Τι ευθύνεται για τον πληθωρισμό; Θα μείνει ή θα είναι παροδικός; Πώς μπορούμε να τον αντιμετωπίσουμε; Αυτά ήταν τα βασικά ερωτήματα που απασχόλησαν τους ομιλητές κατά τη διάρκεια συζήτησης που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 7ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών.
«Εχουμε μια ευρωπαϊκή τράπεζα και πολλές χώρες με διαφορετικούς πληθωρισμούς» τόνισε η Μαρία Δεμερτζή, Αναπληρώτρια Διευθύντρια στο Bruegel συμπληρώνοντας πως «το πραγματικό ερώτημα είναι τι θα συμβεί ως προς την ισορροπία των επιτοκίων. Και η πραγματικότητα είναι πως δεν έχω ιδέα ποιες θα είναι οι μακροπρόθεσμες συνέπειες και ποιο θα είναι το μέλλον».
Η Soňa Muzikárová, Οικονομική Διευθύντρια στο GLOBSEC Policy Institute επεσήμανε πως «έχουμε εισέλθει σε εποχή επιθετικής γεωπολιτικής. Δεν αξίζει τον κόπο να έχουμε συναλλαγές με επιθετικές χώρες και να διατηρούμε εξαρτήσεις. Φαίνεται ότι θα υπάρξει μια ταχεία απεξάρτηση από το φυσικό αέριο. Αυτό θα έχει και πληθωριστικές πιέσεις. Για να απορροφήσουμε τις ροές προσφύγων από την Ουκρανία και τη Ρωσία θα χρειαστούμε κονδύλια. Θα υπάρξουν επιπρόσθετες δαπάνες για να βοηθήσουμε τους ανθρώπους που έχουν πληγεί από την ακρίβεια. Θα δούμε πόσο θα διαιωνιστεί ο πληθωρισμός».
Η Nadine Baudot-Trajtenberg, Επίκουρη Καθηγήτρια στο Tiomkin School of Economics, Reichman University στο Ισραήλ εξέφρασε την πεποίθηση πως «θα υπάρξει μεγάλη πίεση για την αύξηση των κυβερνητικών δαπανών. Αυτό θα επηρεάσει και την αγορά εργασίας. Θα υπάρξουν πολλές συνέπειες σε δημοσιονομικό επίπεδο. Θα μειωθεί η διεύρυνση της παγκοσμιοποίησης. Αυτό έχει να κάνει με την πανδημία. Μια παγκόσμια τάξη ή μάλλον μια παγκόσμια αταξία θα οδηγήσει στην αύξηση των τιμών».
«Υπάρχουν φωνές που λένε πως ο πληθωρισμός ήρθε για να μείνει γιατί οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες ήταν απροετοίμαστες. Τι μπορούμε να κάνουμε τώρα;» Το ερώτημα απηύθυνε ο Πλούταρχος Σακελλάρης, Καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, συντονιστής της συζήτησης στον Christian Odendahl από το The Economist.
Ο δημοσιογράφος που εξειδικεύεται στα ευρωπαϊκά οικονομικά θέματα απάντησε πως «στην Ευρώπη έχουμε μια δημοσιονομική ένωση που βασίζεται σε δημοσιονομικούς κανόνες. Η ΕΚΤ είναι σε πολύ δύσκολη θέση και δεν έχει αντιδράσει με τρόπο ιδανικό. Πρέπει να δούμε ποιες είναι οι ρυθμίσεις των μισθών σε μια αγορά. Υπάρχει μια διαπραγμάτευση των συμβάσεων. Είναι προφανές πως δεν μπορούμε να αναμένουμε από τον τομέα της εργασίας να αναλάβει όλο το τίμημα. Η δημοσιονομική πολιτική μπορεί να αντισταθμίσει έναν μέρος του κόστους. Κάποιες χώρες, όπως η Γαλλία και η Γερμανία συμφώνησαν σε κάποια προσωρινά μέτρα, όπως την καταβολή εφάπαξ μπόνους».
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!