Μετά την εκκαθάριση των τραπεζικών ισολογισμών από κόκκινα δάνεια, κυρίως μέσω του προγράμματος «Ηρακλής» -στα 18,4 δισ. ευρώ, από το ανώτατο επίπεδο των 107,2 δισ. ευρώ τον Μάρτιο του 2016-, οι εταιρείες διαχείρισης (servicers) που έχουν την ευθύνη εξυπηρέτησης των τιτλοποιημένων και πωληθέντων δανείων θα σηκώσουν το κύριο βάρος της αντιμετώπισης του ιδιωτικού μη εξυπηρετούμενου χρέους, που πέρασε στα χέρια τους.
Στα 80 δισ. ευρώ τα ποσά προς διαχείριση
Οι servicers διαχειρίζονταν σχεδόν 80 δισ. ευρώ κυρίως μη εξυπηρετούμενα δάνεια ως τα τέλη Δεκεμβρίου 2021, μεγάλο μέρος των οποίων τιτλοποιήθηκε στο πλαίσιο του «Ηρακλή».
Στη 14η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει ότι οι servicers στοχεύουν στη μεγιστοποίηση των ανακτήσεων μέσω αναδιαρθρώσεων και, εάν δεν είναι εφικτό, με ρευστοποιήσεις. Υπενθυμίζεται ότι στην τελευταία έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΤτΕ προβλέπεται ότι από τα ανοίγματα που τιτλοποιήθηκαν θα εισπραχθεί κατά μέσο όρο το 72,7% των αρχικών ανοιγμάτων.
Το εν λόγω ποσοστό είσπραξης διαμορφώνεται με βάση τις προγραμματισμένες στρατηγικές για τη διαχείριση των ανοιγμάτων, με ποσοστό 58,6% από τη διενέργεια ρυθμίσεων, 35,6% από εισπράξεις που προέρχονται από ρευστοποιήσεις και την εύρεση συναινετικής λύσης και τέλος 5,5% από τις απλές εισπράξεις.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ωστόσο σημειώνει ότι: «Η πανδημία έχει περιπλέξει την ομαλή εκτέλεση των επιχειρηματικών σχεδίων για ορισμένα από τα τιτλοποιημένα χαρτοφυλάκια μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Το νέο εργαλείο εξωδικαστικής ρύθμισης αναμένεται επίσης να διευκολύνει τις προσπάθειες των servicers να επιτύχουν τους στόχους των business plans. Επιπλέον, προκειμένου να βελτιωθεί η δημιουργία ταμειακών ροών για ορισμένα από αυτά τα οχήματα, οι υπηρεσίες εξυπηρέτησης εξετάζουν το ενδεχόμενο στοχευμένων πωλήσεων χαρτοφυλακίων δανείων.
Η σταδιακή ανάπτυξη δευτερογενούς αγοράς για αυτά τα δάνεια αναμένεται να διευκολύνει την τραπεζική αναχρηματοδότηση των οφειλετών που θα υποστούν αναδιάρθρωση και θα επαναλειτουργήσουν, επιτρέποντάς τους ενδεχομένως υπό προϋποθέσεις να επανέλθουν στο χαρτοφυλάκιο δανείων των τραπεζών στο μέλλον».
Η Ουκρανία, ο «Ηρακλής» και τα νέα δάνεια
Περιορισμένη μεν η άμεση ή έμμεση έκθεση του ελληνικού τραπεζικού τομέα σε Ρώσους και Ουκρανούς κατοίκους, παρ' όλα αυτά κίνδυνοι υπάρχουν για την ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών που απορρέει από πιθανές δευτερογενείς επιπτώσεις στις οικονομικές προοπτικές και στο πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών που σχετίζεται με την «απρόκλητη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία», όπως τονίζεται στην 14η έκθεση.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τη δημιουργία νέων κόκκινων δανείων, τα πρώτα απτά αποτελέσματα μετά το τέλος αυτών των μέτρων στήριξης δεν θα είναι ορατά πριν από το τέλος του Ιουνίου του 2022.
Προς το παρόν οι τράπεζες αναφέρουν σταθερό και περιορισμένο βαθμό αθέτησης για τα δάνεια που εξέρχονται από τα moratoria και τα πρώτα στοιχεία δείχνουν παρόμοιο ποσοστό αθέτησης για τα δάνεια που εξέρχονται από τα προγράμματα «Γέφυρα» και κάπως υψηλότερο ποσοστό για όσους εξέρχονται από τα προϊόντα «step up» των τραπεζών. «Οι καθαρές εισροές μη εξυπηρετούμενων δανείων συνεχίστηκαν και στο δ’ τρίμηνο του 2021, για πέμπτο συνεχόμενο τρίμηνο, αν και με πιο περιορισμένο ρυθμό», σημειώνει η Eπιτροπή.
