Τις επενδύσεις που οφείλει να κάνει ένας φορολογούμενος που μεταφέρει τη φορολογική του έδρα στην Ελλάδα και τον χρόνο διατήρησης τους στη χώρα μας, προκειμένου να τύχει ευνοϊκής φορολόγησης του παγκόσμιου εισοδήματος του, αποσαφηνίζει υπουργική απόφαση, που υπογράφει ο υφυπουργός Οικονομικών Απόστολος Βεσυρόπουλος.
Πρόκειται για τον θεσμό του «διαμένοντος μη κατοίκου» (Non-Dom), την προσέλκυση αλλοδαπών φορολογικών κατοίκων, οι οποίοι πραγματοποιούν σημαντικές επενδύσεις στην Ελλάδα επωφελούμενοι από εναλλακτικό καθεστώς φορολόγησης του παγκόσμιου εισοδήματός τους. Σημειώνεται ότι με το συγκεκριμένο κίνητρο όποιος μεταφέρει τη φορολογική του κατοικία στην Ελλάδα καταβάλλει ετήσιο φόρο ύψους 100.000 ευρώ για το εισόδημα που αποκτά στο εξωτερικό ενώ υποχρεώνεται να πραγματοποιήσει στην Ελλάδα επενδύσεις ύψους τουλάχιστον 500.000 ευρώ.
Όπως εκτιμάται η προσέλκυση τέτοιων φορολογικών κατοίκων θα φέρει έσοδα που θα είναι προσθετικά των υπαρχόντων, γιατί χωρίς τα κίνητρα αυτά δεν θα υπήρχαν οι συγκεκριμένοι φορολογικοί κάτοικοι και οι όποιες ωφέλειες εξ αυτών.
Με τα κίνητρα αυτά θα επιτευχθεί εισαγωγή κεφαλαίων στην Ελλάδα ή η δημιουργία επενδυτικών μονάδων ή η συμμετοχή σε επενδυτικά σχήματα ή σε εταιρείες. Ακόμα θα εισαχθούν κεφάλαια για αγορές ακινήτων.
Με την απόφαση καθορίζονται οι επιλέξιμες κατηγορίες επενδύσεων, ο απαιτούμενος χρόνος διατήρησής τους στην Ελλάδα, η διαδικασία απόδειξης της επένδυσης, και η παρακολούθηση της διατήρησής της .Βασική προϋπόθεση για την υπαγωγή στις ευνοικές διατάξεις, φορολογούμενου που μεταφέρει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα είναι να αποδεικνύει ότι, o ίδιος ή συγγενικό του πρόσωπο, μέσω νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας στο οποίο ή στην οποία, αντίστοιχα, έχει την πλειοψηφία των μετοχών ή μεριδίων, πραγματοποιεί τρεις κατ’ανώτατο όριο διακριτές επενδύσεις, συνολικού ποσού που δεν μπορεί να είναι μικρότερο των πεντακοσίων χιλιάδων 500.000 ευρώ στις εξής κατηγορίες:
α. Απόκτηση ακίνητης περιουσίας στην Ελλάδα
Επιλέξιμη επένδυση είναι η αγορά ακίνητης περιουσίας (κτίσματα, οικόπεδα, γήπεδα) στην Ελλάδα, ή/και η ανέγερση ακινήτου στην Ελλάδα.
α.1 Στην επένδυση αγοράς ακινήτου, ως αποδεκτό ποσό της επένδυσης, καθορίζεται το μικρότερο ποσό μεταξύ της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου κατά τον χρόνο αγοράς, προσαυξημένης κατά 10%, και της αξίας αγοράς βάσει του οικείου συμβολαίου. Σε περίπτωση που για το ακίνητο δεν προσδιορίζεται αντικειμενική αξία ή ο φορολογούμενος επιθυμεί να τεκμηριώσει ποσό επένδυσης μεγαλύτερο του προσδιοριζόμενου βάσει της αντικειμενικής αξίας προσαυξημένης κατά 10% και μέχρι της αξίας αγοράς βάσει του οικείου συμβολαίου, για τον καθορισμό του αποδεκτού ύψους της επένδυσης υποβάλλεται από τον αιτούντα έκθεση αποτίμησης κατ’ αναλογική εφαρμογή για την αποτίμηση των εισφορών σε είδος. Η έκθεση πρέπει να είναι πρόσφατη και πάντως όχι προγενέστερη του εξαμήνου από την ημερομηνία της πράξης αγοράς του ακινήτου ή της ημερομηνίας της αίτησης υπαγωγής, σε περίπτωση που κατά τον χρόνο αυτό η αγορά δεν έχει πραγματοποιηθεί και η υποδεικνυόμενη σε αυτή τελική αξία να είναι τουλάχιστον ίση με το προς τεκμηρίωση ποσό επένδυσης.
