Η στήριξη της ανάκαμψης απαιτεί σημαντική εξειδίκευση των πιστωτικών κριτηρίων των τραπεζών, καθώς θα πρέπει να διευρυνθεί ο κύκλος των λεγόμενων αξιόχρεων μεσαίων και κυρίως μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αποτελούν τον κορμό της οικονομίας μας, δήλωσε ο υφυπουργός Οικονομικών, αρμόδιος για το Χρηματοπιστωτικό Σύστημα, Γιώργος Ζαββός, σε συνέντευξή του στην «Η».
Ο υφυπουργός σημειώνει ότι χάρη στον «Ηρακλή» το ποσοστό των κόκκινων δανείων θα μειωθεί σε κάποιες τράπεζες σε μονοψήφιο ποσοστό από φέτος.
Τόνισε, επίσης, ότι δεν νοείται πλέον ως σταθερό ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα, αν δεν εφαρμόζει τα κριτήρια ESG και δεν προσμετρά τους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή.
Ολόκληρη η συνέντευξη έχει ως εξής:
Εχοντας το βλέμμα στην επόμενη μέρα της κρίσης του Covid-19 και στην αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα βρίσκεται μπροστά σε νέες προκλήσεις και καλείται να εφαρμόσει επιτυχώς νέα μοντέλα δράσης που θα ενσωματώνουν τα κριτήρια της βιώσιμης ανάπτυξης. Την ανταπόκριση στην πρόκληση αυτή καθιστά εξαιρετικά επείγουσα η κλιματική αλλαγή που βιώνει δραματικά ο πλανήτης και εμείς πρόσφατα στη χώρα μας με τις καταστροφικές πυρκαγιές.
Κυρία Σπηλιώτη, από τις πρόσφατες και οδυνηρές εμπειρίες που είχαμε αντιλαμβανόμαστε ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης επέρχονται πλέον με καταιγιστικούς ρυθμούς. Νωρίτερα απ’ ό,τι ενδεχομένως πιστεύαμε, γι’ αυτό και καμία οικονομία και κοινωνία δεν έχει περιθώρια να αναβάλει την απαραίτητη δράση για την πρόληψη και ανάσχεση των δυσμενών επιπτώσεων. Το θέμα της βιώσιμης ανάπτυξης που ήταν ήδη κορυφαία κυβερνητική και εθνική προτεραιότητα γίνεται αξονικό στοιχείο κάθε πολιτικής και δράσης και είναι επείγοντος χαρακτήρα. Και είναι κάτι που φυσικά αφορά και τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Περί τα 12 δισ. ευρώ, από τα 31 δισ. ευρώ των συνολικών πόρων που θα εισρεύσουν από το Ταμείο Ανάκαμψης, θα δοθούν για την πράσινη ανάπτυξη
Αναφορικά με τη χώρα μας και λαμβάνοντας υπόψιν το Ταμείο Ανάκαμψης, η προσαρμογή των ελληνικών τραπεζών και των ελληνικών επιχειρήσεων στις απαιτήσεις του ESG, δηλαδή της πράσινης χρηματοδότησης, του κοινωνικού τους ρόλου και της εταιρικής διακυβέρνησης, είναι καταλυτικής σημασίας. Η έγκαιρη και έγκυρη προσαρμογή στις νέες συνθήκες αφορούν ουσιαστικά το νέο μοντέλο της ανάπτυξης που είναι υπόθεση επιβίωσης και προόδου. Θα κρίνουν την επιτυχή πρόσβαση τόσο στην Ευρωπαϊκή Χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης, όσο και στην πρόσβαση στις διεθνείς κεφαλαιαγορές και πιστεύω ότι θα αποτελέσουν καθοριστικό παράγοντα του κόστους άντλησης χρήματος τόσο για την ανάκαμψη όσο και για την ανάπτυξη.
Ωστόσο, αυτή τη στιγμή, έχουμε μια μοναδική ευκαιρία και δυνατότητα: ένα μεγάλο τμήμα, περί τα 12 δισ. ευρώ από τα 31 δισ. ευρώ των συνολικών πόρων που θα εισρεύσουν από το Ταμείο Ανάκαμψης, θα δοθεί για την πράσινη ανάπτυξη.
