Η ενεργειακή κρίση και οι επιπτώσεις των πληθωριστικών πιέσεων στην ανάπτυξη της οικονομίας ανατρέπουν τον προγραμματισμό της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης και τα σχέδια για το 2022.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και το πλάνο για ταχύτερη έξοδο από τη μεταμνημονιακή εποπτεία δείχνει να «παγώνει» μέχρι να ξεκαθαρίσει η κατάσταση και να αποκαλυφθούν οι πραγματικές παρενέργειες του κύματος της ενεργειακής ακρίβειας σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Προβλέψεις για κύματα ψύχους στην Ευρώπη
Η αλματώδης άνοδος των τιμών αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου συνεχίστηκε και χθες, την ώρα που εξειδικευμένοι οργανισμοί και αναλυτές μετεωρολογικών μοντέλων προειδοποιούν για επερχόμενα διαδοχικά κύματα ψύχους στη νοτιοανατολική και την κεντρική Ευρώπη, τα οποία θα προκαλέσουν μεγάλη αύξηση της ζήτησης και της κατανάλωσης ενέργειας.
Κορυφαίοι παράγοντες του οικονομικού επιτελείου δεν κρύβουν την ανησυχία τους, καθώς εκτιμούν ότι δεν έχει φανεί ακόμα το πραγματικό εύρος των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης, τη διάρκεια της οποίας δεν μπορεί κανείς να προβλέψει ακόμα. «Κανείς δεν μπορεί να ξέρει πόσο θα κρατήσει η ενεργειακή κρίση. Η κυβέρνηση δεν πρόκειται να αφήσει απροστάτευτους τους καταναλωτές», ανέφερε χθες ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας.
►Κ. Σκρέκας: Κανείς δεν μπορεί να ξέρει πόσο θα κρατήσει η ενεργειακή κρίση
Ταυτόχρονα περιμένουν να ζυγίσουν τις αποφάσεις οι οποίες θα ληφθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο προκειμένου να υπολογίσουν το κόστος των νέων παρεμβάσεων που θα χρειαστούν.
Στο οικονομικό επιτελείο σβήνουν και γράφουν, ενώ υπολογίζουν όλα τα νέα δεδομένα, καθώς μέσα σε έναν χρόνο ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή διαμορφώθηκε από το -2,3% στο +2,2% τον περασμένο Σεπτέμβριο, ενώ όλες οι εκτιμήσεις συγκλίνουν ότι η ανοδική πορεία του δεν θα σταματήσει εδώ. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο προϋπολογισμός του 2021 συντάχθηκε με πρόβλεψη για πληθωρισμό 0,6% και του 2022 για πληθωρισμό 0,8%.
Δημοσιονομικό το πρόβλημα
Το πρόβλημα δεν είναι ταμειακό, αλλά δημοσιονομικό, δηλώνει ο υπουργός Οικονομικών. Aυτό σημαίνει ότι μπορεί τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας να φθάνουν τα 40 δισ. ευρώ, αλλά το υπουργείο Οικονομικών δεν θέλει να δώσει μήνυμα στις αγορές ότι χρησιμοποιεί το «μαξιλάρι», καθώς για τους επενδυτές στα ελληνικά ομόλογα αυτό συμβάλλει στη διατήρηση του χαμηλού κόστους δανεισμού του Δημοσίου. Το ζητούμενο είναι τα κονδύλια να μην επηρεάσουν το έλλειμμα του προϋπολογισμού και να μην οδηγήσουν σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό.
Η απειλή οι πληθωριστικές πιέσεις να διαρκέσουν αρκετά ώστε να ενσωματωθούν στις πληθωριστικές προσδοκίες είναι υπαρκτή και μπορεί να οδηγήσει σε ένα πληθωριστικό σπιράλ. Όπως εκτιμάται, εάν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση θα προκύψει ανάγκη για πιέσεις για αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις.
Ο συνδυασμός ολοένα και αυξανόμενων πληθωριστικών πιέσεων, οι οποίες φαίνεται να ξεπερνούν σε ένταση και διάρκεια τις αρχικές εκτιμήσεις των κεντρικών τραπεζών, με στοιχεία που υποδεικνύουν σοβαρή επιβράδυνση μεγάλων οικονομιών μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και σε μια αναπροσαρμογή του διεθνούς εμπορίου, καθώς οι εφοδιαστικές αλυσίδες συγκεντρώνονται σε λιγότερα σημεία στον πλανήτη.
Πιο έντονο το πρόβλημα για την Ελλάδα
Για τη χώρα μας το πρόβλημα θα είναι ακόμα πιο έντονο, αφού ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων θα αυξήσει το κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, το οποίο διογκώθηκε λόγω των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης.
Από αυτήν την άποψη, εκτιμάται ότι οι χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος θα πρέπει να αξιοποιήσουν στο έπακρο το τρέχον περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων, με εκδόσεις χρέους μακράς διάρκειας. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ετοιμάζεται να θέσει σε εφαρμογή ένα μεταβατικό εργαλείο παρέμβασης για την προστασία του αξιόχρεου των χωρών της Ευρωζώνης, μετά τη λήξη ισχύος του PEPP.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!