α.2 Στην επένδυση ανέγερσης ακινήτου, για τον καθορισμό του ποσού της επένδυσης, ο φορολογούμενος προσκομίζει έκθεση αποτίμησης για την αποτίμηση των εισφορών σε είδος, η οποία περιλαμβάνει περιγραφή της επένδυσης, πιστοποίηση της ολοκλήρωσής της και το ύψος των σχετικών δαπανών βάσει παραστατικών καθώς και εγγραφών στο βιβλία εάν ο φορέας υλοποίησης είναι επιχείρηση, και στην οποία εκφέρεται άποψη για το εύλογο αυτών.
β. Αγορά υφιστάμενων ή δημιουργία νέων πάγιων εγκαταστάσεων στην Ελλάδα για άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω ατομικής επιχείρησης
Επιλέξιμη επένδυση είναι η αγορά υφιστάμενων πάγιων εγκαταστάσεων στην Ελλάδα που περιλαμβάνουν ακίνητα (κτίσματα, οικόπεδα, γήπεδα) ή/και εξοπλισμό, με την επιφύλαξη της παρ. 2, καθώς και η δημιουργία νέων πάγιων εγκαταστάσεων σε ακίνητα ή/και εξοπλισμό προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω ατομικής επιχείρησης.
β.1 Στην επένδυση αγοράς υφιστάμενων παγίων ως αποδεκτό ύψος επένδυσης, όσον αφορά τα ακίνητα καθορίζεται, το μικρότερο ποσό μεταξύ της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου κατά το χρόνο αγοράς, προσαυξημένης κατά 10%, και της αξίας αγοράς βάσει του οικείου συμβολαίου. Σε περίπτωση που στην επένδυση περιλαμβάνεται υφιστάμενος εξοπλισμός ή/και ακίνητο για το οποίο δεν προσδιορίζεται αντικειμενική αξία ή ο φορολογούμενος επιθυμεί να τεκμηριώσει για το ακίνητο ποσό επένδυσης μεγαλύτερο του προσδιοριζόμενου βάσει της αντικειμενικής αξίας προσαυξημένης κατά 10% και μέχρι της αξίας αγοράς βάσει του οικείου συμβολαίου, για τον καθορισμό του αποδεκτού ύψους της υποβάλλεται από τον αιτούντα κατά περίπτωση έκθεση αποτίμησης για την αποτίμηση των εισφορών σε είδος.
β.2 Στην επένδυση δημιουργίας νέων εγκαταστάσεων σε ακίνητα ή/και εξοπλισμό, για τον καθορισμό του ποσού της επένδυσης ο φορολογούμενος προσκομίζει έκθεση αποτίμησης για την αποτίμηση των εισφορών σε είδος, η οποία περιλαμβάνει περιγραφή της επένδυσης, πιστοποίηση της ολοκλήρωσης και έναρξης λειτουργίας, το ύψος των σχετικών δαπανών βάσει παραστατικών και εγγραφών στα βιβλία της επιχείρησης, και στην οποία εκφέρεται άποψη για το εύλογο αυτών.