Η «πράσινη» ανάπτυξη δεν είναι πια μια αόριστη έννοια, αλλά προϋπόθεση επιβίωσης για τις κοινωνίες και τις οικονομίες. Ποιος θα είναι ο ρόλος των ελληνικών τραπεζών και της ελληνικής κεφαλαιαγοράς στην βιώσιμη, «πράσινη» ανάπτυξη και στον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας;
Η πρόκληση της βιώσιμης ανάπτυξης δεν είναι απλώς μια τεχνική παράμετρος κάποιου εγχειρήματος. Έχει μια καθοριστική δομική διάσταση γιατί αλλάζουν εκ βάθρων τα δεδομένα και οδεύουμε, τουλάχιστον στην Ευρώπη, σε ένα νέο υπόδειγμα κοινωνίας και οικονομίας που οριοθετείται σε μεγάλο βαθμό από τις πολιτικές επιλογές της ΕΕ για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης που παράλληλα προσφέρει την απαραίτητη χρηματοοικονομική στήριξη για την υλοποίηση των πολιτικών. Στο σκέλος της πράσινης ανάπτυξης και ιδιαίτερα της πράσινης χρηματοδότησης συντελούνται αυτή τη στιγμή σημαντικές διεργασίες σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, οι οποίες θα διαμορφώσουν το κανονιστικό πλαίσιο και τους κανόνες χρηματοδότησης μέσα στους οποίους θα κινηθεί και η Ελλάδα. Νέοι κανόνες εξειδικεύονται από την ΕΕ, καθώς αυτή βρίσκεται στην παγκόσμια πρωτοπορία της πράσινης χρηματοδότησης και φιλοδοξεί να είναι η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος μέχρι το 2050.
Αναφέρομαι συγκεκριμένα στους κανόνες τους οποίους καθορίζουν οι μεγάλες πολιτικές αποφάσεις της ΕΕ, στην ταξινόμηση του τι ορίζεται και συνιστά ή όχι βιώσιμη/πράσινη χρηματοδότηση, αλλά και σε όλη την αναγκαία θεσμική υποδομή που αφορά στις πράσινες παραμέτρους των ενημερωτικών δελτίων, την άντληση χρηματοδότησης μέσω των πράσινων ομολόγων, όσο και τους κανόνες διαφάνειας για τη διασφάλιση της αξιοπιστίας της αγοράς που θα αποκλείουν αποτελεσματικά «το πράσινο ξέπλυμα», δηλ. την καταδολίευση των όρων μίας «πράσινης» έκδοσης.
Ως Υπουργείο Οικονομικών συμμετέχουμε ενεργά και συν-διαμορφώνουμε με τους άλλους Ευρωπαίους εταίρους τα κριτήρια των «πράσινων» χρηματοδοτήσεων και επενδύσεων. Πρόκειται για κριτήρια που θα ενισχύουν την διαφάνεια και την αξιοπιστία της αγοράς των πράσινων χρηματοδοτήσεων και κυρίως των πράσινων ομολόγων. Εκτιμούμε ότι πρέπει από πρώιμο στάδιο να αποφευχθούν αστοχίες και «σημαίες ευκαιρίας» στην άντληση κεφαλαίων οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ατοπήματα και να θέσουν εν αμφιβόλω την αξιοπιστία που χτίζει καθημερινά η χώρα με τις μεταρρυθμίσεις στους τομείς των τραπεζών, της κεφαλαιαγοράς και της εταιρικής διακυβέρνησης.
Δεν νοείται βιώσιμη, πράσινη ανάπτυξη χωρίς ένα σταθερό χρηματοπιστωτικό σύστημα να την υποστηρίξει
Όλες αυτές οι κοσμογονικές αλλαγές που συντελούνται και θα μετασχηματίσουν την ελληνική οικονομία, προϋποθέτουν έναν υγιή και ισχυρό τραπεζικό τομέα και μια αξιόπιστη κεφαλαιαγορά που θα αποτελέσουν τους διαύλους για την ανακατεύθυνση των ιδιωτικών πόρων στις πράσινες χρηματοδοτήσεις και επενδύσεις. Γι’ αυτό και σταθερός στόχος μας είναι η εκπόνηση μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής πράσινης χρηματοδότησης, απαραίτητου στοιχείου για την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Θα έχετε παρατηρήσει τελευταία ότι τα πιο σημαντικά χρηματοπιστωτικά κέντρα της Ευρώπης έχουν αποδυθεί σε έναν φρενήρη ανταγωνισμό για το ποιο θα εδραιώσει την πρωτοκαθεδρία του ως κέντρου της πράσινης χρηματοδότησης της ΕΕ.
