Οι ελληνικές τράπεζες θα μπορούσαν να επισπεύσουν την απόσβεση του αναβαλλόμενου φόρου (DTCs), ώστε να βελτιωθεί ταχύτερα η ποιότητα των κεφαλαίων τους, αναφέρει έκθεση του ΚΕΠΕ.
«Το προτεινόμενο από τις ελληνικές συστημικές τράπεζες («BIG4») σχέδιο είναι, από τη μία πλευρά, προς τη σωστή κατεύθυνση και αμβλύνει το χρονίζον πρόβλημα του αναβαλλόμενου φόρου.
Από την άλλη όμως, μέσα από μία πιο θαρραλέα αντιμετώπιση των DTCs, το πρόβλημα του αναβαλλόμενου φόρου θα αντιμετωπιζόταν πιο δραστικά και θα βελτιώνονταν ποιοτικώς ταχύτερα οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών συστημικών τραπεζών», αναφέρει σε ανάλυσή του.
«Πιο συγκεκριμένα, έχοντας κατά νου τη βιώσιμη συνύπαρξη των Ελλήνων καταναλωτών και εγχώριων επιχειρήσεων, του τραπεζικού συστήματος και της οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας, οι BIG4 θα μπορούσαν να βελτιώσουν το πλάνο για μια επιταχυνόμενη απόσβεση των DTCs, ιδίως εάν οι οικονομικές εξελίξεις και διεθνείς συγκυρίες -με δεδομένο τον χαμηλό ανταγωνισμό και την υψηλή συγκέντρωση εγχώρια (βλ. bankflation, πληθωρισμό της «τραπεζικής απληστίας»)- συμβάλλουν σε συνέχιση της υψηλής κερδοφορίας των ελληνικών τραπεζών τα επόμενα έτη, περιορίζοντας παράλληλα τον «ομφάλιο λώρο» κράτους-τραπεζών», σημειώνει.
Μία έκτακτη εισφορά θα ήταν αναποτελεσματική
Το ΚΕΠΕ αναφέρει επίσης ότι η επιβολή έκτακτης εισφοράς στα τραπεζικά κέρδη δεν θα έλυνε το πρόβλημα της μεγάλης ψαλίδας μεταξύ των επιτοκίων δανείων και καταθέσεων και θα ήταν προτιμότερο να γίνει μία επιπλέον απόσβεση του αναβαλλόμενου φόρου.
«Αντί για μία έκτακτη εισφορά, προτιμότερη θα ήταν η διενέργεια επιπλέον απόσβεσης των DTCs το 2024:Q2 με βάση τα κέρδη της περιόδου 2022:Q1-2024:Q2, έτσι ώστε να ενισχυθούν ποιοτικά οι τραπεζικοί δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας μέσω της μείωσης του αποθέματος των DTCs».
Αναφέρει ότι χρειάζεται ισορροπία μεταξύ απόσβεσης DTCs και πληρωμής γαλαντόμων μερισμάτων, «έτσι ώστε να θωρακιστούν όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται οι ελληνικές τράπεζες εν μέσω αναταραχών των τεκτονικών πλακών στο παγκόσμιο γεωπολιτικό στερέωμα».