Αντίστροφη μέτρηση για τα αποτελέσματα του πρώτου «πράσινου» stress test που πραγματοποιεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), τα οποία σε αυτή τη φάση έχουν εκπαιδευτικό χαρακτήρα και αποτελούν μια άνευ προηγουμένου προσπάθεια πληρέστερης κατανόησης για το πόσο εκτεθειμένες είναι οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ -συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών- στους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους (C&E risks).
Το test, τα αποτελέσματα του οποίου θα δημοσιευτούν τον Ιούλιο, θα δώσει και μια σαφέστερη εικόνα για το πόσο ανθεκτικές είναι απέναντι σε αυτούς τους κινδύνους οι τράπεζες καθώς, μεταξύ άλλων, οι εποπτικές αρχές αξιολογούν και τη βιωσιμότητα των πηγών εισοδήματός τους έναντι της πράσινης μετάβασης.
Ταυτόχρονα η ΕΚΤ ξεκινά επιτόπιους ελέγχους για τη διαχείριση αυτών των κινδύνων από τις τράπεζες και ολοκληρώνεται μια στοχευμένη αναθεώρηση που επικεντρώνεται στα ανοίγματα σε εμπορικά ακίνητα.
Οι κίνδυνοι C&E
«Σκοπεύουμε να ενσωματώσουμε πλήρως τους κινδύνους C&E στον τακτικό εποπτικό διάλογο, αντιμετωπίζοντάς τους με τον ίδιο τρόπο όπως οποιουσδήποτε άλλους σημαντικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες», ανέφερε ο Frank Elderson, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ και αντιπρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, μιλώντας στο 10ο ετήσιο συνέδριο για τη Διοίκηση Τραπεζών και τη Διαχείριση Τραπεζών στη Σχολή Οικονομικών και Διοίκησης της Φρανκφούρτης.
Σε κάθε περίπτωση οι τράπεζες του ευρωσυστήματος θα πρέπει να έχουν συμμορφωθεί πλήρως με τις προσδοκίες του επόπτη το αργότερο μέχρι το τέλος του 2024, με το 80% των τραπεζών να σκοπεύει να ολοκληρώσει τις ενέργειες που περιγράφονται στα σχέδια δράσης πριν από το τέλος του 2023.
O Fr. Elderson υπενθύμισε ότι το 2021, για πρώτη φορά, οι κίνδυνοι C&E ενσωματώθηκαν ποιοτικά στη Διαδικασία Εποπτικής Αναθεώρησης και Αξιολόγησης (SREP) και «φέτος, οι κοινές εποπτικές μας ομάδες θα συμπληρώσουν τις αξιολογήσεις SREP με τις παρατηρήσεις τους από μια δοκιμασία ακραίων καταστάσεων για τον κλιματικό κίνδυνο και μια θεματική ανασκόπηση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι τράπεζες ενσωματώνουν αυτούς τους κινδύνους στις καθημερινές τους δραστηριότητες. Αυτό θα ενσωματωθεί επίσης ποιοτικά στις βαθμολογίες SREP, οι οποίες ενδέχεται να έχουν έμμεσο αντίκτυπο στις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις».
Τα προκαταρκτικά ευρήματα
Πάντως από τα προκαταρκτικά ευρήματα από την ανασκόπηση της ΕΚΤ σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι τράπεζες ενσωματώνουν τους κινδύνους C&E στις πρακτικές διαχείρισης κινδύνων τους, προκύπτουν καλά, κακά και ελπιδοφόρα νέα.
Τα καλά νέα, όπως είπε ο F. Elderson, είναι ότι οι τράπεζες αρχίζουν να προοδεύουν στη διαχείριση των κινδύνων που συνδέονται με το κλίμα και το περιβάλλον. Τα κακά νέα είναι ότι αυτή η πρόοδος δεν είναι γενική και οι καθυστερήσεις παραμένουν σε όλους τους τομείς.
