«Αν δεν μπορούμε να λύσουμε τα ζητήματα με την Τουρκία, τουλάχιστον ας διαπιστώσουμε μέχρι πού μπορούμε να φτάσουμε τη συζήτηση κι ας διαπιστώσουμε σε ποιο βαθμό υπάρχει επιθυμία επίλυσης από την Τουρκία». Σε αυτή τη φράση στελέχους του Μεγάρου Μαξίμου συνοψίζονται οι προσδοκίες της ελληνικής πλευράς για τη σημερινή συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (προγραμματισμένη για τις 5.05 το απόγευμα).
Οι δυο ηγέτες συναντώνται σε μια κρίσιμη φάση των διμερών σχέσεων, μετά από μια περιπετειώδη χρονιά, το 2020, που ξεκίνησε με την απόπειρα μαζικής εισβολής μεταναστών από τον Έβρο στην ελληνική επικράτεια, συνεχίστηκε με σειρά προκλητικών ενεργειών εκ μέρους της Τουρκίας και κατέληξε με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για «θετική ατζέντα» υπό όρους απέναντι στην Τουρκία, που εξειδικεύτηκε τον Μάρτιο του 2021.
Σήμερα επιχειρείται η επανάληψη της ιστορικής συνάντησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή με τον Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ τον Μάιο του 1975 όταν και πάλι οι δυο ηγέτες σε μια κατ’ ιδίαν συνάντηση κατέληξαν σε ένα ανακοινωθέν με το οποίο συμφωνούσαν ότι δεσμεύονται να επιλύσουν ειρηνικά κάθε διαφορά τους και ότι το θέμα της υφαλοκρηπίδας θα παραπεμφθεί στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης προς επίλυση. Παράλληλα εκείνη η συνάντηση άνοιξε το δρόμο για την υπογραφή (1976) του Πρωτοκόλλου της Βέρνης το οποίο εν πολλοίς χαρακτηρίζει από τότε έως σήμερα τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Σήμερα, όπως τότε, οι ΗΠΑ επιδιώκουν τη συνάντηση και -στο βαθμό που είναι εφικτό- τη συνεννόηση. Άλλωστε ο Ερντογάν θα αντιληφθεί πόσο απομονωμένη είναι η Τουρκία αλλά και τι περιθώρια επανένταξης στον δυτικό κόσμο της προσφέρονται, κατή τις συναντήσεις του με τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν και τον Γάλλο ομόλογό του, Εμανουέλ Μακρόν.
«Η εντύπωση που θα αποκομίσει ο Ερντογάν από τις κατ’ ιδίαν συναντήσεις του, είναι ότι η Τουρκία είναι πολύτιμη σύμμαχος τη Δύσης και τέτοια θα παραμείνει είτε με αυτός, είτε χωρίς αυτόν στην προεδρία της» λέει βετεράνος διπλωμάτης που έχει ασχοληθεί πολύ με το θέμα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μέσα από τη σημερινή συζήτηση με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φαίνεται ότι επιδιώκει να καταδείξει στον συνομιλητή του:
- Πόσα χάνει η Τουρκία με την επιμονή της στην αναθεωρητική της πολιτική και τις μονομερείς ενέργειες,
- Ποια οφέλη θα μπορούσε να αποκομίσει εάν συνεργαζόταν πραγματικά στην επίλυση των θεμάτων που χωρίζουν Ελλάδα και Τουρκία,
- Γιατί η πολιτική της Άγκυρας στο Κυπριακό δημιουργεί μόνο προβλήματα και δεν βοηθά κανέναν, ούτε την Ελλάδα, ούτε την Τουρκία, ούτε την Κύπρο με τους Τουρκοκυπρίους,
- Προφανώς η ελληνική πλευρά θα επαναλάβει τις πάγιες θέσεις της για το αυτονόητο δικαίωμα επέκτασης των χωρικών της υδάτων, τις διατάξεις του Δικαίου της Θάλασσας (το οποίο έχει ενσωματωθεί στο ευρωπαϊκό δίκαιο) για την υφαλοκρηπίδα των νησιών, τον παράνομο χαρακτήρα του τουρκολιβυκού μνημονίου, τις παραβιάσεις του FIR Αθηνών από τουρκικά μαχητικά κλπ
Επίσης πρόθεση του Έλληνα πρωθυπουργού είναι να διερευνήσει τη δυνατότητα συμφωνίας με τον Τούρκο πρόεδρογια ένα μηχανισμό επίλυσης τόσο των διμερών διαφορών στα θέματα που χρονίζουν, όσο και μια διαρκή απευθείας επαφή με σκοπό την άμεση αντιμετώπιση κι επίλυση κρίσεων, όποτε αυτές αναφύονται.
Στη συζήτηση άλλωστε ο Έλληνας πρωθυπουργός είναι έτοιμος να αξιοποιήσει τα ως τώρα αποτελέσματα των διερευνητικών επαφών, των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, των συμφωνιών για οικονομική συνεργασία και το υλικό του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για το Κυπριακό.
Παρ’ όλα αυτά, οι προσδοκίες είναι περιορισμένες. Η νέα δημόσια διαβεβαίωση της Τουρκίας μόλις πριν από τρεις ημέρες ότι δεν πρόκειται να κάνει καμία υποχώρηση, όσο κι αν εκλαμβάνεται ως αμυντική τακτική ενόψει πολλαπλών πιέσεων που θα δεχθεί ο Ερντογάν σήμερα, δείχνει την πρόθεση της Άγκυρας. Υπ’ αυτή την έννοια η απογευματινή συνάντηση Μητσοτάκη- Ερντογάν θα είναι άλλος ένας κρίκος στην μακρά αλυσίδα προσπαθειών για ειλικρινή διάλογο και αποκλιμάκωση της έντασης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!