Με ψυχραιμία παρακολουθεί το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα τις εξελίξεις στο μέτωπο του εμπορικού πολέμου, εν αναμονή μάλιστα της αντίδρασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην πολιτική δασμών του προέδρου Τραμπ, αλλά και τις «γραμμές άμυνας» που ετοιμάζει η κυβέρνηση για την θωράκιση της ελληνικής οικονομίας. Και φυσικά είναι νωρίς να εκτιμηθεί ποια γραμμή θα ακολουθήσει η ΕΚΤ στις 16-17 Απριλίου σε ό,τι αφορά την πορεία των επιτοκίων. Είναι δεδομένο πάντως ότι και τα τραπεζικά επιτελεία βρίσκονται σε αυξημένη ετοιμότητα.
Οι διεθνείς εξελίξεις συζητήθηκαν στην χθεσινή πρώτη συνάντηση που είχε ο υπουργός Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης με την Ελληνική Ένωση Τραπεζών, με τις δύο πλευρές να στέκονται στην ενισχυμένη ρευστότητα και το σημαντικά μειωμένο ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τη σταθερότητα του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, καθώς και την θετική επίδραση της επενδυτικής βαθμίδας στο τραπεζικό σύστημα. Συμφωνήθηκε ότι κοινός στόχος είναι αυτό το θετικό αποτύπωμα να διοχετευτεί στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, με βάση τον καταλυτικό ρόλο που επιτελούν διαχρονικά οι τράπεζες στην ελληνική οικονομία.
«Σε μια περίοδο αυξανόμενης αβεβαιότητας και διεθνών ανατροπών, το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι δυνατό και ικανό όχι μόνο να αντιμετωπίσει τις τυχόν δυσκολίες, αλλά και να σταθεί με σιγουριά δίπλα στους συναλλασσόμενους, είτε αυτοί είναι απλοί καταθέτες, είτε ελεύθεροι επαγγελματίες, είτε μια μικρή επιχείρηση», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών. Και σχολιάζοντας την έκθεση του ΔΝΤ για την Ελλάδα, σημείωσε ότι το Ταμείο επιβεβαιώνει τη θετική δυναμική της οικονομίας, ενώ καταγράφει και τη σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, με θετική επίπτωση στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα που ανακάμπτει ταχύτατα και ισχυροποιείται.
Ενίσχυση της ανθεκτικότητας των τραπεζών
Ειδικότερα, το εκτελεστικό συμβούλιο του ΔΝΤ, σχολιάζοντας τα ευρήματα της έκθεσης του άρθρου 4, σημειώνει ότι το τραπεζικό σύστημα έχει ενισχύσει περαιτέρω την ανθεκτικότητα του, βασιζόμενο στη βελτίωση των ισολογισμών του. Η ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων των συστηματικών τραπεζών έχει βελτιωθεί περαιτέρω, με τον δείκτη «κόκκινων» να μειώνεται περίπου στο 3%, ενώ η διατήρηση υψηλών κερδών σε συνδυασμό με τα κεφαλαιακά εργαλεία ενίσχυσε την κεφαλαιακή τους επάρκεια. Οι αξιωματούχοι του ΔΝΤ συνέστησαν τα σημερινά αυξημένα τραπεζικά κέρδη να χρησιμοποιηθούν κυρίως για την ενίσχυση των κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας και την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών, ενισχύοντας έτσι την ανθεκτικότητα των τραπεζών, ενώ η παρακολούθηση κινδύνων που συνδέονται με την πιστωτική έκθεση θα πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω.
«Συνεργαζόμαστε στενά με το Υπουργείο Οικονομικών διαχρονικά, σε σειρά θεμάτων που αφορούν καίριους τομείς της ελληνικής οικονομίας. Διατυπώσαμε συγκεκριμένες προτάσεις, που, ιδίως στο πλαίσιο του ψηφιακού μετασχηματισμού, θα βελτιώσουν σημαντικά τη λειτουργία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και της οικονομίας γενικότερα», δήλωσε ο πρόεδρος της ΕΕΤ, Γκίκας Χαρδούβελης, μετά τη συνάντηση στην οποία συμμετείχαν ο πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς, Γιώργος Χατζηνικολάου, οι CEO της Eurobank, Φωκίων Καραβίας, της Εθνικής, Παύλος Μυλωνάς, και της Alpha Bank, Βασίλης Ψάλτης, καθώς και τα στελέχη της ΕΕΤ, Χαρ. Απαλαγάκη και Βασίλης Παναγιωτίδης.
Ο ρόλος του προγράμματος «Ηρακλής»
Η διεθνής συγκυρία πάντως επαναβεβαιώνει την καταλυτική συμβολή του προγράμματος «Ηρακλής» στην εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών και την ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος, που εν μέσω διεθνών κρίσεων (πανδημία, πόλεμος Ουκρανίας) κατάφερε να επανέλθει στην ευρωπαϊκή κανονικότητα μετά από τη δεκαετή οικονομική κρίση.
«Χωρίς το πρόγραμμα ΗΡΑΚΛΗΣ, δεν θα μπορούσε να γίνει η εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία, τη δυνατότητά τους να προβούν σε πιστοδοτήσεις, την πιστοληπτική αναβάθμιση της χώρας», όπως υπογράμμισε ο Γιάννης Τσικριπής, Γενικός Διευθυντής Προληπτικής Εποπτείας και Εξυγίανσης της Τράπεζας της Ελλάδας, στο πλαίσιο της επεξεργασίας και εξέτασης του σχεδίου νόμου «Ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς και άλλες διατάξεις» στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, την περασμένη Παρασκευή.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού των Τραπεζών της ΕΚΤ (SSM), η Ελλάδα ήταν και το 2024 χώρα που δεν εμφάνισε νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, και το τραπεζικό της σύστημα «έδειξε εξαιρετική αντοχή, εξαιρετικά καλά στοιχεία ενεργητικού και εξαιρετικούς δείκτες», συγκρινόμενο με το υπόλοιπο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα. «Λόγος για τον οποίο είχε κατακτήσει μια από τις πρώτες διακρίσεις και στα stress test του 2023, και ελπίζουμε ότι το ίδιο θα γίνει και φέτος», όπως ανέφερε στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής η acting Γενική Διευθύντρια της Ένωσης, Χαρούλα Απαλαγάκη.
→ Διαβάστε επίσης: Εξωδικαστικός: Υπέρ της διεύρυνσης των κριτηρίων τράπεζες και servicers - Τι ζητούν οι πιστωτές
Οι έμμεσες επιπτώσεις και οι προκλήσεις
Σε κάθε περίπτωση, οι ανησυχίες, που είναι δεδομένες, δεν αφορούν τουλάχιστον στην παρούσα φάση άμεσες, όσο έμμεσες επιπτώσεις, καθώς οι ελληνικές τράπεζες έχουν χαμηλή έκθεση στις εξαγωγές και στη μεταποίηση των χωρών προς τις ΗΠΑ, όπως σημείωνε με έκθεση του τις προηγούμενες ημέρες ο οίκος Jefferies.
Ο επικείμενος παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος, όπως προειδοποιεί ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, σε συνέντευξη του στους Financial Times, ο αρνητικός αντίκτυπος στην ανάπτυξη της ευρωζώνης θα μπορούσε να είναι από 0,5 ως 1 ποσοστιαία μονάδα. Ενώ σήμερα, στο πλαίσιο της Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης της ΤτΕ, αναμένεται να υπογραμμίσει την καλή κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι ελληνικές τράπεζες, συστήνοντας επαγρύπνηση, καθώς οι προκλήσεις είναι «μπροστά».