Ο Αρμαγεδδών που όλοι περιμέναν για τον χειμώνα, δεν ήρθε, αλλά ούτε και την Άνοιξη ήρθε και πλέον οι τιμές στην ενέργεια αρχίζουν να προσεγγίζουν τα επόμενα στις αρχές του 2021, όταν και τίποτε δεν προμήνυε όλα εκείνα που θα επακολουθήσουν.
Ήταν η περίοδος που η παγκόσμια οικονομία άρχιζε να ξεμυτίζει από την πανδημία και τις συνέπειες αυτής και να βλέπει με μεγαλύτερη αισιοδοξία το μέλλον, μία αισιοδοξία που ωστόσο κράτησε πάρα πολύ λίγο, ίσως γιατί οι κυβερνήσεις και κυρίως και κεντρικοί τραπεζίτες δεν μπόρεσαν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και δουν λίγο μακρύτερα.
Αν ανατρέξει κανείς στα δημοσιεύματα την Άνοιξη του 2021 θα διαπιστώσει ότι ηχούσαν δυνατά οι καμπάνες του πληθωριστικού κινδύνου, όμως τότε οι κεντρικοί τραπεζίτες στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, αλλά και οι κυβερνήσεις τουλάχιστον στις ισχυρές οικονομίες σφύριζαν αδιάφορα και ανέκρουαν πρύμναν, λέγοντας … «μπόρα είναι θα περάσει».
Τα πράγματα έγιναν χειρότερα μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά όπως σημειώνουν σήμερα ψύχραιμοι αναλυτές, δεν αποτέλεσε την γενεσιουργό αιτία για τον πληθωρισμό. Η βασική αιτία δεν ήταν άλλη από τον φόβο που υπήρξε στις κυβερνήσεις οι οποίες χορήγησαν στην κοινωνία μεγάλη ρευστότητα στην περίοδο της πανδημίας, πολύ περισσότερη από τη αναγκαία, αλλά και την στάση των επιχειρήσεων, που θεώρησαν ότι πλησιάζει το τέλος του κόσμου, διακόπτοντας την παραγωγή σε δυσανάλογα επίπεδα.
Τα δύο παραπάνω δημιούργησαν μετά το τέλος της πανδημίας, μία τεράστια ζήτηση για προϊόντα η οποία δεν μπορούσε να καλυφθεί από την παραγωγή δίνοντας έτσι ώθηση στις τιμές και δημιουργώντας μία τεράστια ανισορροπία, η οποία ακόμη και σήμερα δεν έχει αποκατασταθεί.
Στο κενό οι προσπάθειες του OPEC+
Προκειμένου να αντιληφθεί ο καθένας ότι οι αγορές δεν χαλιναγωγούνται και δεν μπαίνουν σε καλούπια, αρκεί να πάρουμε το παράδειγμα του πετρελαίου. Οι χώρες του OPEC+, σε ένα κλαμπ που πλέον ασκεί μάλλον πολιτική, παρά κάνουν μπίζνες, έχουν προχωρήσει σε αλλεπάλληλες μειώσεις παραγωγής θέλοντας να ωθήσουν τις τιμές προς τα 100 δολάρια το βαρέλι, ίσως και πιο πάνω, κάτι που μόνο σε βραχυπρόθεσμό ορίζοντα το καταφέρνουν. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η τιμή του Brent παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα, μεσοσταθμικά σε επίπεδα λίγο κάτω από τα 80 δολάρια το βαρέλι.
Ανάλογη πίεση δέχεται και η τιμή του φυσικού αερίου, που είναι χαμηλότερα σε σχέση με πέρυσι τουλάχιστον 60%, ενώ σε σχέση με τα υψηλά που κατέγραψε πέρυσι τον Αύγουστο η πτώση είναι στα επίπεδα του 90%.
Μεγάλη πτώση επίσης παρατηρείται και στην χονδρική τιμή του ρεύματος. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μεσοσταθμική τιμή μέσα στο 2023 είναι στα επίπεδα των 145 ευρώ η μεγαβατώρα (την σηκώνει πολύ Ιανουάριος και Φεβρουάριος), ενώ για το σύνολο του 2022 ήταν στα 283 ευρώ, μείωση δηλαδή σχεδόν στα μισά και η τάση είναι πτωτική. Να σημειώσουμε ότι το 2021 η τιμή ήταν στα 119 ευρώ και το 2020 στα 46 ευρώ.
Τέλος να σημειωθεί ότι και οι τιμές στο πετρέλαιο έχουν μεγάλη πτώση σε σχέση με πέρυσι, τουλάχιστον 35%, ενώ στην λιανική έχει καλυφθεί στο μισό η απόσταση από τα χαμηλά του 2021.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!