Δεν νοείται βιώσιμη, πράσινη ανάπτυξη χωρίς ένα σταθερό χρηματοπιστωτικό σύστημα να την υποστηρίξει. Όπως επίσης, δεν νοείται πλέον ως σταθερό ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα, αν δεν εφαρμόζει τα κριτήρια ESG και δεν προσμετρά τους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή, οι οποίοι μετουσιώνονται σε κινδύνους πολλαπλών τύπων και με μακράς διάρκειας επιπτώσεις για τη λειτουργία και την ευστάθεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Παραδείγματος χάριν, το δανειοδοτικό χαρτοφυλάκιο των τραπεζών πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα ακραία κλιματικά φαινόμενα όπως πυρκαγιές, πλημμύρες και ξηρασίες. Οι τράπεζες και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί είναι αναγκασμένοι να συμμορφωθούν με τα κριτήρια και τα πρότυπα που θέτουν οι ευρωπαϊκοί εποπτικοί μηχανισμοί. Θα πρέπει επομένως να προσαρμόσουν με ταχύτατους ρυθμούς το χρηματοοικονομικό τους μοντέλο στα νέα δεδομένα.
Βλέπουμε ότι και η ΕΚΤ έχει αναπτύξει σχετικές πρωτοβουλίες…
Βεβαίως. Η ΕΚΤ έχει ήδη σηματοδοτήσει και τα νέα τεστ αντοχής που θα αναγγείλει, τα οποία θα έχουν, πλην των οικονομικών, και σημαντικά κλιματικά κριτήρια. Σκεφθείτε επίσης πόσο σημαντικό θα είναι όταν θα αρχίσει να εφαρμόζεται ενεργά το πρόγραμμα αγοράς εταιρικών ομολόγων της ΕΚΤ το οποίο θα αναγκάζει τις εταιρίες να προσαρμόζουν τους στόχους τους στους ευρωπαϊκούς στόχους προς την κλιματική ουδετερότητα και στην ταξινομία γιατί διαφορετικά θα διατρέχουν τον κίνδυνο να αποκλειστούν από την χρηματοδότηση.
Αναφερθήκατε στα πράσινα ομόλογα. Τι ακριβώς φέρνουν για τους επενδυτές;
Η ΕΕ έχει ενεργοποιηθεί σημαντικά προς την δημιουργία πράσινων χρηματοδοτικών εργαλείων, ιδιαίτερα με την προετοιμασία του Κανονισμού για τα ευρωπαϊκά πράσινα ομόλογα (EGBR), πρόταση την οποία υιοθέτησε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Στόχος είναι η καλύτερη αξιοποίηση των δυνατοτήτων της ενιαίας αγοράς και της Ένωσης Κεφαλαιαγορών ώστε να συμβάλουν στην επίτευξη των κλιματικών και περιβαλλοντικών στόχων της Ένωσης, σύμφωνα με τη συμφωνία του Παρισιού του 2016 για την κλιματική αλλαγή και την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία.
Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία κατέστησε σαφές ότι απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις σε όλους τους τομείς της οικονομίας για τη μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία και την επίτευξη των στόχων της Ένωσης όσον αφορά την περιβαλλοντική βιωσιμότητα. Κατά την περίοδο 2021-2030, η επίτευξη των σημερινών στόχων της Ένωσης για το κλίμα και την ενέργεια το 2030 θα απαιτήσει επενδύσεις στο ενεργειακό σύστημα (εξαιρουμένων των μεταφορών) ύψους 336 δισ. ευρώ ετησίως (σε σταθερές τιμές του 2015), ποσό που ισοδυναμεί με το 2,3 % του ΑΕΠ. Σημαντικό μέρος αυτών των χρηματοοικονομικών ροών θα πρέπει να προέλθει από τον ιδιωτικό τομέα, πράγμα που σημαίνει ότι οι ροές ιδιωτικών κεφαλαίων θα πρέπει να κατευθυνθούν προς περισσότερο περιβαλλοντικά βιώσιμες επενδύσεις. Επίσης, θα πρέπει να διευκολυνθούν οι επενδυτές και οι επιχειρήσεις ούτως ώστε να εντοπίζουν περιβαλλοντικά βιώσιμες επενδύσεις και να διασφαλίζουν την αξιοπιστία τους.
Τα παραπάνω μπορούν να επιτευχθούν και με την ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού προτύπου πράσινων ομολόγων το οποίο θα διευκολύνει τις περιβαλλοντικά βιώσιμες επενδύσεις με τον πλέον κατάλληλο τρόπο.
