H μείωση του δομικού πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, που δεν περιλαμβάνει τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, δεν είναι ακόμη επαρκής, δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Φίλιπ Λέιν, σημειώνοντας ότι δεν καθησυχάστηκε από τη βουτιά του γενικού πληθωρισμού τον Οκτώβριο καθώς προήλθε κυρίως από την αναστροφή των περσινών μεγάλων αυξήσεων στις τιμές ενέργειας.
Ο πληθωρισμός μειώθηκε το Οκτώβριο στο 2,9% από πάνω από 10% που είχε εκτιναχθεί πέρυσι, αλλά ο Λέιν ξεκαθάρισε ότι θα παραμείνει σε αυτά τα επίπεδα ή και λίγο υψηλότερα το επόμενο έτος, με τα ποσοστά του να κυμαίνονται περί το 3% το 2024 για να υποχωρήσουν στον στόχο του 2% το 2025.
Προσγείωση των προσδοκιών και από τον Νάγκελ
Πέραν του Λέιν και άλλα στελέχη της ΕΚΤ επιχείρησαν να προσγειώσουν την ευφορία που είχε δημιουργηθεί από την πτώση του πληθωρισμού τον περασμένο μήνα, αναφέροντας ότι θέλουν να δουν περαιτέρω πρόοδο στο μέτωπο αυτό και ότι επιχειρήσεις και κυβερνήσεις πρέπει να συμβάλλουν από την πλευρά τους για να αποφευχθεί περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων.
Η ΕΚΤ διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια τον Οκτώβριο, για πρώτη φορά μετά από δέκα συνεχόμενες αυξήσεις και οι επενδυτές στοιχηματίζουν όλο και περισσότερο ότι η επόμενη κίνησή της θα είναι η μείωση των επιτοκίων, ενδεχομένως ακόμη και από τον Απρίλιο.
Ωστόσο, οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ υποστηρίζουν ότι η συνολική εικόνα όσον αφορά τον πληθωρισμό είναι πιο σύνθετη απ’ όσο δείχνουν εκ πρώτης όψεως τα στοιχεία, με ορισμένους μάλιστα να συνεχίζουν να εκφράζουν την άποψη ότι δεν πρέπει να αποκλεισθούν περαιτέρω αυξήσεις στα επιτόκια.
Ο πρόεδρος της Bundesbank, Γιόαχιμ Νάγκελ, κινήθηκε στο ίδιο μήκος κύματος με το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, την Ιζαμπελ Σνάμπελ, προειδοποιώντας για τους κινδύνους που κρύβει το τελευταίο μίλι, δηλαδή η μείωση του πληθωρισμού από το 3% στον στόχο του 2%. «Το τελευταίο μίλι πριν επιτύχουμε τον στόχο μας για τον πληθωρισμό θα είναι το δυσκολότερο», είπε ο Νάγκελ.
Προειδοποιήσεις από Κάζακς και Μάχλουφ
Ο Λετονός και ο Ιρλανδός κεντρικός τραπεζίτης, Μάρτιν Κάζακς και Γκάμπριελ Μάχλουφ, αντίστοιχα, είπαν ότι δεν πρέπει να αποκλειστούν άλλες αυξήσεις επιτοκίων, ακόμη και αν οι αγορές θεωρούν μηδενική την πιθανότητα για αυτό.
«Είναι πολύ νωρίς κατά την άποψή μου να αρχίσουμε να μιλάμε για το αν θα πρέπει να αρχίσουμε να μειώνουμε τα επιτόκια.. Και είναι επίσης πολύ νωρίς να κηρύξουμε ότι τα επιτόκια έπιασαν ταβάνι», είπε ο Μάχλουφ.
Το περιθώριο κέρδους των επιχειρήσεων
Βασική προϋπόθεση για να συνεχισθεί ο αποπληθωρισμός είναι να αρχίσουν οι επιχειρήσεις να απορροφούν μέρος από τις σχετικά γρήγορες αυξήσεις επιτοκίων και να αποδεχθούν χαμηλότερα περιθώρια κέρδους», δήλωσαν τόσο ο Λέιν όσο και ο Νάγκελ. «Γι’ αυτό, αναμένω να μετριασθούν τα εταιρικά κέρδη στα επόμενα τρίμηνα και να απορροφήσουν μέρος από τις πρόσφατες ισχυρές μισθολογικές αυξήσεις… Αν τα κέρδη συνεχίσουν να αυξάνονται ισχυρά, ο υψηλός πληθωρισμός θα έχει μεγαλύτερη διάρκεια και θα απαιτούσε δράση από την ΕΚΤ», είπε ο Νάγκελ.
«Πρέπει να δούμε τα κέρδη να προσαρμόζονται. Οσο περισσότερο οι εταιρείες απορροφούν μισθολογικές αυξήσεις μέσω χαμηλότερων κερδών, τόσο περισσότερο θα βοηθήσουν να μειωθεί ο πληθωρισμός και με τη σειρά τους οι εργαζόμενοι να μην αισθάνονται την ανάγκη για τόσο μεγάλες αυξήσεις μισθών», σημείωσε ο Λέιν.
Ο Νάγκελ δήλωσε ότι και οι κυβερνήσεις πρέπει να περιορίσουν τις δαπάνες για να μειώσουν το βάρος που έχει πέσει στην ΕΚΤ για τη μείωση του πληθωρισμού.
Με πληροφορίες από Reuters
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!