Μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου μπορούν να υποβάλουν τις χωριστές φορολογικές δηλώσεις οι έγγαμοι φορολογούμενοι. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να δηλώσουν το σχετικό αίτημα στην ηλεκτρονική πλατφόρμα της ΑΑΔΕ. Στην κοινή φορολογική δήλωση, δίνεται η δυνατότητα μεταξύ των συζύγων να καλύψει ο ένας τα τεκμήρια του άλλου, ενώ στις χωριστές δηλώσεις φορολογίας συζύγων δεν υφίσταται η έννοια του οικογενειακού εισοδήματος για την κάλυψη των επιμέρους τεκμηρίων καθενός εκ των συζύγων, καθώς τα τεκμήρια διαβίωσης και απόκτησης βαρύνουν τον κάθε σύζυγο ατομικά.
Πιο συγκεκριμένα, σε περίπτωση που οι σύζυγοι, επιλέγουν την ξεχωριστή υποβολή φορολογικών δηλώσεων, για την κάλυψη τεκμηρίων ή τον περιορισμό της διαφοράς των, δεν λαμβάνονται υπόψη τα εισοδήματα του άλλου συζύγου.
Τα τεκμήρια καλύπτονται από το ατομικό εισόδημα του καθενός και όχι από το οικογενειακό εισόδημα που δηλώνουν αθροιστικά. Σε περίπτωση ανάλωσης κεφαλαίου προηγούμενων ετών, την οποία μπορούν να επικαλεστούν για να αποφύγουν να πληρώσουν φόρο όσοι δηλώνουν μειωμένα εισοδήματα έναντι των τεκμηρίων, λαμβάνεται υπόψη το «περίσσευμα» που προκύπτει από τα ατομικά αναγραφόμενα στις δηλώσεις χρηματικά ποσά (όπως αυτά δηλώνονται από τον κάθε σύζυγο χωριστά).
Τι γίνεται με τα παιδιά
Αν στην οικογένεια υπάρχουν εξαρτώμενα τέκνα τα οποία προέρχονται από κοινό γάμο ή αναγνωρισμένα τέκνα, θα δηλωθούν ως εξαρτώμενα μέλη και από τους δύο συζύγους, και όχι από μόνο τον έναν σύζυγο.
Αν υπάρχει ανήλικο τέκνo στην οικογένεια, που προέρχεται από τον κοινό γάμο, και έχει εισπράξει εισόδημα μέσα στο έτος 2020, δίχως το τέκνο, να έχει υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης, τότε το εισόδημα αυτό θα δηλωθεί και θα φορολογηθεί μόνο από τον γονέα που έχει το μεγαλύτερο εισόδημα.
Στο ερώτημα εάν συμφέρει ή όχι, φοροτεχνικοί αναφέρουν ότι δεν υπάρχουν ιδιαίτερες διαφοροποιήσεις σχετικά με την κοινή ή μη δήλωση των συζύγων. Αυτό προκύπτει κυρίως από το ότι ακόμα και στην υποβολή κοινής δήλωσης ο φόρος βεβαιώνεται ξεχωριστά, δεν πραγματοποιείται πλέον συμψηφισμός μεταξύ των ποσών που προκύπτουν σε κάθε σύζυγο και σε περίπτωση επιστροφής φόρου αυτός πιστώνεται στο λογαριασμό του κάθε δικαιούχου σε καμία από τις δύο περιπτώσεις δεν επηρεάζονται ούτε τα επιδόματα ούτε τα εξαρτώμενα τέκνα.
Διαφοροποιείται ωστόσο ο τρόπος υπολογισμού των τεκμηρίων και η επίκληση διαθέσιμων εισοδημάτων για την κάλυψη αυτών.Άρα θεωρείται από ορισμένες πλευρές ως πιο ορθό αφού κάθε περίπτωση μπορεί να εξετάζεται ξεχωριστά, διότι ενδέχεται να υπάρχουν σημαντικά οφέλη από την υποβολή χωριστής δήλωσης. Βέβαια ο σύζυγος του οποίου το τεκμαρτό εισόδημα θα είναι μεγαλύτερο του δηλωθέντος θα κληθεί να καταβάλει σημαντικού ύψους φόρο εισοδήματος.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!