γ. Απόκτηση τίτλων συμμετοχής σε εταιρεία, μη εισηγμένων σε ρυθμιζόμενη αγορά
Επιλέξιμη επένδυση για τους σκοπούς υπαγωγής είναι η αγορά τίτλων συμμετοχής, σε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, και ειδικότερα η αγορά μετοχών εδρεύουσας στην Ελλάδα Ανώνυμης Εταιρείας, μη εισηγμένης σε ρυθμιζόμενη αγορά, ή μεριδίων σε εδρεύουσα στην Ελλάδα Ομόρρυθμη Εταιρεία ή Ετερόρρυθμη Εταιρεία ή Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης ή Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία. Η επένδυση δύναται να αφορά είτε απόκτηση νέων τίτλων με συμμετοχή σε αύξηση κεφαλαίου της εταιρείας (αύξηση μετοχικού/εταιρικού κεφαλαίου) είτε την αγορά υφιστάμενων τίτλων (μετοχών ή μεριδίων) από μετόχους ή εταίρους, ανάλογα με την περίπτωση, με την επιφύλαξη της παρ. 2. Η εταιρεία στην οποία αποκτώνται οι τίτλοι πρέπει να αναπτύσσει επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα που θα τεκμηριώνεται βάσει των οικονομικών στοιχείων και του απασχολούμενου προσωπικού.
γ.1 Στην επένδυση απόκτησης νέων τίτλων, το ποσό της επένδυσης ισούται με το συνολικό εισφερόμενο ποσό για τη συμμετοχή στην αύξηση του κεφαλαίου της εταιρείας (ονομαστική αξία τίτλων και τυχόν διαφορά
υπέρ το άρτιο).
γ.2 Στην επένδυση αγοράς υφιστάμενων τίτλων, το αποδεκτό ύψος επένδυσης καθορίζεται ως το μικρότερο ποσό μεταξύ της καθαρής θέσης της εταιρείας που αναλογεί στους μεταβιβαζόμενους τίτλους, όπως πιστοποιείται από έκθεση ορκωτού ελεγκτή λογιστή, και του τιμήματος που αναγράφεται στη συμβολαιογραφική πράξη μεταβίβασης. Σε περίπτωση που η καθαρή θέση της εταιρείας δεν προσδιορίζεται από τα τηρούμενα βιβλία ή ο φορολογούμενος επιθυμεί να τεκμηριώσει ποσό επένδυσης μεγαλύτερο αυτού που προκύπτει βάσει της καθαρής θέσης και μέχρι του τιμήματος αγοράς βάσει της οικείας συμβολαιογραφικής πράξης, υποβάλλεται από τον αιτούντα έκθεση αποτίμησης της αξίας των μετοχών ή μεριδίων της εταιρείας κατ’αναλογική εφαρμογή για την αποτίμηση εισφορών σε είδος. Η έκθεση πρέπει να είναι πρόσφατη και πάντως όχι προγενέστερη του εξαμήνου από την ημερομηνία της πράξης αγοράς των τίτλων ή της ημερομηνίας της αίτησης υπαγωγής σ, σε περίπτωση που κατά τον χρόνο αυτό η αγορά δεν έχει πραγματοποιηθεί και η υποδεικνυόμενη σε αυτή τελική αξία να είναι τουλάχιστον ίση με το προς τεκμηρίωση ποσό επένδυσης.
δ. Αγορά Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου Επιλέξιμη είναι η αγορά ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου με υπολειπόμενη διάρκεια κατά τον χρόνο αγοράς τουλάχιστον τρία (3) έτη, μέσω πιστωτικού ιδρύματος εγκατεστημένου στην Ελλάδα το οποίο αποτελεί και τον θεματοφύλακα αυτών. Το ποσό της επένδυσης ισούται με το καταβληθέν για την αγορά των ομολόγων τίμημα, όπως προκύπτει από το πιστοποιητικό του πιστωτικού ιδρύματος.
ε. Εισφορά κεφαλαίου για συμμετοχή σε Οργανισμό Εναλλακτικών Επενδύσεων
Επιλέξιμη επένδυση είναι η εισφορά κεφαλαίου για συμμετοχή σε Οργανισμό Εναλλακτικών Επενδύσεων, ο οποίος είναι εγκατεστημένος στην Ελλάδα και εποπτεύεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (ΑΕΕAΠ, ΑΚΕΣ, ΕΚΕΣ) ή του οποίου ο Διαχειριστής είναι εγγεγραμμένος στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Εάν ο Οργανισμός Εναλλακτικών Επενδύσεων έχει εισαχθεί σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία σε ρυθμιζόμενη αγορά, που λειτουργεί στην Ελλάδα, η επένδυση πρέπει να πραγματοποιηθεί με διαμεσολαβητή επιχείρηση επενδύσεων , η οποία παρέχει την επενδυτική υπηρεσία της περ. 4 (διαχείριση χαρτοφυλακίου) του Τμήματος Α του Παραρτήματος I του ιδίου νόμου, ή πιστωτικό ίδρυμα, με έδρα ή υποκατάστημα στην Ελλάδα, με τη δημιουργία προσωπικής μερίδας του επενδυτή στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (ΣAT) της «Ελληνικό Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων Α.Ε.».
