«Καμπανάκι» για αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ως συνέπεια της πανδημικής κρίσης που βιώνουμε, χτυπά σε υψηλούς τόνους η Τράπεζα της Ελλάδος στην Ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα, επαναφέροντας σε πιο συγκεκριμένους όρους το σχέδιο για σύσταση Εταιρείας Διαχείρισης Ενεργητικού, γνωστής ως «bad bank».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας για το πρώτο εννεάμηνο του έτους, τα NPEs ανήλθαν σε 58,7 δισ. ευρώ, με τον αντίστοιχο δείκτη να παραμένει αρκετά υψηλά σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη, στο 35,8%. Στην Έκθεση, όμως, προδιαγράφεται για πρώτη φορά ένα ζοφερό τοπίο ως προς τις νέες επισφάλειες που θα δημιουργήσει η πανδημία, καθώς η εν λόγω εικόνα δεν είναι η πραγματική, υπό την έννοια ότι από τον περασμένο Απρίλιο μεγάλο ποσοστό των δανείων υπάγονται σε μορατόρια, γεγονός που καθυστερεί το «κοκκίνισμά» τους.
Επιπλέον, τονίζει η ΤτΕ, ανεξάρτητα από τις οφειλές στις τράπεζες, το μη εξυπηρετούμενο ιδιωτικό χρέος παραμένει πολύ υψηλό, ανεξαρτήτως αν τα ΜΕΔ των τραπεζών έχουν μειωθεί λόγω των μεταβιβάσεων σε φορείς εκτός τραπεζικού συστήματος. Στο ζήτημα αυτό, η κεντρική τράπεζα αποτιμά θετικά τη θέσπιση του νέου πλαισίου για το πτωχευτικό δίκαιο, καθώς και τις τιτλοποιήσεις που έχουν υλοποιηθεί τους τελευταίους μήνες –και βρίσκονται σε εξέλιξη ορισμένες εξ αυτών– μέσω του μηχανισμού «Ηρακλής».
Δεδομένης, όμως της «νέας εισροής NPEs λόγω της πανδημίας, είναι απαραίτητο να εφαρμοστούν και άλλες λύσεις, συμπληρωματικές του “Ηρακλή”», σημειώνεται στην έκθεση. Τη λύση στο ζήτημα αυτό θα δώσει, σύμφωνα με την ΤτΕ, η δημιουργία εταιρίας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού (Asset Management Company – AMC) και ως προς την πρόταση αυτή η νέα έκθεση περιλαμβάνει το πλαίσιο και τους βασικούς άξονες.
Συγκεκριμένα, η εν λόγω λύση:
- Δίνει τη δυνατότητα για μεταφορά όλου του αποθέματος NPEs και όλων των «κόκκινων» κορωνο-δανείων στην bad bank.
- Αξιοποιεί τις υφιστάμενες υποδομές των τραπεζών και τη συμμετοχή τρίτων μερών στους τομείς διαχείρισης των NPEs, δεδομένου ότι προβλέπει τη μεταφορά των υφιστάμενων σχέσεων παράλληλα με το απόθεμα NPEs στην bad bank.
- Επιτρέπει την τιτλοποίηση απαιτήσεων αμιγώς με όρους αγοράς με τη διάθεση του μεγαλύτερου τμήματος των υπό έκδοση τίτλων σε επενδυτές, επιταχύνοντας την εξυγίανση των τραπεζών.
- Διαφοροποιεί τις πηγές εσόδων της αποζημίωσης που λαμβάνει το Ελληνικό Δημόσιο σε αντιστάθμιση για τη χορήγηση εγγύησης. Αυτό μπορεί να γίνει με τη μορφή φορολογικών εσόδων που θα συναρτώνται με το ύψος της ονομαστικής αξίας των υπό μεταφορά NPEs, καθώς και σε ταμειακή μορφή μέσω ενός σταθερού επιτοκιακού εσόδου υπολογισμένου επί του ποσού της ονομαστικής εγγύησης και, τέλος, ως τίτλοι που θα προκύψουν από τις τιλοποιήσεις.
- Δεν θα επιβαρύνεται ο φορολογούμενος, καθώς οι ενδεχόμενες ζημίες που απορρέουν από το υφιστάμενο απόθεμα NPEs θα καταλογίζονται στις τράπεζες και θα καλύπτονται αποκλειστικά από αυτές.
- Από τα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών θα «καίγεται» μόνο το DTC –με την ενεργοποίηση μηχανισμού συμψηφισμού με ενδεχόμενες ζημίες– και όχι το τμήμα των λοιπών στοιχείων του δείκτη CET1.
- Επιμερίζει το κόστος εξυγίανσης σε πέντε έτη, ώστε υπάρχει ο χρόνος για τις τράπεζες να καταρτίσουν έναν οδικό χάρτη επαναφοράς σε διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και συνεπώς και λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος.
- Απελευθερώνει χρηματοδοτικούς και φυσικούς πόρους, είτε αυτοί σχετίζονται με εμπράγματες εξασφαλίσεις, που θα αξιοποιηθούν από βιώσιμες οικονομικές μονάδες, είτε μέσω της αναδιανομής πόρων από τον τραπεζικό τομέα στο πλαίσιο της ενίσχυσης των αναπτυξιακών τάσεων της πραγματικής οικονομίας.
Τέλος, η ΤτΕ επισημαίνει ότι η πρόταση για bad bank δεν αποσκοπεί απλώς στην εξυγίανση των τραπεζών, αλλά ταυτόχρονα σε εκτέλεση συναλλαγών σε όρους αγοράς, με τη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!