H Ελλάδα δεν κινδυνεύει αυτή τη στιγμή από νέα κρίση χρέους, υπογραμμίζεται στην έκθεση-άρθρο του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Ρολφ Στράουχ, που δημοσιοποιήθηκε σήμερα και χαρακτηρίζει βιώσιμο το ελληνικό χρέος. Η έκθεση καταγράφει σημαντική βελτίωση στη διάρθρωση του δημόσιου χρέους, ως απόρροια του ευνοϊκού προφίλ, το οποίο εξασφαλίζεται από τα χαμηλά επιτόκια και τη μακρά περίοδος αποπληρωμής.
Τα μηδενικά επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έχουν οδηγήσει το κόστος δανεισμού της Ελλάδας σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, και ειδικότερα από το 7,3% το 2000 στο 1,5% το 2020.
Όπως σημειώνεται, σε αντίθεση με την κατάστασή της κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η Ελλάδα έχει πλέον ευρύτερη πρόσβαση στα μέτρα νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αυτό μειώνει περαιτέρω το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους της χώρας. Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας δεν είναι πλέον επιλέξιμο ως εξασφάλιση για τις κύριες πράξεις αναχρηματοδότησης, αλλά και στο τρέχον πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, το πρόγραμμα πανδημίας έκτακτης ανάγκης (PEPP).
«Αν και η οικονομική επιβάρυνση της τρέχουσας πανδημίας έχει αυξήσει τα επίπεδα του χρέους και τους μακροπρόθεσμους κινδύνους, δεν περνάμε άλλη κρίση χρέους. Οι προσπάθειες της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) μπορούν να διασφαλίσουν την τρέχουσα διατηρησιμότητα του χρέους της Ελλάδας παρά τις υπόλοιπες, μακροπρόθεσμες προκλήσεις», αναφέρεται στην έκθεση.
Η Ελλάδα, σημειώνει, αναδύθηκε από την προηγούμενη κρίση χρέους πιο ανθεκτική. Πραγματοποίησε μια σειρά μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης, της απλοποίησης των αδειών, του εξορθολογισμού των διαδικασιών και της διευκόλυνσης του εμπορίου. Ως αποτέλεσμα, η ελληνική οικονομία ήταν διαρθρωτικά πιο ανθεκτική στην αρχή της πανδημίας από ό,τι πριν από την κρίση του δημόσιου χρέους
Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, τόσο ο ελληνικός προϋπολογισμός όσο και το χρέος του φαίνονται καλά διαχειρίσιμα τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, το χρέος δημιουργεί μεγάλη σκιά, προκαλώντας παρατεταμένες προκλήσεις και κινδύνους. Τα μελλοντικά επιτόκια, η δημοσιονομική πίεση και η αδύναμη ανάπτυξη μπορούν να οδηγήσουν σε υψηλότερη επιβάρυνση για την εξυπηρέτηση του χρέους και τις ανάγκες αναχρηματοδότησης. Η διατήρηση της δημοσιονομικής δύναμης και, πρωτίστως, η προώθηση της ανάπτυξης είναι οι καλύτεροι τρόποι για την Ελλάδα να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις. Ταυτόχρονα προειδοποιεί ότι η Ελλάδα πρέπει να διατηρήσει την εμπιστοσύνη της αγοράς ακόμη και σε λιγότερο ευνοϊκές συνθήκες μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης.
O Μηχανισμός αναφέρεται και στα οφέλη της ελληνικής οικονομίας από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, σημειώνοντας με νόημα την ανάγκη βελτίωσης της ικανότητας απορρόφησης των κοινοτικών κονδυλίων, ώστε να υπάρξει ορθή χρήση και σωστή επένδυση στις πιο παραγωγικές δυνάμεις της οικονομίας.
«Αυτό απαιτεί μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις της ελληνικής κυβέρνησης πέραν του τρέχοντος Σχεδίου Αναπτυξιακής Στρατηγικής», τονίζει.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!