Καθώς εισέρχεται πλήρως σε αναπτυξιακή τροχιά, η Εurobank είναι έτοιμη να προχωρήσει στη διανομή μερίσματος για πρώτη φορά από το 2008 από τα κέρδη του 2022, υπό την προϋπόθεση της σχετικής έγκρισης των εποπτικών αρχών.
«Η μέχρι σήμερα, ωστόσο, εκτέλεση του προϋπολογισμού για το 2022 αυξάνει την πεποίθησή μας για τη διανομή μερίσματος», ανέφερε ο Φωκίων Καραβίας από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων, παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα του 2021, που αποτέλεσε χρονιά ορόσημο για την τράπεζα καθώς μεταξύ άλλων ήταν η πρώτη τράπεζα που πέτυχε μονοψήφιο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, με δείκτη NPE 6,8%
«Η πολυσχιδής και διεθνοποιημένη μετοχική βάση της τράπεζας αποτελεί παρακαταθήκη. Έχουν πλέον ωριμάσει οι συνθήκες να ανταποδώσουμε την εμπιστοσύνη που μας δείξατε. Αυτή είναι η δέσμευσή μας και θα την τηρήσουμε», υπογράμμισε ο Φ. Καραβίας.
Ο CEO της τράπεζας υπογράμμισε τους βασικούς στόχους της τράπεζας για την τριετία 2022-2024 που είναι: διατηρήσιμη απόδοση ιδίων κεφαλαίων τουλάχιστον 10% τον χρόνο, μέση ετήσια αύξηση των κερδών ανά μετοχή κατά 13%, η οποία θα είναι εμπροσθοβαρής το 2022, οργανική δημιουργία κεφαλαίου άνω των 100 μονάδων βάσης ετησίως, μέσω της οποίας θα υποστηριχθεί η αύξηση του δανειακού χαρτοφυλακίου, η περαιτέρω βελτίωση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, καθώς και η διανομή μερισμάτων.
Παράλληλα πρόθεση της τράπεζας είναι να επεκτείνει τις διεθνείς δραστηριότητες, τόσο οργανικά όσο και με την εκμετάλλευση ευκαιριών που ενδεχομένως εμφανιστούν στην αγορά καθώς οι διεθνείς δραστηριότητες διακρίνουν την Eurobank έναντι του εγχώριου ανταγωνισμού. Συνολικά, η συμβολή των διεθνών δραστηριοτήτων στην καθαρή κερδοφορία της Εurobank ανήλθε σε €148 εκατ., με συνολικό δανειακό χαρτοφυλάκιο περίπου €10 δισ.
Στοχευμένα μέτρα στήριξης
Ο Φ. Καραβίας από το βήμα της γενική συνέλευσης έστειλε μήνυμα δημοσιονομικής σύνεσης προς την κυβέρνηση, υπογραμμίζοντας ότι τα μέτρα στήριξης θα πρέπει να είναι στοχευμένα και όχι οριζόντια.
«Δεδομένων όμως των διεθνών προκλήσεων, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα δημοσιονομικά περιθώρια της χώρας παραμένουν περιορισμένα, επομένως οποιεσδήποτε κινήσεις στήριξης από το κράτος πρέπει να είναι στοχευμένες και όχι οριζόντιες, να γίνονται με μέτρο. Να θυμηθούμε ότι τα υπερβολικά δίδυμα ελλείμματα ήταν αυτά που μας οδήγησαν στην κρίση, άρα πρέπει να αποφύγουμε πιθανή υποτροπή. Καθώς μάλιστα συνεχίζεται η προσπάθεια της χώρας για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η οποία, αν και δυσχερέστερη σε προβληματικό διεθνή περίγυρο, πιστεύουμε ότι θα συντελεστεί, εφόσον επιδείξουμε την απαραίτητη δημοσιονομική σύνεση», όπως τόνισε.
Εκτενής ήταν η αναφορά του διευθύνοντος συμβούλου της Eurobank στο διεθνές περιβάλλον, τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας - για την οποία διατηρούνται οι θετικές προοπτικές.
Όπως είπε, η σοβαρή διαταραχή που έχουν υποστεί οι παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, η διεθνής ενεργειακή κρίση που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, η άνοδος του πληθωρισμού που έχει έχει φέρει το απότομο τέλος της περιόδου των μηδενικών επιτοκίων, με αλλεπάλληλες αυξήσεις -που αναμένεται να συνεχιστούν το επόμενο διάστημα, θα έχουν επιπτώσεις στον ρυθμό ανάπτυξης και ορισμένες μεγάλες οικονομίες δεν αποκλείεται να περάσουν, έστω για βραχύ χρονικό διάστημα, και σε φάση ύφεσης. Σε αυτό το περιβάλλον, η αύξηση του κόστους ζωής επηρεάζει δυσανάλογα τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα, νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις.
