Χωρίς το ασφυκτικό εποπτικό πλαίσιο του SSM που ισχύει για τις τράπεζες, οι εταιρείες παροχής πιστώσεων θα μπορούν να χορηγούν δάνεια, στεγαστικά και επιχειρηματικά, πέραν των καταναλωτικών, σε δανειολήπτες που αποκλείονται από το τραπεζικό σύστημα καθώς κρίνονται μη επιλέξιμοι (bankable), όχι απαραίτητα λόγω χαμηλών εισοδημάτων αλλά και γιατί «κουβαλούν» την κληρονομιά, τις αμαρτίες της δεκαετούς κρίσης και βρίσκονται για παράδειγμα στον «Τειρεσία» για όχι και ιδιαίτερα σημαντικούς λόγους.
Την ίδια στιγμή οι εταιρείες παροχής πιστώσεων θα μπορούν να έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στην τιμολόγηση (επιτόκιο) δανείων, καθώς αναλαμβάνουν λιγότερους κινδύνους σε σχέση με τις τράπεζες, χωρίς αυτό να αποτελεί πανάκεια για χαμηλότερα επιτόκια για όλους και χορηγήσεις χωρίς κριτήρια.
Ο ανταγωνισμός φέρνει «ψαλίδι» στα έξοδα
Σήμερα για παράδειγμα τα επιτόκια των καταναλωτικών – προσωπικών δανείων που χορηγούν οι παραδοσιακές τράπεζες κινούνται μεταξύ 10%-15% ενώ το αντίστοιχο μέσω «εναλλακτικών» ιδρυμάτων μπορεί να φτάσει το 20%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για τον μήνα Αύγουστο, το μέσο επιτόκιο των νέων καταναλωτικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια - κατηγορία που περιλαμβάνει τα δάνεια μέσω πιστωτικών καρτών, τα ανοικτά δάνεια και υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς - διαμορφώθηκε στο 14,77%. Το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων με συγκεκριμένη διάρκεια στο 13,40%.
Εκτιμάται, ωστόσο, ότι το νέο τοπίο που θα δημιουργηθεί αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει τις τράπεζες στη δημιουργία νέων, πιο ευέλικτων προϊόντων, σε μείωση προμηθειών και εξόδων προς όφελος του καταναλωτή – δανειολήπτη.
►Διαβάστε επίσης: Πρώτη κατοικία: «Λίφτινγκ» στον Φορέα Επαναμίσθωσης για να προχωρήσει ο διαγωνισμός - Με έκπτωση 30% θα παίρνει τα ακίνητα
Προ των πυλών το νέο σχέδιο του ΥΠΟΙΚ
Το σχέδιο νόμου του υπουργείο Οικονομικών το οποίο μπαίνει τις επόμενες ημέρες σε δημόσια διαβούλευση για να ψηφιστεί εντός του Νοεμβρίου απλουστεύει τη διαδικασία αδειοδότησης των εν λόγω εταιρειών ώστε διευρύνουν τα δανειακά τους προϊόντα, όπως συμβαίνει στην Ευρώπη, όπου ο θεσμός υπάρχει εδώ και 22 χρόνια.
Σύμφωνα με τον Κωστή Χατζηδάκη, υπάρχει ήδη ενδιαφέρον από εταιρείες για την είσοδο στη νέα διευρυμένη αγορά δανείων. Προβάδισμα εκτιμάται ότι έχουν εταιρείες που ήδη δραστηριοποιούνται με καταναλωτικά δάνεια (και Buy Now Pay Later) και έχουν ήδη παρουσία στην Ε.Ε. Η νέα αγορά, εκτός από ευκαιρίες χρηματοδότησης στους «αποκλεισμένους» από τον τραπεζικό δανεισμό εμπεριέχει και κινδύνους, όπως αυτόν του μη υπεύθυνου δανεισμού, αν και το χρηματοπιστωτικό σύστημα και η ελληνική κοινωνία πήρε πολύ σκληρά «μαθήματα» στη διάρκεια της δεκαετούς κρίσης.
►Διαβάστε επίσης: Κ. Χατζηδάκης: Οι αλλαγές σε δάνεια, servicers και εξωδικαστικό
Τα νέα προϊόντα
Με το νέο νομοσχέδιο οι συγκεκριμένες εταιρείες θα μπορούν να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους, προσφέροντας:
- Σε φυσικά πρόσωπα: Στεγαστικά, καταναλωτικά ή αναδιάρθρωση υφιστάμενου δανείου.
- Σε επιχειρήσεις: Αποκλειστικά αναχρηματοδότηση υφιστάμενου δανείου ή πίστωση σε επιχείρηση με δάνεια σε καθεστώς ρύθμισης ή για αναδιάρθρωση δανειολήπτριας επιχείρησης.
Η αναδιάρθρωση
Ειδικότερα για την αναδιάρθρωση υφιστάμενου δανείου, ισχύουν τα εξής όπως ανέφερε πρόσφατα η Γενική Γραμματέας Χρηματοπιστωτικού Τομέα και Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, Θεώνη Αλαμπάση:
«Στην αναδιάρθρωση ο δανειολήπτης θα συμφωνεί με την εταιρεία παροχής πιστώσεων το νέο δανειακό προιόν, θα αποπληρώνει το ήδη υφιστάμενο δάνειο στην τράπεζα, λαμβάνοντας σε αρκετές περιπτώσεις και ‘κούρεμα’, δεδομένου ότι θα προχωρά σε εξόφληση του συνόλου του ποσού, διατηρώντας πλέον ένα δάνειο με νέους όρους και όχι με επιτόκιο υπερημερίας, αλλά το συμβατικό».
