Οι χώρες του Περσικού Κόλπου αλλά και η Κίνα και η Ινδία, ακόμη και η Τουρκία, είναι πιθανόν να καλύψουν το μεγάλο κενό στις προμήθειες της Ευρώπης με ντίζελ, το οποίο θα δημιουργηθεί σε τρεις εβδομάδες λόγω του εμπάργκο στα ρωσικά πετρελαϊκά προϊόντα.
Μετά την απαγόρευση από τις 5 Δεκεμβρίου των εισαγωγών ρωσικού αργού που μεταφέρεται μέσω θαλάσσης, η ΕΕ θα προχωρήσει, όπως είχε προαναγγελθεί, από τις 5 Φεβρουαρίου σε εμπάργκο και στο ντίζελ και τα άλλα προϊόντα πετρελαίου.
Η εξασφάλιση εναλλακτικών πηγών προμήθειας ντίζελ δεν θα είναι μία εύκολη υπόθεση, δεδομένης της μεγάλης εξάρτησης που είχε η Ευρώπη από τη Ρωσία.
Οι εισαγωγές της σε ρωσικά προϊόντα τύπου ντίζελ ανήλθαν πέρυσι σε περίπου 220 εκατ. βαρέλια, μία τεράστια ποσότητα που αντιστοιχεί στον όγκο 14.000 πισινών ολυμπιακών διαστάσεων.
Διαβάστε επίσης: Καύσιμα: Ξανά στην ανηφόρα οι τιμές - «Φωτιά» σε diesel κίνησης και πετρέλαιο θέρμανσης
Στο 40% οι εισαγωγές από τη Ρωσία
Πέρυσι, πάντως, η ΕΕ περιόρισε κάπως την εξάρτησή της από το ρωσικό ντίζελ. Ενώ το 2021 πάνω από το 50% των συνολικών εισαγωγών μέσω θαλάσσης της ΕΕ και της Βρετανίας - η οποία έχει ήδη επιβάλει εμπάργκο - προήλθαν από τη Ρωσία, τον περασμένο Δεκέμβριο το ποσοστό αυτό είχε μειωθεί σε περίπου 40%, χάρη κυρίως στις αυξήσεις των εισαγωγών από τη Σαουδική Αραβία και την Ινδία.
Είναι λογικό να αναμένεται ότι οι ποσότητες του ρωσικού ντίζελ θα μπορούν να αντικατασταθούν με προμήθειες από άλλες χώρες, αλλά αυτό κάθε άλλο παρά εγγυημένο είναι.«Οι χαμένες ρωσικές προμήθειες θα αντικατασταθούν», δήλωσε ο επικεφαλής της συμβουλευτικής εταιρείας Facts Global Energy.
Οι εναλλακτικές πηγές τροφοδοσίας
Η πιο προφανής περιοχή, όπου η Ευρώπη θα αναζητήσει περισσότερο ντίζελ, είναι η Μέση Ανατολή καθώς είναι γεωγραφικά αρκετά κοντά και με πολλά νέα διυλιστήρια να έχουν τεθεί σε λειτουργία.
Η πετρελαϊκή εταιρεία των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, Abu Dhabi National Oil, έχει ήδη συμφωνήσει με τη Γερμανία για την τροφοδοσία της.
Η Ινδία και οι ΗΠΑ, δύο μακροπρόθεσμοι προμηθευτές της ΕΕ, έχουν αυξήσει επίσης τις εξαγωγές τους κατά τις τελευταίες εβδομάδες. Τα αμερικανικά διυλιστήρια αναμένεται να έχουν φέτος μία παραγωγή – ρεκόρ αποσταγμένων προϊόντων, στα οποία περιλαμβάνεται το ντίζελ που χρησιμοποιείται για αυτοκίνητα και φορτηγά.
Διαβάστε επίσης: Ρωσικό ντίζελ: Διαβουλεύσεις μεταξύ ΕΕ και G7 για το ύψος του πλαφόν
Κομβικός ο ρόλος της Κίνας
Ο πιο σημαντικός προμηθευτής, ωστόσο, αβ και έμμεσα, μπορεί να είναι η Κίνα, καθώς οι εξαγωγές ντίζελ από τη χώρα έχουν αυξηθεί θεαματικά τους τελευταίους μήνες.
Παρά το γεγονός ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό των κινεζικών φορτίων κατευθύνεται απευθείας στην Ευρώπη, οι εξαγωγές της Κίνας αυξάνουν τα αποθέματα ντίζελ άλλων χωρών και επομένως τη δυνατότητά τους να τροφοδοτήσουν την Ευρώπη.