Το ποσό της επένδυσης για τον σκοπό υπαγωγής στις διατάξεις του άρθρου 5Α του ν. 4172/2013 ισούται με το ποσό που εισφέρει ο φορολογούμενος για την απόκτηση μετοχών ή μεριδίων στον Οργανισμό Εναλλακτικών Επενδύσεων, όπως πιστοποιείται κατά περίπτωση από τις βεβαιώσεις του Διαχειριστή του Οργανισμού, του διαμεσολαβητή για την αγορά των τίτλων σε ρυθμιζόμενη αγορά και των πιστωτικών ιδρυμάτων στα οποία τηρούνται οι προβλεπόμενοι στο παρόν άρθρο λογαριασμοί.
Σε περίπτωση τμηματικής καταβολής της συμμετοχής, σύμφωνα με τους όρους λειτουργίας του Οργανισμού Εναλλακτικών Επενδύσεων, ο επενδυτής υποχρεούται να τοποθετήσει το υπολειπόμενο ποσό της συμμετοχής του σε δεσμευμένο λογαριασμό (escrow account) στο πιστωτικό ίδρυμα που αποτελεί τον θεματοφύλακα του Οργανισμού Εναλλακτικών Επενδύσεων.
Σε περίπτωση που σύμφωνα με τους όρους λειτουργίας του Οργανισμού Εναλλακτικών Επενδύσεων, προβλέπεται η σταδιακή επιστροφή κεφαλαίων, ο φορολογούμενος υποχρεούται να δημιουργήσει σε πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ελλάδα, μοναδικό τραπεζικό λογαριασμό με αποκλειστική χρήση την κατάθεση των κεφαλαίων που επιστρέφονται σε αυτόν. Ο επενδυτής οφείλει το αργότερο εντός ενός (1) έτους να επενδύσει τα κεφάλαια που επιστρέφονται κατά τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου και να ενημερώσει σχετικά την αρμόδια Υπηρεσία κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4. Ο επενδυτής δύναται να προβαίνει σε άλλες πράξεις εκταμίευσης από τον λογαριασμό, με την προϋπόθεση ότι το άθροισμα του παραμένοντος υπολοίπου σε αυτόν, της ονομαστικής αξίας της παραμένουσας επένδυσης στον Οργανισμό Εναλλακτικών Επενδύσεων και του παραμένοντος υπολοίπου στον δεσμευμένο λογαριασμό (escrow account) για την περίπτωση τμηματικής καταβολής της συμμετοχής, ισούται τουλάχιστον με το ποσό της αρχικής επένδυσης.
στ. Αγορά τίτλων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενες αγορές
Επιλέξιμη επένδυση για του σκοπούς υπαγωγής του άρθρου 5Α του ν. 4172/2013 είναι η αγορά μετοχών ή και ομολόγων εταιρειών με έδρα στην Ελλάδα, μεριδίων Αμοιβαίων Κεφαλαίων (ETFS) ή/και ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, τα οποία εισάγονται για διαπραγμάτευση ή αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενες αγορές ή πολυμερείς μηχανισμούς διαπραγμάτευσης, που λειτουργούν στην Ελλάδα.
