Tο τσουνάμι ιδιωτικού χρέους που προκαλεί η πανδημία του κορονοϊού και μπορεί να αγγίξει το 2021 ακόμα και τα 20 δισ. ευρώ, ναρκοθετώντας την προοπτική επανόδου της οικονομίας σε βιώσιμη ανάπτυξη, τίθεται σήμερα, Τρίτη 26 Ιανουαρίου, επί τάπητος κατά την τηλεδιάσκεψη που θα έχει το οικονομικό επιτελείο με τους επικεφαλής των εκπροσώπων των θεσμών στο πλαίσιο της 9ης μεταμνημονιακής αξιολογήσεως.
Η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών επιδιώκει μία συνολική ρύθμιση για τα χρέη που δημιουργήθηκαν ή θα δημιουργηθούν κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, προκειμένου να μη λάβουν ανεξέλεγκτες διαστάσεις και υπονομεύσουν την επιστροφή στην κανονικότητα.
Για αυτό τον λόγο θα διερευνήσει τις προθέσεις των θεσμών για μια ρύθμιση αποπληρωμής των χρεών βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων και προϋποθέσεων σε έως 120 δόσεις για τις πληττόμενες επιχειρήσεις από την πανδημία και τους εργαζόμενους που έχουν ανασταλεί οι συμβάσεις εργασίας τους.
Αν και οι οριστικές αποφάσεις δεν αποκλείεται να ληφθούν στην επόμενη αξιολόγηση που θα πραγματοποιηθεί περί τα τέλη Μαρτίου, το οικονομικό επιτελείο επιδιώκει να ενημερώσει τους τεχνοκράτες των Βρυξελλών για τη διόγκωση του ιδιωτικού χρέους, το οποίο εκτιμάται θα φτάσει τα 260 δισ. μαζί με κεφαλαιοποιημένους τόκους από τις τράπεζες και προσαυξήσεις από το δημόσιο.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζει το πρόβλημα αφού στο πόρισμα της για το Μηχανισμό Επαγρύπνησης τον περασμένο Νοέμβριο είχε αναφερθεί με έμφαση μία τριπλή εκρηκτική αύξηση του συνολικού χρέους της χώρας -δημόσιου και ιδιωτικού- περί το 330% του AEΠ ή τα 600 δισ. ευρώ το 2020 από τα 520 δισ. ευρώ περίπου ή το από το 290% του AEΠ το 2019.
Παρά το γεγονός ότι παραδοσιακά είναι αντίθετη σε ρυθμίσεις οφειλών, καθώς επιβραβεύονται οι κακοπληρωτές και πλήττεται η κουλτούρα πληρωμών, σε αυτή την περίπτωση εκφράζεται η εκτίμηση από τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου ότι εφόσον κριθεί επιβεβλημένο θα συναινέσει σε μια ρύθμιση οφειλών αλα καρτ.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις στα 234 δισ. ευρώ στα οποία ανερχόταν το ιδιωτικό χρέος προ της πανδημίας, θα πρέπει να προστεθεί ένα νέο ιδιωτικό χρέος αρκετών δισ. το οποίο μπορεί να προκύψει από μία μεγάλη δεξαμενή που αποτελείται από: «κόκκινα» δάνεια ύψους 10 με 12 δισ. ευρώ, από τα 4 δισ. φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων που έχουν ανασταλεί, από τα 3 δισ. ευρώ που εκτιμώνται τα χρέη μεταξύ των ιδιωτών, από τα 2 δισ. χρέη προς το σύνολο των ΔΕΚΟ αλλά και τους ΟΤΑ, από τα σχεδόν 7 δισ. που θα διατεθούν κατά τους πέντε γύρους της επιστρεπτέας προκαταβολής τα οποία θα αρχίσουν να αποπληρώνονται από τον Ιανουάριο του 2022, αλλά αρκετές επιχειρήσεις δεν θα έχουν αυτή τη δυνατότητα, αλλά και από τα 5 δισ. νέες ληξιπρόθεσμες φορολογικές υποχρεώσεις το εντεκάμηνο του 2020.
Όπως εκτιμάται, είναι πολύ εύκολο εάν δεν υπάρξει μια γενναία ρύθμιση, να δημιουργηθεί ένα νέο χρέος 20 δισ. ευρώ, που θα αποτελεί πραγματική βόμβα στα θεμέλια της ανάκαμψης της οικονομίας από την πανδημία.
H ρύθμιση που επιδιώκει η κυβέρνηση θα είναι ανάλογη με το προφίλ και το ύψος των χρεών κάθε πληγείσας από την πανδημία επιχείρησης.
Για αυτό τον λόγο δεν θα έχει οριζόντιο χαρακτήρα, αλλά θα είναι απόλυτα εξατομικευμένη, ώστε δικαίωμα ένταξης και περισσότερες δόσεις να δικαιούνται εκείνες οι επιχειρήσεις ή οι ελεύθεροι επαγγελματίες που έχουν πραγματική ανάγκη μιας δεύτερης ευκαιρίας για να παραμείνουν όρθιοι και να επιβιώσουν κατά την επιστροφή σε συνθήκες κανονικότητας.
Θα υπάρξουν μια σειρά από κριτήρια που θα καθορίσουν το ύψος των δόσεων με τις οποίες ο κάθε δικαιούχος θα μπορεί να ρυθμίσει τις οφειλές του ακόμα και σε βάθος δεκαετίας με απώτερο στόχο να διευκολυνθούν μόνο εκείνοι που έχουν πληγεί περισσότερο από την πανδημία.
Μεταξύ των κριτηρίων θα περιλαμβάνονται ,η απώλεια εσόδων από την έναρξη της κρίσης έως και τον Μάρτιο ή Απρίλιο του 2021,το ύψος των οφειλών που έχουν συσσωρευτεί, ο αριθμός των εργαζομένων και τα περιουσιακά στοιχεία, ο τζίρος των τελευταίων δυο ετών.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!