«Παρόλα αυτά, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις άλλες βασικές αγορές μας, οι προοπτικές παραμένουν θετικές. Η Ελλάδα κατέγραψε ήδη έναν από τους ισχυρότερους ρυθμούς ανάκαμψης, 8,3% για το 2021, ενώ η αύξηση του ΑΕΠ για το τρέχον έτος υπολογίζεται ότι θα είναι της τάξης του 4%. Βασικό μοχλό ανάπτυξης τα προσεχή έτη θα αποτελέσουν τα διαθέσιμα για τη χώρα ευρωπαϊκά κονδύλια, με προεξάρχον το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, συνολικού ύψους περίπου 90 δισεκατομμυρίων ευρώ μέχρι το 2027. Υπάρχει επαρκής ρευστότητα στην οικονομία χάρη και στην αύξηση των καταθέσεων στη διάρκεια της πανδημίας κατά €35 δισ. ενώ το κρατικό ταμειακό απόθεμα ασφαλείας ανέρχεται σε σχεδόν €40 δισ.» είπε ο Φ. Καραβίας. Συμπλήρωσε ότι εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι τα ευρωπαϊκά κονδύλια έχουν συγκεκριμένες προδιαγραφές, ώστε να κατευθυνθούν σε επενδυτικούς και αναπτυξιακούς στόχους.
Ταυτόχρονα, το τραπεζικό σύστημα, το οποίο με πρωτοπόρο τη Eurobank ολοκληρώνει την εξυγίανσή του, είναι σε θέση και να συμβάλει στη χρηματοδότηση της οικονομίας, αλλά και να επιτελέσει το κρίσιμο έργο που του έχει ανατεθεί, δηλαδή της διοχέτευσης των ευρωπαϊκών πόρων στην ορθή κατεύθυνση.
Σύμφωνα με τον CEO της Eurobank, περαιτέρω αναπτυξιακή ώθηση αναμένεται από ξένα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια που δραστηριοποιούνται ξανά στην Ελλάδα, χάρη στην σταθερή πρόοδο των δημοσίων οικονομικών, τη διαμόρφωση κλίματος φιλικού προς τις επενδύσεις και την πλήρη άρση των αμφιβολιών για τις κεντρικές επιλογές της χώρας.
«Με βάση στοιχεία του ΟΗΕ που δημοσιεύτηκαν πριν από λίγες εβδομάδες, οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα ανήλθαν στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 ετών, κοντά στα 6 δισ. δολάρια το 2021».
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Δ.Σ της Eurobank, Γιώργος Ζανιάς, εκτίμησε ότι η δημοσιονομική κατάσταση είναι διαχειρίσιμη υπό την αυστηρή προϋπόθεση πως θ’ αποφευχθούν εφεξής οι υπερβολές στη δημοσιονομική πολιτική και δεν θα υπάρξουν αρνητικές εκπλήξεις στην αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας.
«Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, προβλέπεται πως το 2022 το πρωτογενές έλλειμμα θα βρίσκεται στο 1,9%, επιστρέφοντας σε θετικό πρόσημο το 2023» είπε ο πρόεδρος της Εurobank, ενώ το δημόσιο χρέος, όπως υπογράμμισε, κρίνεται ως βιώσιμο λόγω των εξαιρετικών ποιοτικών χαρακτηριστικών που διαθέτει, παρά το τεράστιο ύψος του ως ποσοστό του ΑΕΠ (206.3% το 2020 και 193.3% το 2021), ενώ αναμένεται να πέσει κάτω από το 180% του ΑΕΠ στο τέλος του 2022. Σύμμαχο σε αυτή την αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους αποτελεί ο υψηλός βραχυπρόθεσμος πληθωρισμός, ο οποίος μάλιστα δεν αναμένεται να έχει τα γνωστά αρνητικά αποτελέσματα στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας καθώς αποτελεί ένα γενικευμένο φαινόμενο, αν και διαφορές υπάρχουν, και δεν αλλάζουν σε σημαντικό βαθμό οι σχετικές τιμές των προϊόντων.
Για τον κ. Ζανιά, το μεγαλύτερο μακροοικονομικό πρόβλημα αυτή τη στιγμή είναι ο πληθωρισμός, καθώς ο σχετικός δείκτης έφτασε τον Ιούνιο στο 12,0% και πρεισσότερο περισσότερο ανησυχητικό ίσως είναι πως ο πυρήνας του πληθωρισμού, εξαιρουμένων δηλαδή της ενέργειας και των τροφίμων, αυξήθηκε στο 6,0% τον Ιούνιο 2022 από 3,7% τον Μάιο.
«Αντίθετα, η εξέλιξη της ανεργίας είναι ενθαρρυντική με το ποσοστό της να ακολουθεί καθοδική πορεία και διαμορφώθηκε τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους στο 12,5% του εργατικού δυναμικού (χαμηλό 12 ετών). Το πρόβλημα όμως εδώ είναι πως πλησιάζουμε το ύψος της διαρθρωτικής ανεργίας η οποία είναι πιο δύσκολο να μειωθεί καθώς δεν επηρεάζεται από τον οικονομικό κύκλο, ενώ ήδη υπάρχουν κλάδοι της ελληνικής οικονομίας που αντιμετωπίζουν έλλειψη προσωπικού», τόνισε.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!