Ασφαλιστικές δικλείδες
Στελέχη της τραπεζικής αγοράς περιμένουν να κατατεθεί το νομοσχέδιο για δημόσια διαβούλευση, ώστε να γίνουν γνωστές οι σχετικές διατάξεις στη λεπτομέρεια τους και να φανούν οι ασφαλιστικές δικλείδες, οι πρόνοιες αποτροπής κινδύνων, οι όροι και οι προϋποθέσεις λειτουργίας αυτών των εταιριών – μη τραπεζικών ιδρυμάτων που θα βρίσκονται υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος.
Εξάλλου υπάρχει ακόμα ένα πολύ μεγάλο απόθεμα ιδιωτικού χρέους καθώς τα «κόκκινα δάνεια» έφυγαν από τις τράπεζες όχι όμως και από την πραγματική οικονομία και αυτό θα πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη.
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκη χαρακτηρίζει θετική εξέλιξη την αλλαγή του θεσμικού πλαισίου καθώς «κάποιος που δεν μπορούσε να πάρει στεγαστικό δάνειο τώρα έχει παραπάνω πιθανότητες, αφού δεν χρειάζεται να απευθύνεται μόνο στις τράπεζες». Όπως ο ίδιος έχει πει, οι εταιρείες αυτές, για να βγάλουν τα λεφτά τους, θα στοχεύσουν σε συγκεκριμένους πελάτες, «οι οποίοι θα δουν κάτι θελκτικό στο προϊόν που προσφέρουν»
«Δεν απειλούμαστε» λένε οι τραπεζίτες
Η τραπεζική αγορά πάντως δεν νιώθει ότι «απειλείται» από την είσοδο νέων παικτών στην αγορά δανείων, στην παρούσα φάση, καθώς εκτιμά ότι οι τράπεζες διαθέτουν συγκριτικά πλεονεκτήματα ώστε να απαντήσουν στον όποιο ανταγωνισμό. Ιδιαίτερα σε ότι αφορά στους επιλέξιμους (bankable) εν δυνάμει δανειολήπτες, τους οποίους θα διεκδικήσουν και τα μη τραπεζικά ιδρύματα με λιγότερους εποπτικούς κινδύνους και συνεπώς μεγαλύτερη ευελιξία στην τιμολόγηση (επιτόκιο).
Σε κάθε περίπτωση, το βασικό κριτήριο χορήγησης του δανείου είναι το πιστωτικό προφίλ (οικονομική κατάσταση, ιστορικό) του δανειολήπτη και βάσει αυτού γίνεται η τιμολόγηση. Συνεπώς, το όφελος από την όποια ευελιξία τιμολόγησης διαθέτουν τα μη πιστωτικά ιδρύματα εξαρτάται από το πιστωτικό προφίλ του κάθε δανειολήπτη, δηλαδή από τον βαθμό ρίσκου που αναλαμβάνει ο πιστωτής.
Επιπρόσθετα, οι όροι αδειοδότησης αυτών των εταιρειών παροχής πιστώσεων θα καθορίσουν και το ύψος των ποσών που θα μπορούν να δανείσουν.
Θεωρείται βέβαιο ότι κάποιος που θέλει να αγοράσει ακίνητο αξίας 200.000 ευρώ εκ των οποίων διαθέτει τα 80.000 ευρώ (40% αξίας) θα αναζητήσει τα υπόλοιπα 120.000 ευρώ (60% αξίας) μέσω τραπεζικού δανεισμού. Αν ωστόσο διαθέτει μεγαλύτερα ίδια κεφάλαια (πχ. 70% - 90%) ενδεχομένως η χρηματοδότηση από ένα μη τραπεζικό ίδρυμα να είναι πιο εύκολη και ίσως, συμφέρουσα.
Σήμερα στα στεγαστικά δάνεια – και όχι μόνο - η ζήτηση έχει «τραβήξει χειρόφρενο» λόγω των υψηλών επιτοκίων (το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ βρίσκεται στο 4%) και της ανόδου των τιμών των ακινήτων και όχι γιατί οι τράπεζες δεν θέλουν χορηγήσουν δάνεια.
Για παράδειγμα
Σε ότι αφορά στα καταναλωτικά – προσωπικά δάνεια που υπάρχουν και άλλοι «παίκτες», πλην των τραπεζών, είναι ενδεικτικό το παρακάτω παράδειγμα:
Συστημική τράπεζα προσφέρει σταθερό επιτόκιο σταθερό 14,00% για όλη τη διάρκεια του δανείου (πλέον εισφοράς Ν.128/75, 0,60%) και εφόσον υπάρχει λογαριασμός μισθοδοσίας στην τράπεζα το επιτόκιο διαμορφώνεται στο 12% (πλέον εισφοράς 0,60%)
Στην πρώτη περίπτωση για ένα δάνειο 6.000 ευρώ με διάρκεια αποπληρωμής τους 48 μήνες η μηνιαία δόση διαμορφώνεται σε περίπου 165 ευρώ και τα έξοδα επεξεργασίας του αιτήματος είναι 180 ευρώ. Στη δεύτερη περίπτωση (λογαριασμός μισθοδοσίας) η μηνιαία δόση διαμορφώνεται σχεδόν στα 160 ευρώ και τα έξοδα στα 90 ευρώ.
Αντίστοιχα, μέσω εναλλακτικών πιστωτών, για το ίδιο ποσό προσωπικού δανείου και την ίδια διάρκεια αποπληρωμής το επιτόκιο μπορεί να προσεγγίσει ακόμα και το 20%.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!