Η επένδυση πρέπει να πραγματοποιηθεί με διαμεσολαβητή επιχείρηση επενδύσεων του άρθρου 4 του ν. 4514/2018, η οποία παρέχει την επενδυτική υπηρεσία της περ. 4 (διαχείριση χαρτοφυλακίου) του Τμήματος Α του Παραρτήματος I του ιδίου νόμου, ή πιστωτικό ίδρυμα, με έδρα ή υποκατάστημα στην Ελλάδα, με τη δημιουργία προσωπικής μερίδας του επενδυτή στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (ΣAT) της «Ελληνικό Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων Α.Ε.». και κωδικού πελάτη για την πραγματοποίηση επένδυσης με σκοπό την υπαγωγή στις διατάξεις του καθεστώτος.
Ο επενδυτής υποχρεούται να τηρεί σε πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ελλάδα μοναδικό και αποκλειστικής χρήσης λογαριασμό για τις πράξεις πραγματοποίησης της επένδυσης και των μετέπειτα συναλλαγών διαχείρισης του χαρτοφυλακίου του και να μην εκταμιεύει οποιοδήποτε ποσό από ρευστοποίηση των κινητών αξίων, παρά μόνο για την επανεπένδυσή του σε κινητές αξίες επιλέξιμες για την κατηγορία αυτή, ώστε το μέσο ετήσιο υπόλοιπο του ανωτέρω λογαριασμού να μην υπερβαίνει το είκοσι τοις εκατό (20%) του ποσού της αρχικής επένδυσης.
Το ποσό της επένδυσης ισούται με το αρχικά επενδυθέν κεφάλαιο όπως προκύπτει από βεβαιώσεις του διαμεσολαβητή και του πιστωτικού ιδρύματος στο οποίο τηρείται ο αποκλειστικής χρήσης λογαριασμός του προηγούμενου εδαφίου.
2. Για τις επενδύσεις των περ. α1 της κατηγορίας α, β1 της κατηγορίας β και γ2 της κατηγορίας γ, της παρ. 1, ο πωλητής δεν μπορεί να είναι συγγενικό πρόσωπο του επενδυτή Σε περίπτωση που ο πωλητής είναι νομικό πρόσωπο, το ποσό επένδυσης που αναλογεί σε φυσικά πρόσωπα τα οποία είναι συγγενικά κατά την ανωτέρω έννοια, με βάση τη συμμετοχή τους στο νομικό πρόσωπο άμεσα ή έμμεσα μέσω διαδοχικών συμμετοχών άλλων νομικών προσώπων, δεν λαμβάνεται υπόψη.
3. Για την υπαγωγή στις διατάξεις , οι επενδύσεις πρέπει να πραγματοποιούνται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων αυτών, ήτοι από τις 12 Δεκεμβρίου 2019 και εφεξής.
4. Στην περίπτωση φυσικού προσώπου που έχει αποκτήσει και διατηρεί άδεια διαμονής για επενδυτική δραστηριότητα στην Ελλάδα ως επενδυτής ι, προκειμένου να υπαχθεί στις διατάξεις δεν απαιτείται να συντρέχουν οι προϋποθέσεις της περίπτωσης της παρ. 1 του ιδίου άρθρου.
Διαδικασία απόδειξης της επένδυσης
- Αρμόδια υπηρεσία για τη διαπίστωση υλοποίησης επένδυσης του άρθρου 2, και μέχρι την ολοκλήρωση αυτής, είναι η Διεύθυνση Κεφαλαίων Εξωτερικού, Τμήμα Εταιρειών Ενδοομιλικών Υπηρεσιών και Αμέσων Επενδύσεων, της Γενικής Διεύθυνσης Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων. Η υπηρεσία του προηγούμενου εδαφίου είναι επίσης αρμόδια για την παρακολούθηση της διατήρησης της επένδυσης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4.
- Για την απόδειξη υλοποίησης της επένδυσης κατά την υπαγωγή του φορολογούμενου στις διατάξεις του , το σχετικό αίτημα συνοδεύεται από Παράρτημα Τεκμηρίωσης της Επένδυσης, το οποίο περιλαμβάνει παρουσίαση αυτής και του σταδίου υλοποίησης της σε φυσικό και οικονομικό αντικείμενο, τα προϋπολογιζόμενα ποσά για την ολοκλήρωσή της και τις πηγές χρηματοδότησης, χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης καθώς και τα κατά περίπτωση στοιχεία και δικαιολογητικά τεκμηρίωσης της παρ. 1 του άρθρου 5.
