το υπουργείο Εξωτερικών, αλλά επίσης και τα υπουργεία του οικονομικού κύκλου.
Αρχίζουν οι διαπραγματεύσεις
Η μεγαλύτερη και ισχυρότερη χώρα της Ευρώπης από σήμερα ξεκινά τις επίπονες διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό μιας νέας κυβέρνησης, που για πρώτη φορά θα περιλαμβάνει τρία κόμματα (αφού κανένα δίδυμο δεν εξασφαλίζει το 51% με βάση τόσο το χθεσινό exit poll, όσο και τη ροή των αποτελεσμάτων έως αργά τη νύχτα), ενώ η σχεδόν ισοψηφία των Χριστιανοδημοκρατών το CDU με τους Σοσιαλδημοκράτες του SPD έχει ως αποτέλεσμα να μην είναι ακόμα γνωστό το πρόσωπο του νέου καγκελάριου.
Θα είναι ο Όλαφ Σολτς του SPD, που μέχρι αργά χθες τη νύχτα προηγούνταν των Χριστιανοδημοκρατών ή θα είναι ο Άρμιν Λάσετ, ο υποψήφιος που ξεκίνησε ως αουτσάιντερ, επιβλήθηκε του Μάρκους Σέντερ των Χριστιανοκοινωνιστών στη μάχη για τον υποψήφιο της γερμανικής κεντροδεξιάς, κι ενώ στις πρώτες μέρες του προεκλογικού αγώνα ήταν «εξαφανισμένος» αφού ερχόταν τρίτος με μεγάλη απόσταση από τον Σολτς και την Αναλένα Μπέρμποκ, υποψήφια των Πρασίνων, κατάφερε να ανακάμψει και χθες, στις πρώτες δηλώσεις του μετά την έναρξη της ροής αποτελεσμάτων, έθεσε το κεντρικό διακύβευμα «όχι αριστερή κυβέρνηση στη Γερμανία» με το οποίο θα διεκδικήσει την καγκελαρία;
Η αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ από την ηγεσία της Γερμανίας (που θα επέλθει μόλις ολοκληρωθεί η σύμπηξη του νέου κυβερνητικού συνασπισμού, δηλαδή σε μερικούς μήνες) αλλάζει άρδην τα δεδομένα τόσο στις ελληνογερμανικές σχέσεις, όσο και στα κεντρικά ζητήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα οποία αναμφίβολα η κυρίαρχη προσωπικότητα της Μέρκελ έδινε τον τόνο, ενώ τώρα η Γερμανία καλείται να βρει ένα νέο ρόλο, με νέο καγκελάριο που αναμφίβολα δεν διαθέτει ούτε το κύρος ούτε την πραγματική εξουσία που είχε κερδίσει η Μέρκελ.
Τι αναμένει η Ελλάδα
Ειδικότερα η χώρα μας αναμένει τη στάση της νέας γερμανικής κυβέρνησης σε καίριας σημασίας θέματα:
- Το αν η Γερμανία μετά τη Μέρκελ θα συναινέσει ή όχι στην αναθεώρηση του πλαισίου δημοσιονομικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς η πανδημία έπληξε τις ευρωπαϊκές οικονομίες οι οποίες, λένε πολλές χώρες ανάμεσά τους κι η δική μας, χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να ανακάμψει και λιγότερο αυστηρά πλαίσια δημοσιονομικής πειθαρχίας για τη συνέχεια.
- Το βαθμό στον οποίο η Γερμανία με την όποια νέα της κυβέρνηση θα είναι σε θέση να «ακούσει» τα ευρωπαϊκά προβλήματα και να μεταβάλλει, αν χρειαστεί, τη δική της άποψη υπέρ του γενικότερου συμφέροντος. Αυτό δηλαδή που συνέβη με την ίδια την Άγκελα Μέκελ, η οποία διαπίστωσε το πλήγμα των ευρωπαϊκών οικονομιών από την επέλαση της πανδημίας και, αφού πείστηκε, δεν δίστασε να αναθεωρήσει μια πάγια πολιτική της θέση και να αποδεχθεί την αμοιβαιοποίηση το χρέους. Σημειώνεται εδώ ότι η Αθήνα έχει καταγράψει το ότι ο Άρμιν Λάσετ, υποψήφιος του CDU για την καγκελαρία, ήταν εξαρχής και παραμένει πολέμιος της αμοιβαιοποίησης του χρέους. Αυτό σημαίνει ότι μια νέα κυβέρνηση με τον υποψήφιο της κεντροδεξιάς στην καγκελαρία μπορεί να κάνει περισσότερο αμετακίνητη τη Γερμανία σε αναγκαίες αποφάσεις για το κοινό καλό της Ευρώπης. Από την άλλη, κύκλοι της ελληνικής κυβέρνησης παρατηρούσαν ότι ούτε ο Όλαφ Σολτς, ούτε ο Άρμιν Λάσετ διαθέτουν την ισχύ και την προσωπική ακτινοβολία της Άγκελα Μέρκελ, ώστε να μπορούν να εμποδίζουν προφανείς αποφάσεις που θα ενισχύουν την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και θα συντελούν στην στρατηγική αυτονομία της ΕΕ.
- Την εξωτερική πολιτική της νέας γερμανικής κυβέρνησης και ειδικότερα την προνομιακή της σχέση με την Τουρκία, που επί των κυβερνήσεων Μέρκελ έφτασε σε ακραίες θέσεις όπως ο αποκλεισμός της Ελλάδος από τις Διασκέψεις για το Μέλλον της Λιβύης, ή τις μεγάλες επιβαρύνσεις των Ελλήνων πολιτών την εποχή των μνημονίων που έφτασαν (με κυρίως εμπλεκόμενο το δίδυμο Μέρκελ- Σόιμπλε) στη δρομολόγηση της αποχώρησης της Ελλάδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση (2015), σχέδιο που τελικά ευτυχώς δεν ευοδώθηκε.
- Τη συμπεριφορά της Γερμανίας μετά τη Μέρκελ σε μείζονα για τη χώρα μας θέματα ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, όπως το μεταναστευτικό πρόβλημα, που ταλαιπωρεί τα 27 κράτη- μέλη στην προσπάθειά τους να εναρμονίσουν διαφορετικά, πολλές φορές μάλιστα αντιτιθέμενα- μεταξύ τους συμφέροντα.
Γενικότερα η Αθήνα πιστεύει ότι η απουσία μιας προσωπικότητας όπως η Άγκελα Μέρκελ από τη γερμανική καγκελαρία κάνει πιο δύσκολη για την ισχυρότερη χώρα της Ευρώπης την υιοθέτηση μειζόνων αλλαγών πολιτικής, άρα μάλλον περιμένει μια πιο συντηρητική και προβλέψιμη Γερμανία. Από την άλλη, παρατηρεί ότι ο νέος Γερμανός καγκελάριος δεν θα διαθέτει την πολιτική ισχύ της Μέρκελ, άρα δύσκολα θα μπορεί να πει «όχι» σε μια προφανή ανάγκη υιοθέτησης πολιτικών που ίσως δεν τον βρίσκουν απόλυτα σύμφωνο.
Όλα αυτά, όμως, θα φανούν στην πράξη. Προηγείται η αποσαφήνιση του ποιοι μπορούν να μετάσχουν στο νέο κυβερνητικό συνασπισμό της Γερμανίας, ποιος θα είναι τελικά ο νέος καγκελάριος και ποιο το πολιτικό πλαίσιο του τρικομματικού συνασπισμού που θα συμφωνηθεί…
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!