Επιφυλάξεις για τις αβεβαιότητες που έχει μπροστά της η ελληνική οικονομία εκφράζει το Γραφείο Προϋπολογισμού στη Βουλή, στην γνωμοδότησή του για το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής. Το Γραφείο καταγράφει τους κινδύνους που παραμένουν ενεργοί όχι μόνο για φέτος αλλά και για το επόμενο έτος.
Όπως σημειώνεται σχετικά, το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο παρουσιάζει τις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις για την περίοδο 2021-2025. Για το τρέχον έτος προβλέπεται μια σαφής επιδείνωση σε σχέση με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, τόσο για τα μακροοικονομικά όσο και για τα δημοσιονομικά μεγέθη. Συγκεκριμένα, το ΑΕΠ του 2021 αναμένεται να αυξηθεί κατά 3,6% (έναντι 4,8% στον Προϋπολογισμό) και το πρωτογενές έλλειμμα να φτάσει το 7,1% του ΑΕΠ (έναντι 3,8% στον Προϋπολογισμό) σε όρους ESA.
Η αναθεώρηση αυτή επί το δυσμενέστερο, που είχε άλλωστε αποτυπωθεί και στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, οφείλεται στην παράταση της πανδημίας εντός του 2021 και στη διατήρηση των έκτακτων δημοσιονομικών μέτρων για την προστασία νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Επί της ουσίας πρόκειται για την υλοποίηση των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών κινδύνων που είχαμε επισημάνει στη γνώμη μας για τον Προϋπολογισμό. Εκεί αναφέραμε αφενός την αβεβαιότητα για την ταχύτητα επαναφοράς της οικονομικής δραστηριότητας και αφετέρου τη δυνατότητα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους καθώς και το ενδεχόμενο να χρειαστούν επιπρόσθετη στήριξη από τον δημόσιο τομέα. Σύμφωνα με τη σύγκριση των προβλέψεων του Προϋπολογισμού και του Μεσοπρόθεσμου τα φορολογικά έσοδα ήταν 2,3 δισ. χαμηλότερα και οι κρατικές δαπάνες 2,9 δισ. υψηλότερες, καταλήγοντας σε συνολική πρωτογενή επιδείνωση κατά 5,7 δισ. ευρώ.
Οι ίδιοι κίνδυνοι παραμένουν ενεργοί και το 2022
Το Μεσοπρόθεσμο για το 2022 προβλέπει ρυθμό μεγέθυνσης 6,2% και πρωτογενές έλλειμμα 0,5% του ΑΕΠ. Αυτή η δημοσιονομική βελτίωση κατά 11,3 δισ. ευρώ θα προέλθει κατά κύριο λόγο από την άρση των έκτακτων μέτρων που θα προκαλέσουν αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 3,9 δισ. και μείωση των κρατικών μεταβιβάσεων κατά 6,7 δισ. ευρώ. Αμφότερα, ωστόσο, συνδέονται με τις αβεβαιότητες που αναφέραμε παραπάνω, δηλαδή με την ικανότητα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στις φορολογικές τους υποχρεώσεις και με το ενδεχόμενο να χρειαστούν επιπλέον στήριξη.
Για τα επόμενα έτη 2023-25, προβλέπονται υψηλοί ρυθμοί μεγέθυνσης (4,1%, 4,4% και 3,3% αντίστοιχα) και σταδιακή αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος (2%, 2,8% και 3,7% αντίστοιχα, σε όρους ESA). Σημειώνεται, ωστόσο, ότι οι προβλέψεις αυτές υποθέτουν την πλήρη άρση των δημοσιονομικών μέτρων που σχετίζονται με την πανδημία, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής της εισφοράς αλληλεγγύης στον ιδιωτικό τομέα και της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών κατά τρεις μονάδες.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!