- Η επένδυση θεωρείται ως ολοκληρωθείσα εφόσον έχει υλοποιηθεί το σύνολο του φυσικού αντικειμένου και έχει καταβληθεί ή εξοφληθεί, κατά περίπτωση, το σύνολο των δαπανών της.
- Σε περίπτωση που η επένδυση πραγματοποιείται από συγγενικό πρόσωπο του φορολογούμενου, , στο Παράρτημα Τεκμηρίωσης της Επένδυσης προστίθεται Ενότητα με τα στοιχεία του ως άνω συγγενικού προσώπου ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, της σχέσης του με τον φορολογούμενο και επισυνάπτονται τα δικαιολογητικά τεκμηρίωσης της παρ. 4 του άρθρου 5.
- Η Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού και Εναλλακτικής Φορολόγησης Φορολογικών Κατοίκων Ημεδαπής, στην οποία υποβάλλονται τα αιτήματα υπαγωγής αφού επιβεβαιώσει και συμπληρώσει τα στοιχεία του Παραρτήματος Τεκμηρίωσης της Επένδυσης με τυχόν σχετικά στοιχεία που είναι διαθέσιμα στη φορολογική αρχή, διαβιβάζει αυτά με Πληροφοριακό Σημείωμα, στην αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων για διατύπωση γνώμης όσον αφορά την απόδειξη της επένδυσης
- Χρόνος διατήρησης της επένδυσης στην Ελλάδα και παρακολούθηση αυτής
Ο φορολογούμενος υποχρεούται να διατηρεί την επένδυση του άρθρου 2 στην Ελλάδα για όλη την περίοδο υπαγωγής του στις διατάξεις , η οποία δύναται να διαρκέσει μέχρι δεκαπέντε (15) φορολογικά έτη, με πρώτο το φορολογικό έτος εντός του οποίου υποβάλλεται η αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις αυτές. Σε περίπτωση που η επένδυση υλοποιείται από συγγενικό πρόσωπο του φορολογούμενου ή από νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα όπου ο φορολογούμενος έχει την πλειοψηφία των μετοχών ή μεριδίων, ο επενδυτής οφείλει κατά τη χρονική περίοδο που ορίζεται στο παραπάνω εδάφιο να διατηρεί την επένδυση στην Ελλάδα και για την ίδια χρονική περίοδο να διατηρείται η σχέση του φορολογούμενου με τον επενδυτή. - Ο φορολογούμενος καθώς και ο επενδυτής, εφόσον δεν είναι το ίδιο πρόσωπο, οφείλουν να δηλώνουν στην αρμόδια υπηρεσία της παρ. 1 του άρθρου 3 οποιαδήποτε μεταβολή στην επένδυση ή στη μεταξύ τους σχέση, το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία που αυτή επιτελείται. Η αρμόδια Υπηρεσία της παρ. 1 του άρθρου 3 ενημερώνει τη Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού και Εναλλακτικής Φορολόγησης Φορολογικών Κατοίκων Ημεδαπής για τις γνωστοποιούμενες μεταβολές καθώς και για τυχόν διαπιστούμενες παραλείψεις εμπρόθεσμης γνωστοποίησης αυτών και διατυπώνει γνώμη όσον αφορά την πλήρωση των προϋποθέσεων της παρ. 1.
- Για την παρακολούθηση της διατήρησης της επένδυσης στην Ελλάδα, μετά την ολοκλήρωση αυτής, ο φορολογούμενος οφείλει μέχρι την 31η Μαΐου κάθε έτους και οποτεδήποτε άλλοτε ζητηθεί, να υποβάλλει στην αρμόδια υπηρεσία της παρ. 1 του άρθρου 3 Ετήσια Αναφορά με τα δικαιολογητικά της παρ. 3 του άρθρου 5. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης υποβολής της Ετήσιας Αναφοράς ή διαπίστωσης μη διατήρησης της επένδυσης, η αρμόδια Υπηρεσία της παρ. 1 του άρθρου 3 ενημερώνει σχετικά τη Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού και Εναλλακτικής Φορολόγησης Φορολογικών Κατοίκων Ημεδαπής.