Η αναμενόμενη μείωση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) την Πέμπτη θα είναι ένα από τα λίγα θετικά σημεία για την πορεία της Ευρωζώνης, καθώς κάτω από την εικόνα της σταδιακής επαναφοράς της οικονομίας της σε τροχιά ανάκαμψης υποκρύπτονται μία σειρά προβλημάτων, όπως η μακροχρόνια απώλειας ανταγωνιστικότητάς της έναντι των ΗΠΑ και της Κίνας.
Στα θετικά για την Ευρωζώνη μπορεί να αναφερθεί η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών, η οποία αντανακλάται στη συγκράτηση του κόστους δανεισμού των χωρών-μελών της μετά τη μείωση του πληθωρισμού κοντά στον στόχο και στη μείωση των spreads των ιταλικών ομολόγων σε χαμηλό επίπεδο διετίας, κάτι που επιτρέπει στην ΕΚΤ να μειώσει τα επιτόκια χωρίς τον κίνδυνο κατακερματισμού της αγοράς.
Η ανθεκτικότητα των ευρωπαϊκών τραπεζών, όπως φάνηκε και από το γεγονός ότι δεν επηρεάστηκαν πέρυσι από την κρίση στις αμερικανικές περιφερειακές τράπεζας, είναι ένα ακόμη θετικό στοιχεία, όπως και η συμφωνία που επιτεύχθηκε το 2020 για το Ταμείο Ανάκαμψης, που επιτρέπει τη χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση έως το 2026, ενισχύοντας τη συνοχή της Ευρωζώνης.
Οι προκλήσεις
Από την άλλη πλευρά, όμως, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει είναι πολλές: Από τον χαμηλό δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης - ο οποίος επιβαρύνεται από το έντονο δημογραφικό πρόβλημα - και τη χαμηλή παραγωγικότητα που αντανακλάται στην απώλεια ανταγωνιστικότητας έναντι των ΗΠΑ και της Κίνας, έως τη δυσμενή δημοσιονομική θέση και το υψηλό δημόσιο χρέος που αντιμετωπίζουν πολλές χώρες της ΕΕ.
Η θετική πορεία της αγοράς ομολόγων και η ανάκαμψη της οικονομίας από το πρώτο τρίμηνο του 2024 προσφέρουν στην Ευρωζώνη και τις χώρες-μέλη της τα περιθώρια για να προσπαθήσουν να αντιμετωπίσουν αυτές τις προκλήσεις.
Αν αυτά δεν αντιμετωπισθούν, κάτι που απαιτεί σημαντικές μεταρρυθμίσεις για τη στήριξη της ανάπτυξης και τη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών, η Ευρωζώνη θα κινδυνεύσει να χάσει και άλλο έδαφος και να περιοριστεί ο διεθνής ρόλος και σημασία της.
Χάνει έδαφος διεθνώς
«Χωρίς ένα σημαντικό ταρακούνημα, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα γίνει μια πολύ υποβαθμισμένη παγκόσμια δύναμη, αφήνοντας τις ΗΠΑ να μάχονται με την Κίνα για την οικονομική υπεροχή», δήλωσε ο Jamie Rush, επικεφαλής Ευρωπαίος οικονομολόγος του Bloomberg Economics.
«Ενώ η Ευρώπη τα πηγαίνει καλύτερα τώρα, μεγάλες διαρθρωτικές προκλήσεις – όπως η γήρανση, η κλιματική αλλαγή και ο παγκόσμιος κατακερματισμός - περιμένουν», προειδοποίησε ο διευθυντής του ΔΝΤ για την Ευρώπη, Alfred Kammer.
Η αδύναμη παραγωγικότητα - και μαζί της η χαμηλή δυνητική ανάπτυξη - είναι ένα τέτοιο πρόβλημα. Η ΕΕ στο σύνολό της έχει σταθερά χειρότερες επιδόσεις από τις ΗΠΑ σε αυτό το θέμα από την αρχή του τρέχοντος αιώνα. Το αποτέλεσμα είναι η βραδύτερη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και η «μείωση της παγκόσμιας οικονομικής ισχύος», σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας σε μελέτη του τον Μάιο.