Σημειώστε ότι αν και ο όγκος των πράσινων εκδόσεων ομολόγων έχει πενταπλασιαστεί από το 2015 μέχρι σήμερα, και πέρυσι περίπου το 50% των πράσινων εκδόσεων έγινε σε ευρώ, εντούτοις η έκδοση πράσινων ομολόγων παραμένει μικρό τμήμα της συνολικής έκδοσης ομολόγων, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 4 % της συνολικής έκδοσης εταιρικών ομολόγων κατά το 2020. Η περαιτέρω ανάπτυξη της αγοράς πράσινων ομολόγων υψηλής ποιότητας θα αποτελέσει πηγή σημαντικών πράσινων επενδύσεων, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτόν στην κάλυψη του επενδυτικού χάσματος της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Θα πρέπει να διευκολυνθούν οι επενδυτές και οι επιχειρήσεις ούτως ώστε να εντοπίζουν περιβαλλοντικά βιώσιμες επενδύσεις και να διασφαλίζουν την αξιοπιστία τους
Στο πλαίσιο αυτό, πέρα από τις εκδόσεις πράσινων ομολόγων από ελληνικές εταιρείες οι οποίες, όπως παρατηρείτε, αυξάνονται, η ελληνική κυβέρνηση έχει ξεκινήσει έρευνα για τη δημιουργία πλαισίου έκδοσης ελληνικών κρατικών χρεογράφων, τα έσοδα των οποίων θα χρησιμοποιηθούν για έργα, δράσεις και προγράμματα του Δημοσίου με αποκλειστικό προσανατολισμό στην πράσινη και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, η πρώτη έκδοση ενός τέτοιου κρατικού τίτλου μεσομακροχρόνιας διάρκειας θα αποτελέσει μέρος της εκδοτικής στρατηγικής του Δημοσίου για το επόμενο έτος.
Στα μέσα Ιουλίου ψηφίστηκε στη Βουλή η παράταση του προγράμματος «Ηρακλής» που θα επιτρέψει στις τράπεζες να επιταχύνουν την εξυγίανση των ισολογισμών τους. Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για το τραπεζικό σύστημα;
Ένα από τα σημαντικότερα αποτελέσματα της εμπροσθοβαρούς μεταρρύθμισης του Σχήματος «Ηρακλής», που μειώνει ριζικά τα κόκκινα δάνεια, είναι ότι λειτούργησε έγκαιρα και αποτελεσματικά ώστε σήμερα οι ελληνικές τράπεζες να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις νέες και τεράστιες προκλήσεις που αναδύονται πανευρωπαϊκά. Κυρίως έχουν την ικανότητα και την ετοιμότητα να αξιοποιήσουν τη μοναδική ευκαιρία του Ταμείου Ανάκαμψης για τη χώρα και να συμβάλουν στον αναγκαίο μετασχηματισμό του παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας, αλλά και του δικού τους μετασχηματισμού ώστε να καταστούν ανταγωνιστικές. Η προτεραιότητα της κυβέρνησης στην υλοποίηση του Σχεδίου «Ηρακλής», απέδωσε καρπούς, με μείωση του αποθέματος των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων των τεσσάρων συστημικών κατά περίπου 32 δις. ευρώ στην πρώτη περίοδο του «Ηρακλή», από τον Δεκέμβριο του 2019 μέχρι τον Απρίλιο του 2021. Με τον «Ηρακλή ΙΙ» (Απρίλιος 2021 – Οκτώβριος 2022) και τις μεγάλες τιτλοποιήσεις που προγραμματίζουν ή έχουν ήδη ξεκινήσει να μεταβιβάζουν οι τράπεζες, στόχος είναι η απομείωση άλλων περίπου 32 δις. ευρώ ΜΕΔ από τους ισολογισμούς των τραπεζών και η επίτευξη μονοψήφιων δεικτών ΜΕΑ/ΜΕΔ που θα συγκλίνουν με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο στο τέλος του 2022. Ο μονοψήφιος δείκτης ΜΕΑ/ΜΕΔ θα είναι πραγματικότητα για κάποιες τράπεζες ήδη από το τρέχον έτος.
Απελευθερώνοντας το τραπεζικό σύστημα από το «βαρίδι» των κόκκινων δανείων, ο «Ηρακλής» έκανε ξανά επενδύσιμες τις ελληνικές τράπεζες. Οι αγορές και οι επενδυτές τούς δίνουν ξανά ψήφο εμπιστοσύνης, ενώ η μείωση των ΜΕΔ αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση και για την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας και την κατάκτηση υψηλότερης επενδυτικής βαθμίδας.
