Το πρώτο κρίσιμο crash test για τον υπουργό Eθνικής Oικονομίας και Oικονομικών Kωστή Xατζηδάκη και την ελληνική αντιπροσωπεία πραγματοποιείται σήμερα και αύριο στο Eurogroup και το Εcofin κατά τη συνέχιση της διαπραγμάτευσης για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, οι οποίοι θα κρίνουν πώς θα διαμορφωθούν τα ελληνικά πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια και πώς θα διασφαλισθεί η απομείωση του χρέους.
Η διαπραγμάτευση θα εξελιχθεί με την Κομισιόν να απαιτεί να εξαλειφθούν όλα τα μέτρα στήριξης που έχουν απομείνει, όπως η επιδότηση του ρεύματος στην περίπτωση της χώρας μας, ζητώντας ταυτόχρονα από τις κυβερνήσεις «μετρημένη» διαχείριση στα έσοδα και τις δαπάνες, μέσα από την οποία θα εμπεδωθούν υψηλά πλεονάσματα.
Η μεγάλη πρόκληση
Η υποχρέωση εφαρμογής αυστηρότερης δημοσιονομικής πολιτικής με περιορισμένο τον δημοσιονομικό χώρο, αποτελεί μία μεγάλη πρόκληση για το νέο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και τον Κωστή Χατζηδάκη, καθώς θα κληθεί να κάνει κρίσιμες επιλογές ως προς την κατανομή των δαπανών.
►Διαβάστε και: Κ. Χατζηδάκης προς servicers: Ρυθμίστε περισσότερα δάνεια
Ο δημοσιονομικός στόχος που προτείνει η Επιτροπή αφορά στο επίπεδο των καθαρών δημοσίων δαπανών, στο 2,6% και καθώς οι ελληνικές καθαρές πρωτογενείς δαπάνες ανέρχονται σε περίπου 100 δισ. ευρώ το 2023, η αύξησή τους αποτιμάται σε περίπου 2,5-2,6 δισ. ευρώ, κάτι που εαν παραμείνει ως έχει, περιορίζει αντικειμενικά τις κινήσεις της νέας κυβέρνησης.
Ωστόσο, η χώρα μας θέλει να ενισχύσει τις επενδύσεις που θα αυξήσουν την ανάπτυξη και θα κάνουν πιο εύκολο τον στόχο για αποκλιμάκωση του χρέους στο 135% του ΑΕΠ.
Για αυτόν τον λόγο, σύμφωνα με πληροφορίες η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα υπό τον υπουργό Εθνικής Οικονομιας και τη συμμετοχή του υφυπουργού Οικονομικών Θάνου Πετραλιά και του επικεφαλής του ΣΟΕ Μιχάλη Αργυρού, θα καταθέσει τη θέση της για δημοσιονομική ευελιξία και χαμηλότερα πλεονάσματα.
Οι προβλέψεις για τα πλεονάσματα
Τον επόμενο χρόνο, όπως και αν εξελιχθεί η ευρωπαϊκή διαπραγμάτευση για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, οι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες θα ενεργοποιηθούν εκ νέου, ενώ η Ελλάδα καλείται να επιστρέψει σε μια διαχείριση με πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 2% του ΑΕΠ, η οποία θα έχει μόνιμο χαρακτήρα και δεν θα εξαρτάται από συγκυριακή αύξηση των εσόδων και του ΑΕΠ από τον πληθωρισμό.
Με βάση το Μεσοπρόθεσμο 2023-2026 που κατατέθηκε τον Απρίλιο στην Κομισιόν, ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα αναθεωρήθηκε στο 1,1% του ΑΕΠ για το 2023 από 0,7% του ΑΕΠ που ήταν η εκτίμηση στον προϋπολογισμό για να ανέβει στο 2,1% του ΑΕΠ για το 2024, στο 2,3% το 2025 και στο 2,5% το 2026.
Επιπλέον, εάν οι συζητήσεις για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας τραβήξουν σε μάκρος δεν αποκλείεται, όπως αναφέρουν πηγές των Βρυξελλών, το 2024 να μην είναι ενα μεταβατικό έτος αλλά να ισχύουν οι δημοσιονομικοί κανόνες του παρελθόντος, κάτι που θα δημιουργούσε ένα διαφορετικό περιβάλλον για τη χώρα.
►Διαβάστε και: Οικονομικό νομοσχέδιο: 14 ερωτήσεις και απαντήσεις - Ποια εισοδήματα ενισχύονται
Σύμφωνα με την πρόταση που είναι στο τραπέζι, οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες παύουν να είναι οριζόντιοι και ενιαίοι για όλους και θα αντικατασταθούν από διμερείς συμφωνίες μεταξύ των Bρυξελλών με τα κράτη – μέλη, έτσι ώστε οι προϋπολογισμοί να οδηγούν σε καθοδική τροχιά το χρέος τους. Aν οι δείκτες υποδηλώνουν βιωσιμότητα του χρέους μακροπρόθεσμα, τότε τα κράτη – μέλη θα έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής, δηλαδή μειώσεις φόρων, κοινωνικές ενισχύσεις κ.ά.
Βόρειοι εναντίον Νότιων
Η διαπραγμάτευση για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες θα πραγματοποιηθεί με τις βόρειες χώρες να επιμένουν σε αυστηρή γραμμή λιτότητας και τις νότιες να ζητούν δημοσιονομική ελευθερία. Ήδη ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Κρίστιαν Λίντνερ προειδοποίησε ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ αποτυγχάνουν να γεφυρώσουν τις διαφορές τους συνομιλίες σχετικά με τη μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων της Κομισιόν, γεγονός που μειώνει τις ελπίδες για επίτευξη συμφωνίας έως το τέλος του έτους.
Παράλληλα σύσφιξη της δημοσιονομικής πολιτικής στο νέο Σύμφωνο Σταθερότητας αξιώνουν οι υπουργοί Οικονομικών 11 χωρών της ΕΕ, με επικεφαλής τη Γερμανία, σε κοινή τους επιστολή που δημοσιεύτηκε σε αρκετές ευρωπαϊκές εφημερίδες. Στην παρέμβασή τους, οι υπουργοί Οικονομικών της Γερμανίας, της Τσεχίας, της Αυστρίας, της Βουλγαρίας, της Δανίας, της Κροατίας, της Σλοβενίας, της Λιθουανίας, της Λετονίας, της Εσθονίας και του Λουξεμβούργου, τονίζουν -ενόψει της μεταρρύθμισης του Συμφώνου Σταθερότητας- ότι η ΕΕ δεν μπορεί «να επιτρέψει στα επίπεδα του χρέους να αυξάνονται από κρίση σε κρίση».
Το αίτημα των 11 χωρών είναι να εισαχθούν «ποσοτικά κριτήρια που θα ισχύουν σε όλα τα κράτη μέλη» και προειδοποιούν ότι «δεν μπορούμε καν να καταλήξουμε σε καταστάσεις στις οποίες μελλοντικές προκλήσεις θα χρησιμοποιούνται για την καθυστέρηση ή την αναβολή των δημοσιονομικών προσαρμογών, που είναι απαραίτητες». Γάλλοι και Ιταλοί από την άλλη πλευρά ζητούν ευελιξία δαπανών για τον πράσινο και για τον ψηφιακό μετασχηματισμό, που να μην προσμετρούνται στη δημοσιονομική θέση όπως και εξαιρέσεις στη διαχείριση των αμυντικών δαπανών.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!