Οι τιτλοποιήσεις πάντως συνεχίζονται και τρεις ακόμα συναλλαγές από συστημικές τράπεζες βρίσκονται σε εξέλιξη και αναμένεται να ολοκληρωθούν εγκαίρως, ενώ στην αξιοποίηση του «Ηρακλή» προσβλέπουν και ακόμη δύο μικρότερες τράπεζες. Ωστόσο, το κόστος για τις τράπεζες, όπως τονίζεται, θα αυξηθεί, «λόγω των αυξανόμενων προμηθειών εγγύησης εξαιτίας των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία στα spreads swap».
Οι μελλοντικές προσπάθειες για τη μετατόπιση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων πιο κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ θα βασίζονται όλο και περισσότερο στην προσφορά νέων δανείων από τις τράπεζες, καθώς και στη διαχείριση δανείων και στην ικανότητά τους να προσφέρουν βιώσιμα μακροπρόθεσμες λύσεις. Ταυτόχρονα, η αποτελεσματική ανάκτηση εξασφαλίσεων θα είναι ζωτικής σημασίας όταν δεν είναι εφικτή η επιτυχής αναδιάρθρωση.
Από την άλλη πλευρά, οι προοπτικές για την πιστωτική επέκταση είναι «αβέβαιες», αν και τα σχέδια των τραπεζών για τις χορηγήσεις διατηρούν την... αισιοδοξία τους.
«Η επιθετικότητα του ρωσικού στρατού κατά της Ουκρανίας αυξάνει την αβεβαιότητα για τη ζήτηση δανείων για φέτος, αλλά οι τράπεζες πιστεύουν ότι δεν πρέπει να αλλάξουν ριζικά τα σχέδια πιστωτικής τους επέκτασης», τονίζει η ΕΕ.
Ειδικότερα, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των χρηματοδοτήσεων προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητος το 2021 (5,7%) σε σύγκριση με το 2020 (5,6%). Ωστόσο, η καθαρή δανειοδότηση προς τις επιχειρήσεις σημείωσε σταδιακή επιβράδυνση στο δεύτερο μισό του 2021, που συνεχίστηκε στις αρχές του 2022, με ετήσια αύξηση 3,4% τον Μάρτιο 2022, από 8,7% τον Μάρτιο του 2021.
Προβάδισμα, στο 4ο τρίμηνο του 2021 έχει η πιστωτική επέκταση προς τις μεγάλες εταιρείες, καθώς η πιστωτική επέκταση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ) φαίνεται να υστερεί. Η καθαρή πιστωτική επέκταση προς τα νοικοκυριά, ιδιαίτερα τα στεγαστικά δάνεια, παραμένει σταθερά αρνητική, παρά την αύξηση των ακαθάριστων ροών το 2021.
Το μέσο κόστος τραπεζικού δανεισμού προς τις επιχειρήσεις συνέχισε να κυμαίνεται σε ιστορικά χαμηλά και έχει μειωθεί στο 2,76% τον Φεβρουάριο του 2022, από 2,92% ένα χρόνο νωρίτερα, σημαντικά χαμηλότερο από το κόστος της πίστωσης για τις μη εταιρικές επιχειρήσεις (5,16%) και τα νοικοκυριά (4,88%).
Η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα παρέτεινε την προθεσμία για αιτήσεις του τρίτου μέρους του Εγγυοδοτικού, με αχρησιμοποίητο ακόμη προϋπολογισμό 150 εκατ. ευρώ, για παροχή δανείων για κεφάλαιο κίνησης προς τις ΜμΕ και θα δρομολογήσει νέα χρηματοδοτικά εργαλεία μέσα στο 2022 με ιδιαίτερη έμφαση στις ΜμΕ.
Αναφορικά με τις εκταμιεύσεις δανείων που συνδέονται με το RRF αναμένεται να ξεκινήσουν μετά τον Απρίλιο και να αυξηθούν ουσιαστικότερα το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Τέλος, η τρέχουσα αβεβαιότητα της αγοράς μπορεί να επηρεάσει τη στρατηγική των τραπεζών για επιπλέον εκδόσεις τίτλων ώστε να καλυφθεί η ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL), τόσο ως προς το χρονοδιάγραμμα όσο και προς των τύπο των μέσω που θα επιλεγούν, όπως εκτιμά η Επιτροπή.
Υπενθυμίζεται ότι βάσει των εποπτικών δεσμεύσεων οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να προχωρήσουν σε νέες εκδόσεις ύψους 12-15 δισ. ευρώ ως το 2025, ενώ υπάρχουν και ενδιάμεσες προθεσμίες. Ωστόσο στην παρούσα φάση το ύψος των επιτοκίων είναι μάλλον «απαγορευτικό» για νέες εκδόσεις. Σήμερα, senior εκδόσεις κινούνται μεταξύ 5%-7%.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!