Η ποσόστωση για εξαγωγές καυσίμων από την Κίνα το 2023 είναι αυξημένη κατά σχεδόν 50% σε σχέση με πέρυσι. Οι εξαγωγές καυσίμων τύπου ντίζελ από την Κίνα μπορεί να ανέλθουν σε 400.000 έως 600.000 βαρέλια την ημέρα στο πρώτο εξάμηνο φέτος, μία ποσότητα που είναι αντίστοιχη με αυτή που αναμένεται ότι θα λείψει από την ΕΕ και της Βρετανία λόγω του εμπάργκο στα ρωσικά πετρελαϊκά προϊόντα.
Ανησυχία για τη ρωσική παραγωγή
Μία ανησυχία που υπάρχει είναι μήπως δεν βρεθούν νέοι αγοραστές για το ρωσικό ντίζελ μετά το εμπάργκο της ΕΕ, οπότε θα λείψουν οι ποσότητές του από την αγορά.
Αν η Ρωσία αναγκασθεί κατά συνέπεια να μειώσει την παραγωγή των διυλιστηρίων της, θα περιοριζόταν η συνολική παγκόσμια προσφορά και πιθανόν θα αυξάνονταν οι τιμές.
Ακόμη και αν υπάρξουν πολλοί πρόθυμοι νέοι αγοραστές για το ρωσικό ντίζελ, πολλές ναυτιλιακές εταιρείες μπορεί να φοβούνται μήπως παραβιάσουν τις κυρώσεις της Δύσης και το πλαφόν που θα επιβληθεί στην τιμή πώλησής του, το οποίο συζητείται τώρα μεταξύ της G7 και της ΕΕ.
Αν το πλαφόν που αναμένεται να ανακοινωθεί πριν από τις 5 Φεβρουαρίου καθοριστεί πολύ χαμηλότερα από τα επίπεδα της αγοράς, τότε πολλά τάνκερ δεν θα μπορούν να φορτώνουν και να μεταφέρουν ρωσικά φορτία.
Πόσο ισχυρή θα είναι η ζήτηση;
Η άλλη όψη του ερωτήματος για την επάρκεια των προμηθειών ντίζελ από την ΕΕ είναι το πόσο ισχυρή θα είναι η ζήτηση.
Οι υψηλότερες από τα κανονικά επίπεδα θερμοκρασίες που επικράτησαν φέτος στην Ευρώπη βοήθησαν αναμφίβολα στη μείωση της κατανάλωσης πετρελαίου θέρμανσης και στη δραστική μείωση της τιμής του φυσικού αερίου, κάτι που θεωρητικά διευκολύνει τα διυλιστήρια να παράγουν υψηλής ποιότητας ντίζελ.
«Η επιβράδυνση της οικονομίας περιορίζει σταδιακά τη ζήτηση της Ευρώπης για ντίζελ… Τα στοιχεία των χωρών δείχνουν ότι ζήτηση είναι ήδη τουλάχιστον 5% χαμηλότερη σε σύγκριση με πέρυσι. Κατά τη διάρκεια της ύφεσης του 2008, η ζήτηση ντίζελ μειώθηκε περίπου 10% σε ετήσια βάση», δήλωσε στέλεχος της Argus.
Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η Goldman Sachs δεν προβλέπει πλέον ύφεση στην Ευρωζώνη, η οικονομία της οποίας αποδείχθηκε πιο ανθεκτική στα τέλη του 2022 από ότι αναμενόταν.
Ο ρόλος της Τουρκίας
Δεν πρέπει επίσης να υποτιμάται ο ρόλος πιθανών ενδιάμεσων χωρών αναφορικά με τη συμβολή τους στην αντιμετώπιση του αντίκτυπου από το εμπάργκο και το πλαφόν στην τιμή πώλησης των ρωσικών πετρελαϊκών προϊόντων.
Η Τουρκία, για παράδειγμα, θα μπορούσε θεωρητικά να εισάγει μεγάλες ποσότητες ντίζελ από τη Ρωσία, από την οποία ήδη παίρνει μεγάλες προμήθειες, για χρήση στην εγχώρια αγορά της και στη συνέχεια να πουλά το ντίζελ που παράγει η ίδια στα διυλιστήριά της, πιθανόν σε πολύ υψηλότερη τιμή.
Με πληροφορίες από Bloomberg
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!