Η Ελλάδα έχει σημαντικά περιθώρια αύξησης της απασχόλησης για κάποια χρόνια, η οποία θα επηρεάσει θετικά τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας, σύμφωνα με την Ομάδα Ανάλυσης και Ερευνας της Eurobank.
Στο δελτίο «7 ημέρες οικονομία», σημειώνεται ότι το πρόβλημα υπογεννητικότητας και γήρανσης του πληθυσμού που αντιμετωπίζει η χώρα μας μπορεί να ξεπεραστεί τα επόμενα χρόνια είτε με την αντιστροφή του brain drain, της φυγής δηλαδή νέων με προσόντα στο εξωτερικό, σε brain gain είτε με την αύξηση συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, ιδιαίτερα καθώς η Ελλάδα έχει ένα από τα χαμηλότερα σχετικά ποσοστά στην ΕΕ, είτε με την περαιτέρω μείωση του ποσοστού ανεργίας.
Όταν εξαντληθούν οι δυνατότητες αύξησης της απασχόλησης, ο μόνος για να αντιμετωπισθεί ο αρνητικός αντίκτυπος από τις δημογραφικές εξελίξεις στην οικονομική ανάπτυξη θα είναι η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, για την οποία επίσης υπάρχουν σημαντικά περιθώρια καθώς υπάρχει δυνατότητα σημαντικής αύξησης των επενδύσεων.
Στο 10,4% η ανεργία στο γ' τρίμηνο
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε απότομα στο 10,4% το γ’ τρίμηνο από 11,3% στο β’ τρίμηνο, αλλά παραμένει πολύ υψηλότερο σε σχέση με την Ευρωζώνη.
Η απασχόληση αυξήθηκε στο γ’ τρίμηνο οριακά κατά 0,1% στα 4.205,7 χιλιάδες άτομα σε σχέση με το β’ τρίμηνο και κατά 1,7% σε ετήσια βάση, ενώ στο σύνολο του 9μήνου Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της απασχόλησης επιβραδύνθηκε στο 1,6% από 6,6% την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι, αντανακλώντας την μείωση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ σε σύγκριση με την απότομη ανάκαμψη μετά την πανδημία.
Ειδικότερα, η Eurostat σημειώνει τα εξής:
- Η μείωση του πληθυσμού (-0,4% σε ετήσια βάση το 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2023), η οποία ασκεί αρνητικές επιδράσεις στο ΑΕΠ καθότι συρρικνώνονται οι διαθέσιμοι πόροι του παραγωγικού συντελεστή της εργασίας, μπορεί να επιβραδυνθεί βραχυχρόνια μέσω της αντιστροφής της καθαρής εκροής ανθρώπινου κεφαλαίου (brain drain) σε καθαρή εισροή ανθρώπινου κεφαλαίου (brain gain) με ευεργετικές συνέπειες και στη συνιστώσα της παραγωγικότητας της εργασίας.
- Η αύξηση του ποσοστού συμμετοχής του πληθυσμού στο εργατικό δυναμικό (π.χ. μέσω αύξησης της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό των γυναικών και των νέων) και η περαιτέρω μείωση του ποσοστού ανεργίας, η οποία ωστόσο θα πρέπει να συνοδευτεί και από μείωση του φυσικού ποσοστού ανεργίας (δομική ανεργία) έτσι ώστε να μην δημιουργηθούν έντονες πληθωριστικές πιέσεις, μεσοπρόθεσμα μπορούν να αντισταθμίσουν τις επιπτώσεις στο ΑΕΠ από τη μείωση του πληθυσμού.
- Αυτό δείχνει ότι για κάποια χρόνια, όχι για πολλά, ο παραγωγικός συντελεστής της εργασίας στην Ελλάδα μπορεί να έχει θετική συνεισφορά στον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης, καθότι υπάρχουν δυνατότητες για περαιτέρω αύξηση του ποσοστού συμμετοχής του εργατικού δυναμικού στον πληθυσμό (υπολείπεται σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης) και περαιτέρω μείωση του ποσοστού ανεργίας (υπερβαίνει τον μέσο όρο της Ευρωζώνης) μέσω των κατάλληλων πολιτικών, κυρίως στο πεδίο των επενδύσεων και των μεταρρυθμίσεων.
- Μακροχρόνια η επίδοση της Ελλάδας στο πεδίο της οικονομίας (και όχι μόνο) αντιμετωπίζει σημαντικούς περιορισμούς από το τρέχον δημογραφικό πρόβλημα (υπογεννητικότητα και γήρανση του πληθυσμού) το οποίο ασκεί αρνητικές επιδράσεις στον δυνητικό ρυθμό μεγέθυνσης. Ο ρυθμός μεταβολής της απασχόλησης έλκεται από τον ρυθμό μεταβολής του πληθυσμού και μακροχρόνια ισούται με αυτόν. Απαιτείται σήμερα να εφαρμοστούν οι κατάλληλες πολιτικές (π.χ. κίνητρα για την αύξηση του ρυθμού των γεννήσεων) έτσι ώστε το πρόβλημα να αμβλυνθεί στο μέλλον.
- Τέλος, όταν εξαντληθούν οι θετικές επιδράσεις στον πραγματικό ρυθμό ανάπτυξης από την αύξηση της συμμετοχής του πληθυσμού στο εργατικό δυναμικό και από τη μείωση του ποσοστού ανεργίας, ο μόνος παράγοντας που μπορεί να αντισταθμίσει τις οικονομικές επιπτώσεις του δημογραφικού προβλήματος είναι η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Αυτή, μπορεί να έχει θετική συνεισφορά στον ρυθμό μεγέθυνσης και στη μεσοπρόθεσμη περίοδο, καθότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια ενίσχυσης των επενδύσεων ιδιαίτερα σε παραγωγικούς τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας, βελτίωσης της ποιότητας των θεσμών και υιοθέτησης νέων τεχνολογιών, δηλαδή παραγόντων που αυξάνουν την παραγωγικότητα της εργασίας.