Θέλω να σημειώσω ότι όλα όσα έχει καταφέρει ο «Ηρακλής» για τη μείωση των κόκκινων δανείων των τραπεζών γίνονται χωρίς κανένα κόστος για τον Έλληνα φορολογούμενο.
Ο «Ηρακλής» έκανε ξανά επενδύσιμες τις ελληνικές τράπεζες
Στόχος μας είναι τα κόκκινα δάνεια να βγουν από τους ισολογισμούς των τραπεζών και οι τράπεζες να απελευθερώσουν κεφάλαια που κρατούν δεσμευμένα σε προβλέψεις για ΜΕΔ και να επικεντρωθούν άμεσα στην παροχή σε νέων χρηματοδοτήσεων.
Πρόσφατα, υποβάλατε στους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς σχέδιο ρύθμισης και για την αντιμετώπιση του αναβαλλόμενου φόρου, λαμβάνοντας τη θετική γνωμοδότηση της ΕΚΤ και του SSM για τον φορολογικό χειρισμό του ζητήματος, προκειμένου οι ελληνικές τράπεζες να προχωρήσουν απρόσκοπτα στην εκκαθάριση των κόκκινων χαρτοφυλακίων τους μέσω των τιτλοποιήσεων του «Ηρακλή ΙΙ», χωρίς τον βραχνά της ενεργοποίησης του DTC. Τι προβλέπει η ρύθμιση;
Η ρύθμιση που προτείναμε στους Ευρωπαικούς Θεσμούς, έγινε αποδεκτή και στηρίχθηκε ενεργά και από την ΕΚΤ και τον SSM και είχε επίσης θετική αποδοχή από όλο το τραπεζικό σύστημα, όσο και από τους επενδυτές. Είναι ένα εξαιρετικά τεχνικό θέμα αλλά ζωτικής σημασίας για την ομαλή πορεία των τραπεζών μας.
Πιο συγκεκριμένα, ζητήσαμε και έγινε αποδεκτή τροποποίηση του άρθρου 27 του ελληνικού φορολογικού κώδικα (νόμος 4172/2013) σχετικά με τη μεταφορά ζημιών και αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (DTA) που προκύπτουν από διαφορές χρέωσης. Δηλαδή, παροχή στις τράπεζες της δυνατότητας μετακύλισης τυχόν μη συμψηφισθέντων ποσών χρεωστικής διαφοράς, λόγω μη επάρκειας φορολογικών κερδών σε μία χρήση, σε επόμενο φορολογικό έτος στο οποίο θα υπάρχει επάρκεια φορολογικών κερδών. Η μεταφορά αυτή θα μπορεί να γίνεται σε οποιαδήποτε φορολογική χρήση εντός της αντίστοιχης 20ετούς περιόδου απόσβεσης που προβλέπουν οι διατάξεις για την απόσβεση των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων των τραπεζών.
Απενεργοποιώντας τον κίνδυνο ενεργοποίησης του DTC, τι επιτυγχάνεται ευρύτερα για το τραπεζικό σύστημα;
Επιτυγχάνουμε να αρθεί ένα σημαντικό αντικίνητρο για την προσέλκυση νέων επενδυτικών κεφαλαίων στις τράπεζες, διότι οι επενδυτές δεν θα φοβούνται πλέον ότι υπάρχει το ενδεχόμενο να υποστούν απίσχναση/εξαΰλωση των κεφαλαίων τους (dilution) με αναγκαστική συμμετοχή του Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο, στην περίπτωση που μια τράπεζα καταγράψει ζημιές μία χρονιά.
Βασικός γνώμονας των πολιτικών που υλοποιεί η κυβέρνηση με τις εμπροσθοβαρείς μεταρρυθμίσεις της είναι να λύσουμε τα προβλήματα με την προσφυγή στις αγορές, δηλαδή με λεφτά των επενδυτών και όχι να επιβαρυνθεί ο Έλληνας φορολογούμενος
Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι αίρεται αυτό το αντικίνητρο που αποθάρρυνε ενδεχομένως και τους επενδυτές, και έτσι οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να αντλήσουν πολύ ευχερέστερα κεφάλαια από τις αγορές, εκμεταλλευόμενες την τεράστια ρευστότητα που αναζητεί επενδύσεις. Μπορούν έτσι να ενισχύσουν την κερδοφορία τους τα επόμενα (που ως προϋπόθεση αίρει από μόνη της τον κίνδυνο ενεργοποίησης του DTC), αλλά επίσης να αντικαταστήσουν τα χαμηλής ποιότητας εποπτικά κεφάλαια του αναβαλλόμενου φόρου, με νέα ποιοτικά κεφάλαια. Σε αυτή τη θετική προοπτική θα βοηθήσει και η βελτίωση του μακροοικονομικού κλίματος της χώρας και αυτήν και την προσεχή χρονιά.
