Πληθώρα καταγγελιών από οφειλέτες που ήρθαν αντιμέτωποι με δέσμευση (αυθαίρετη ή μη) του τραπεζικού τους λογαριασμού για οφειλές προς το Δημόσιο δέχεται η Ένωση Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδας της ΓΣΕΕ.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΕΚΕ, «οι τράπεζες δείχνουν να αδιαφορούν για το αν ο λογαριασμός του οφειλέτη έχει δηλωθεί ακατάσχετος, ή λογαριασμός μισθοδοσίας ή σύνταξης, με αποτέλεσμα να δεσμεύουν ποσά ακόμα και κάτω από το ακατάσχετο όριο, ειδικά σε κοινούς λογαριασμούς όπου ο ένας από τους συνδικαιούχους είναι ο οφειλέτης. Στις εύλογες διαμαρτυρίες των καταναλωτών/οφειλετών απαντούν αόριστα, στέλνοντας το ζήτημα στις κεντρικές υπηρεσίες, όπου η εξυπηρέτηση είναι ελάχιστη.
Ο καταναλωτής πρέπει να γνωρίζει ότι άλλου είδους προστασία έχει από κατάσχεση του λογαριασμού λόγω οφειλών προς το Δημόσιο και άλλη λόγω οφειλών προς ιδιώτες/τράπεζες:
Στην πρώτη περίπτωση (οφειλές προς το Δημόσιο) εξαιρούνται της κατασχέσεως εις χείρας τρίτων, μεταξύ άλλων: Καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα σε ατομικό ή κοινό λογαριασμό είναι ακατάσχετες μέχρι του ποσού των χιλίων διακοσίων πενήντα (1.250) ευρώ μηνιαίως για κάθε φυσικό πρόσωπο και σε ένα μόνο πιστωτικό ίδρυμα. Για την εφαρμογή της ρύθμισης αυτής απαιτείται γνωστοποίηση από το φυσικό πρόσωπο ενός μοναδικού λογαριασμού, με υποβολή ηλεκτρονικής δήλωσης στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης. Εφ’ όσον υπάρχει λογαριασμός περιοδικής πίστωσης μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων, γνωστοποιείται, αποκλειστικά και μόνο, ο λογαριασμός αυτός.
Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε δέσμευση ποσού για ποσό που είναι χαμηλότερο του ορίου των 1.250 € από τις Τράπεζες, επί του δηλωθέντος ακατάσχετου λογαριασμού, δεν είναι σύννομη και πρέπει να καταγγέλλεται αμέσως.
Προσοχή όμως: Σε περίπτωση ύπαρξης κοινού λογαριασμού, το ακατάσχετο όριο των 1.250 € ισχύει για τον καθένα από τους συνδικαιούχους, μόνο αν και οι δύο έχουν δηλώσει τον ίδιο λογαριασμό ως ακατάσχετο. Ειδάλλως οι καταναλωτές κινδυνεύουν με κατάσχεση ποσών ακόμα και κάτω από το όριο, αφού ο νόμος λέει ότι το ποσό που υπάρχει στον κοινό τραπεζικό λογαριασμό ανήκει στους δικαιούχους κατά ίσα μέρη. Δηλαδή αν σε έναν λογαριασμό κατατίθεται το ποσό της σύνταξης π.χ. 1.000 ευρώ και ο συνδικαιούχος του ίδιου λογαριασμού είναι οφειλέτης του Δημοσίου, η Τράπεζα μπορεί να δεσμεύσει ποσό 500 €, δηλ. ποσό κάτω του ακατάσχετου ορίου.
Επίσης: αν καταβληθούν αναδρομικά ποσά (μισθών ή συντάξεων) οι τράπεζες δεν έχουν το δικαίωμα να θεωρήσουν το ποσό ως ένα ενιαίο σύνολο αλλά να το αναγάγουν σε μηνιαία βάση προκειμένου να διαπιστωθεί αν καλύπτεται το όριο του ακατάσχετου. Είναι παράνομες οι πρακτικές των τραπεζών που κατάσχουν συλλήβδην αναδρομικά ποσά χωρίς να διενεργούν το σχετικό έλεγχο για την αιτία προέλευσης του ποσού αυτού.
Στη δεύτερη περίπτωση (οφειλές προς ιδιώτες/τράπεζες) οι μισθοί, συντάξεις και ασφαλιστικές παροχές είναι ακατάσχετες για ολόκληρο το ποσό, χωρίς περιορισμό. Επίσης, με το άρθρ. 20 του Ν. 4161/2013, προβλέπεται ότι καταθέσεις έως 1.500 € σε ατομικό λογαριασμό και έως 2.000€ σε κοινό λογαριασμό είναι ακατάσχετες. ΠΡΟΣΟΧΗ: Για να προστατευθεί το ακατάσχετο όριο όμως (όταν ο λογαριασμός είναι μισθοδοσίας ή σύνταξης) πρέπει να δηλωθεί ως τέτοιος στο τραπεζικό ίδρυμα. Μ’ άλλα λόγια, ο ίδιος λογαριασμός πρέπει να δηλωθεί ως ακατάσχετος τόσο στην AAΔΕ όσο και στην τράπεζα (ότι δηλ. σε αυτόν κατατίθεται ο μισθός ή η σύνταξη), προκειμένου να ισχύει η προστασία.
Να σημειωθεί, ενώ για το δημόσιο, το ακατάσχετο ποσό των 1.250 € παραμένει ακόμα και στην περίπτωση που συσσωρευθούν μισθοί/συντάξεις περισσοτέρων μηνών, για τις ιδιωτικές/τραπεζικές οφειλές αυτό δεν ισχύει. Επομένως ο καταναλωτής/οφειλέτης πρέπει να αναλαμβάνει το αργότερο την ίδια ημέρα της κατάθεσης του μισθού/σύνταξης το ποσό, διότι από την επόμενη ημέρα αυτό χάνει την «ιδιότητά» του ως ακατάσχετο και μπορεί να κατασχεθεί».
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!