«Υπάρχουν όμως και ελπιδοφόρα νέα: οι σύγχρονες πρακτικές διακυβέρνησης και διαχείρισης κινδύνου που υιοθετούν τώρα ορισμένες τράπεζες επιβεβαιώνουν ότι αυτό που ζητά η ΕΚΤ είναι εφικτό. Απλώς χρειαζόμαστε όλες τις τράπεζες να το κάνουν», υπογράμμισε ο αντιπρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ.
Την περασμένη εβδομάδα, η Επιτροπή της Βασιλείας δημοσίευσε τις «Αρχές για την αποτελεσματική διαχείριση και εποπτεία των χρηματοοικονομικών κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα», οι οποίες αποτελούν σημαντικό ορόσημο καθώς όλες οι εποπτικές αρχές, από όλο τον κόσμο, επιβεβαιώνουν ομόφωνα ότι οι τράπεζες και οι εποπτικές αρχές πρέπει επειγόντως να αντιμετωπίσουν τους κλιματικούς κινδύνους.
«Οι αρχές της Επιτροπής της Βασιλείας προωθούν πολλές από τις πρακτικές που η ΕΚΤ είχε επισημάνει ως κρίσιμες για τη σωστή διαχείριση των κινδύνων C&E. Για παράδειγμα, υπογραμμίζουν τη σημασία της αξιολόγησης της σημαντικότητας των κλιματικών κινδύνων και της εξέτασης της πιθανής επίδρασής τους στα επιχειρηματικά μοντέλα των τραπεζών. Υπογραμμίζουν επίσης την ανάγκη πλήρους ενσωμάτωσης σημαντικών κινδύνων στις εσωτερικές διαδικασίες αξιολόγησης της επάρκειας κεφαλαίου και ρευστότητας των τραπεζών. Επιπλέον, οι αρχές αναμένουν από το διοικητικό συμβούλιο και τα ανώτερα στελέχη μιας τράπεζας να διασφαλίσουν ότι οι εσωτερικές στρατηγικές και οι δηλώσεις ανάληψης κινδύνου της τράπεζας συνάδουν με οποιεσδήποτε δημοσίως κοινοποιημένες στρατηγικές και δεσμεύσεις που σχετίζονται με το κλίμα. Αυτή η προσδοκία έρχεται την κατάλληλη στιγμή καθώς όλο και περισσότερες τράπεζες δεσμεύονται δημόσια να ευθυγραμμίσουν τις χρηματοδοτικές τους δραστηριότητες με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού. Η αποτυχία εκπλήρωσης των δεσμεύσεών τους μπορεί να εκθέσει αυτές τις τράπεζες σε διάφορους κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων φήμης, καθώς και τυχόν πιθανών προληπτικών κινδύνων μη ευθυγράμμισης με αυτούς τους στόχους», υπογράμμισε ο Frank Elderson
Αναλύοντας περαιτέρω... τα νέα, ο αντιπρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ υπογράμμισε ότι έναν χρόνο μετά τη διαπίστωση από τις ίδιες τις τράπεζες ότι το 90% των πρακτικών τους ήταν εν μέρει ή καθόλου ευθυγραμμισμένες με τις εποπτικές προσδοκίες, διαπιστώνονται θετικές αλλαγές και οι τράπεζες έχουν σημειώσει μεγάλη πρόοδο. Τα κακά νέα είναι ότι υπάρχουν σαφή κενά και μεμονωμένες τράπεζες δεν σημειώνουν πρόοδο.
Επιπλέον, παρατηρούνται αρκετές ασυνέπειες, όπως για παράδειγμα οι στρατηγικές των τραπεζών αφορούν περισσότερο τους κινδύνους στην πράσινη μετάβαση παρά τους φυσικούς κινδύνους, ενώ η ΕΚΤ βλέπει ότι τράπεζες δεν εξετάζουν πλήρως πώς η κακή ευθυγράμμιση των πελατών τους με τη Συμφωνία του Παρισιού επηρεάζει τα δικά τους ανοίγματα σε κίνδυνο.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!