Θα πρέπει να μην μας διαφεύγει ότι βασικός γνώμονας των πολιτικών που υλοποιεί η κυβέρνηση με τις εμπροσθοβαρείς μεταρρυθμίσεις της, όπως την μείωση των κόκκινων δανείων με τον «Ηρακλή» και την ευελιξία στον αναβαλλόμενο φόρο, είναι να λύσουμε τα προβλήματα με την προσφυγή στις αγορές, δηλαδή με λεφτά των επενδυτών και όχι να επιβαρυνθεί ο Έλληνας φορολογούμενος. Ακριβώς αυτήν την λύση ευνοούμε, ζητώντας ιδιαίτερα μετά από αυτήν την διευκόλυνση στις τράπεζες, να εντείνουν την προσπάθειές τους για οργανική κερδοφορία, κάτι που θα βελτιώσει σημαντικά και την ποιότητα των κεφαλαίων τους.
Μήπως έχει έρθει η ώρα οι ελληνικές τράπεζες να επιστρέψουν πίσω στους πολίτες, μέσω νέων χρηματοδοτήσεων, τη στήριξη που έχουν λάβει από το κράτος;
Αυτός είναι και ο στόχος της στήριξης με τα μέτρα που έχει λάβει στην κρίση η Κυβέρνηση για τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ώστε και οι δανειολήπτες να μπορέσουν να συνεχίσουν να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους. Έτσι έμμεσα στηρίζεται και ο τραπεζικός τομέας, αφού μειώνεται η πιθανότητα εξυπηρετούμενα δάνεια να γίνουν κόκκινα. Το ουσιώδες θέμα τώρα είναι το πώς θα «διαβιβασθεί» η αυξημένη ρευστότητα, κυρίως αυτή που προέρχεται από το Ταμείο Ανάκαμψης και που έχουν πλέον διαθέσιμη οι τράπεζες, προκειμένου να κατευθυνθεί σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Είναι το θέμα που απασχολεί συνολικά τις ευρωπαϊκές Αρχές αλλά και τα Κράτη - Μέλη και προς αυτή την κατεύθυνση εργαζόμαστε, με τις ελληνικές τράπεζες, για την εξεύρεση των πιο αποτελεσματικών λύσεων.
Είναι πια δουλειά των τραπεζών να αναμορφώσουν τα μοντέλα εκτίμησης των κινδύνων τους, να προχωρήσουν πιο τολμηρά στην ανάληψη χρηματοδοτικών ρίσκων
Η στήριξη της ανάκαμψης απαιτεί σημαντική εξειδίκευση των πιστωτικών κριτηρίων των τραπεζών, καθώς θα πρέπει να διευρυνθεί ο κύκλος των λεγόμενων αξιόχρεων μεσαίων και κυρίως μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αποτελούν τον κορμό της οικονομίας μας. Καμία επιχείρηση που έχει ρεαλιστικό επιχειρηματικό σχέδιο και βιώσιμες προοπτικές δεν πρέπει να μείνει αποκλεισμένη από την τραπεζική χρηματοδότηση. Μετά απ΄ όλα αυτά τα μέτρα και τις μεταρρυθμίσεις που έχει υλοποιήσει η Κυβέρνηση για να ενισχύσει της Τράπεζες, νομίζω ότι είναι πια δουλειά των τραπεζών να αναμορφώσουν τα μοντέλα εκτίμησης των κινδύνων τους, να προχωρήσουν πιο τολμηρά στην ανάληψη χρηματοδοτικών ρίσκων.
Επιπλέον, έχουμε θεσπίσει το πλαίσιο για τις μικροχρηματοδοτήσεις (ήδη στην ΤτΕ έχουν κατατεθεί και αξιολογούνται οι δύο πρώτες αιτήσεις από εταιρείες μικροχρηματοδοτήσεων), με στόχο να έχουν πρόσβαση σε δάνεια έως 25.000 ευρώ, κατηγορίες πολιτών που δεν έχουν πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό και συχνά πέφτουν θύματα κυκλωμάτων τοκογλυφίας.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!