Στην εντατική μπαίνει η ελληνική οικονομία με το τέλος της πανδημίας να μην είναι ορατό, καθώς και τη διάρκεια για την ανάγκη πρόσθετων μέτρων στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων να παραμένει άγνωστη.
To νέο lockdown στην Αττική που παράγει το 48% του ΑΕΠ της χώρας, ο κίνδυνος που ελλοχεύει για τη Θεσσαλονίκη που παράγει ένα 9% του ΑΕΠ, αλλά και τα περιοριστικά μέτρα στην υπόλοιπη Ελλάδα, δημιουργούν ένα σκηνικό απόλυτης αβεβαιότητας για την επόμενη ημέρα, ενώ κάθε προσπάθεια της κυβέρνησης να αντισταθμίσει τις απώλειες είναι πεπερασμένη, παρά τον χαμηλότοκο δανεισμό και την ύπαρξη του «μαξιλαριού» των 32 δισ. ευρώ.
Με κλειστή την οικονομία και 3 δισ. το μηνιαίο κόστος, ο προϋπολογισμός του 2021, ούτε δύο μήνες από την ψήφιση του, δοκιμάζεται καθώς καταγράφει υπέρβαση. Η μεγάλη ανησυχία, πλέον, συνδέεται με το χρόνο αποσύνδεσης της οικονομίας από τον αναπνευστήρα. Εάν παραταθεί η καραντίνα και μετά το πρώτο τρίμηνο, υπάρχει κίνδυνος εκτροχιασμού, ενώ η ύφεση οδεύει προς διψήφιο ποσοστό.
Άλλωστε η πρόβλεψη του προϋπολογισμού για μέτρα στήριξης 7,5 δισ. ευρώ στηρίχτηκε στην εκτίμηση ότι αυτά θα ίσχυαν μόνο το πρώτο τρίμηνο του έτους και ήδη θεωρείται ξεπερασμένη. Όπως ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομικών το πρώτο τρίμηνο θα διατεθούν σε μέτρα στήριξης 5,9 δισ. ευρώ ενώ το 1,6 που απομένει θα διατεθεί σε άλλες υποχρεώσεις ή μέτρα, όπως το πρόγραμμα Γέφυρα 2. Αυτό σημαίνει ότι το αποθεματικό του προϋπολογισμού τείνει να εξαντληθεί και στα τέλη του επόμενου μήνα θα πρέπει να τροφοδοτηθεί με συμπληρωματικές πιστώσεις, αφού ορισμένα από τα μέτρα θα παραταθούν πέρα από τις αρχικές προβλέψεις καλύπτοντας ενδεχομένως όλο το πρώτο πεντάμηνο με εξάμηνο του έτους.
Τα περισσότερα μέτρα στήριξης, όμως, οδηγούν σε μεγαλύτερο δημοσιονομικό έλλειμμα και όπως εκτιμάται, το έλλειμμα του προϋπολογισμού έχει τεθεί εκτός της τροχιάς της πρόβλεψης του 3,9% του ΑΕΠ.
Στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, γνωρίζουν ότι σε αυτή την περίπτωση για να καλύψουν το έλλειμμα έχουν δύο επιλογές: Να δανείζονται από τις αγορές ή να κάνουν χρήση των ταμειακών διαθεσίμων.
Η χώρα έχει αυτή τη στιγμή υψηλά ταμειακά διαθέσιμα, περί τα 32 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 16 δισ. είναι δεσμευμένα στον ESM ως εγγύηση για το χρέος. Τα ταμειακά διαθέσιμα είναι προγραμματισμένο να μειωθούν φέτος κατά 6,2 δισ. ευρώ αλλά το ζητούμενο είναι να μη μειωθούν πολύ περισσότερο- να μην πέσουν κάτω από 25 δισ.- γιατί θα ήταν ένα μήνυμα που θα προκαλούσε δυσάρεστες εντυπώσεις στις αγορές και θα ανέστρεφε τους όρους δανεισμού.
Ως προς τις δυνατότητες δανεισμού από τις αγορές, η χώρα μπορεί να δανείζεται με χαμηλό επιτόκιο υπό την ομπρέλα της ΕΚΤ, αλλά δεν είναι απεριόριστες. Επίσης, όπως ανέφερε και πρόσφατα με τον πλέον σαφή τρόπο ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, «αυτά που παίρνουμε σήμερα είναι δανεικά από το εξωτερικό, κάποια στιγμή με τη φορολόγηση εσόδων θα πρέπει να τα δώσουμε πίσω σε βάθος χρόνου 5 με 10 χρόνια. Αυτό σημαίνει επιβάρυνση χρέους». Μία μεγάλη υπέρβασή του χρέους θα δημιουργήσει πρόβλημα ειδικά όταν στα τέλη του 2020 διαμορφώθηκε στο 206% του ΑΕΠ.
Ακόμα και εάν δεν υπάρχει ανησυχία για τη βιωσιμότητά του χρέους όπως εκφράζεται από πολλούς πιστοληπτικούς οίκους, η αύξησή του και η μη ριζική απομείωσή του ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2021 επαναφέρει τους φόβους για μια σειρά νέων δεσμεύσεων που μπορεί να κληθεί μελλοντικά να λάβει η κυβέρνηση. Το υπουργείο Οικονομικών επιχειρεί να διαχειριστεί την κατάσταση μέχρι στιγμής, με ασκήσεις ισορροπίας, μεταξύ των ταμειακών αντοχών και της τήρησης αποστάσεων ασφαλείας από τον κίνδυνο νέων περιπετειών. Πώς επιτυγχάνεται αυτό; Κυρίως με χρηστή δημοσιονομική πολιτική και την απόφαση τα μέτρα που θα λαμβάνονται από εδώ και πέρα να είναι απολύτως στοχευμένα. Το πακέτο των ενισχύσεων, μέχρι να φανεί φως στο τούνελ της πανδημίας, υπολογίζεται πως θα διαμορφωθεί κοντά στα 32 δισ. ευρώ.
Ως προς τις συνέπειες στην πραγματική οικονομία, με την αγορά κλειστή στην Αττική, κινδυνεύει να οδηγηθεί σε «λουκέτο» μία στις δύο εμπορικές επιχειρήσεις και να χαθούν χιλιάδες θέσεις εργασίας.To ιδιωτικό χρέος θα εκτοξευθεί, καθώς φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις θα δυσκολευτούν ακόμα περισσότερο να αποπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα έσοδα του Δημοσίου τον Ιανουάριο ήταν μειωμένα κατά 20% ενώ αυτά του ΕΦΚΑ κατέγραψαν βουτιά 30%.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!