Υστέρηση 18% έναντι των ΗΠΑ
Το χάσμα μεταξύ των οικονομιών της Ευρώπης και των ΗΠΑ από το 2000 έφτασε περίπου στο 18% του δυνητικού ΑΕΠ το 2023 - που ισοδυναμεί με περισσότερα από 3 τρις. ευρώ, σύμφωνα με το Bloomberg Economics, το οποίο υπολογίζει ότι η απίκλιση θα φτάσει σχεδόν στο 40% μέχρι το 2050.
«Είναι στο χέρι μας ως Ευρωπαίοι να κάνουμε περισσότερα», δήλωσε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ στους δημοσιογράφους στην Ιταλία τον περασμένο μήνα σε σύνοδο του Eurogroup που επικεντρώθηκε στη διαφορά επιδόσεων μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης.
Ενα άλλο μείζον πρόβλημα είναι η γήρανση του πληθυσμού – που εντείνει τον χαμηλό δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης και τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους – καθώς οι συντάξεις σε όλη την περιοχή χρηματοδοτούνται σε μεγάλο βαθμό από τους κρατικούς προϋπολογισμούς των χωρών της περιοχής.
«Το ποσοστό γεννήσεων είναι πολύ χαμηλότερο από το αναμενόμενο», δήλωσε ο Oliver Rakau, οικονομολόγος στην Oxford Economics. «Αυτό δεν θα αποτελεί πρόβλημα σε δύο, τρία ή πέντε χρόνια, αλλά είναι μεγάλο πρόβλημα μακροπρόθεσμα».
Πιο πιεστική είναι η επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών, με την Ιταλία να αναμένεται να έχει το υψηλότερο χρέος στην περιοχή, ξεπερνώντας την Ελλάδα, σε μόλις τρία χρόνια, σύμφωνα με την Scope Ratings.
Αν και οι αγορές ομολόγων δείχνουν ότι οι επενδυτές δεν ανησυχούν, η κρίση πριν από 110 και πλέον χρόνια δείχνει πόσο γρήγορα μπορεί να αλλάξει το κλίμα.
Παρ' όλες τις προσπάθειες που μπορεί να καταβάλουν οι κυβερνήσεις για να θέσουν υπό έλεγχο τα ελλείμματα χρέους μέσω περικοπών δαπανών ή αυξήσεων φόρων, οι καλύτερες προοπτικές τους για την αποκατάσταση των δημόσιων οικονομικών μακροπρόθεσμα θα είναι μέσω της επίτευξης υψηλότερης οικονομικής ανάπτυξης.
Οι εκθέσεις Λέτα και Ντράγκι
Στα μέσα Απριλίου ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας Ενρίκο Λέτα παρουσίασε μια έκθεση σχετικά με το μέλλον της ενιαίας αγοράς της ΕΕ. Μεταξύ άλλων, συνέστησε την ενοποίηση τηλεπικοινωνιακών εταιρειών και την περαιτέρω ενοποίηση των αγορών ενέργειας.
Ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι θα δημοσιεύσει σύντομα μια πολυαναμενόμενη έκθεση για το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, η οποία θα επιχειρήσει να σταματήσει την παρακμή με μια έκκληση για «ριζική αλλαγή» που θα μπορούσε να περιλαμβάνει μικρότερο ρυθμιστικό βάρος και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μαζικές επιδοτήσεις.
«Χωρίς στρατηγικά σχεδιασμένες και συντονισμένες δράσεις πολιτικής, είναι λογικό ότι ορισμένες από τις βιομηχανίες μας θα σταματήσουν την παραγωγή τους ή θα μετεγκατασταθούν εκτός ΕΕ», δήλωσε τον Απρίλιο.
Εν τω μεταξύ, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ακολουθεί μια δική του ατζέντα που περιλαμβάνει την προώθηση μεγαλύτερης ολοκλήρωσης των κεφαλαιαγορών για να μιμηθεί την επιτυχία των ΗΠΑ στη δημιουργία τεράστιων δεξαμενών χρηματοδότησης.
Με πληροφορίες από Bloomberg
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!