Το εγχώριο τραπεζικό σύστημα εισέρχεται στο 2025 με νέα δεδομένα και τα κατάλοιπα της δεκαετούς οικονομικής κρίσης πίσω του, αλλά και με μεγαλύτερες προσδοκίες για τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας - νοικοκυριών και επιχειρήσεων, καλύτερη εξυπηρέτηση, μεγαλύτερη εξωστρέφεια και ανταγωνισμό που θα ενισχυθεί από τον 5ο τραπεζικό πυλώνα, ο οποίος δημιουργήθηκε από την ενοποίηση Attica Bank – Παγκρήτιας.
Το 2024 αποτέλεσε ορόσημο για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, καθώς μετά από μια δεκαπενταετία οι μέτοχοι είδαν και πάλι μερίσματα, η μείωση των «κόκκινων» δανείων συνεχίστηκε, Eurobank, Alpha Bank, Πειραιώς ιδιωτικοποιήθηκαν πλήρως και στην Εθνική Τράπεζα το δημόσιο κατέχει πλέον μόλις 8,39% από 40% πριν από την έναρξη του προγράμματος αποεπένδυσης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο αποτελεί πλέον παρελθόν, 14 χρόνια μετά την ίδρυσή του.
Τι έχει αλλάξει
Το τέλος του ΤΧΣ, η απόφαση των ελληνικών τραπεζών να αποσβέσουν 8 χρόνια νωρίτερα την αναβαλλόμενη φορολογία (DTC), αλλά και η αντιστροφή του hive down (εταιρικός μετασχηματισμός με απόσχιση του κλάδου των τραπεζικών εργασιών σε επίπεδο ομίλου και μεταβίβαση αυτών σε νέο υπό ίδρυση πιστωτικό ίδρυμα), στο οποίο είχαν προχωρήσει Eurobank, Alpha Bank και Πειραιώς (αναμένεται να το ανακοινώσει), το 2020, ώστε να μην επιβαρυνθούν από τις ζημιές της εξυγίανσης των «κόκκινων» δανείων, «κλείνουν» το κεφάλαιο της οικονομικής κρίσης. Υπενθυμίζεται ότι μόνο η Εθνική δεν προχώρησε σε hive down.
Οι ελληνικές τράπεζες, έχοντας πετύχει τους ενδιάμεσους ή και τους τελικούς στόχους για τα MREL (Ελάχιστες Απαιτήσεις Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων), δηλαδή τα «μαξιλάρια ασφαλείας» που ζητά ο επόπτης, προχωρώντας στην ταχύτερη απόσβεση – με δική τους πρωτοβουλία – του DTC, έχοντας υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και δείκτες μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, έρχονται πιο κοντά στον στόχο για διανομή μερίσματος στο 50% των κερδών τους (συνδυαστικά με επαναγορά μετοχών), εδραιώνοντας την επιστροφή τους στην ευρωπαϊκή κανονικότητα, σε μια περίοδο αβεβαιοτήτων και κινδύνων για την ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία.
Stress test
Για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, φέτος είναι χρονιά stress test (άσκηση ακραίων καταστάσεων), το οποίο θα ξεκινήσει στο δεύτερο μισό του Ιανουαρίου, μετά τη δημοσίευση των μακροοικονομικών σεναρίων και αφού θα έχουν δημοσιευθεί τα μακροοικονομικά σενάρια και τα αποτελέσματα, βάσει χρονοδιαγράμματος, θα δημοσιευθούν στις αρχές Αυγούστου 2025.
Ειδικότερα, η πρώτη υποβολή των αποτελεσμάτων στην Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή θα γίνει στο τέλος Απριλίου του 2025, η δεύτερη υποβολή στις αρχές Ιουνίου και η τελική υποβολή στις αρχές Ιουλίου 2025, ώστε ένα μήνα μετά να δημοσιευθούν τα αποτελέσματα.
Ο στόχος του τεστ ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ είναι να αξιολογήσει την ανθεκτικότητα των τραπεζών της ΕΕ σε ένα κοινό σύνολο δυσμενών οικονομικών εξελίξεων, να εντοπίσει πιθανούς κινδύνους, να ενημερώσει τις εποπτικές αποφάσεις και να αυξήσει την πειθαρχία της αγοράς.
→ Διαβάστε επίσης: Ευρωπαϊκές Τράπεζες: Η καλύτερη χρονιά από το 2010
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ, που θα «τρέξει» με στοιχεία 31/12/2024, διενεργείται σε δείγμα τραπεζών που καλύπτουν, σε γενικές γραμμές, το 75% του τραπεζικού τομέα στη ζώνη του ευρώ, κάθε κράτος-μέλος της ΕΕ εκτός ζώνης του ευρώ και τη Νορβηγία, όπως εκφράζεται σε όρους συνολικών ενοποιημένων περιουσιακών στοιχείων ως του τέλους 2023. Για να συμπεριληφθούν στο δείγμα, οι τράπεζες πρέπει να διαθέτουν τουλάχιστον 30 δισ. ευρώ. Παρά το ελάχιστο όριο, οι αρμόδιες αρχές θα μπορούσαν, κατά την κρίση τους, να ζητήσουν να συμπεριλάβουν επιπλέον ιδρύματα στη δικαιοδοσία τους.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, στο δείγμα της άσκησης δεν περιλαμβάνεται η Eurobank λόγω σημαντικής εξαγοράς (σ.σ. Ελληνική Τράπεζα Κύπρου) και αναμένεται, στο τέλος του 2025, να έχει προχωρήσει και η συγχώνευση Eurobank Cyprus – Ελληνικής. Έτσι, στο δείγμα της άσκησης περιλαμβάνονται η Εθνική Τράπεζα, η Τράπεζα Πειραιώς και η Alpha Bank.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!