Οι αυξήσεις των επιτοκίων την τελευταία διετία έφεραν κέρδη 100 δισ. ευρώ στις ευρωπαϊκές τράπεζες, αλλά η ώθηση αυτή δεν κατάφερε να κλείσει ένα επίμονο χάσμα αποτίμησης, σημειώνουν οι Financial Τimes.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) σκαρφάλωσαν από 270 δισ. ευρώ το 2021 σε 378 δισ. ευρώ φέτος, σύμφωνα με στοιχεία της UBS, αφότου οι κεντρικές τράπεζες άρχισαν να αυξάνουν με ταχείς ρυθμούς τα επιτόκια. Τα δάνεια αυξήθηκαν μόνο 2% σε αυτό το διάστημα, πράγμα που σημαίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος των κερδών προέρχονται από τη διεύρυνση της ψαλίδας ανάμεσα στα επιτόκια καταθέσεων-δανείων.
Η ενίσχυση των κερδών επέτρεψε στις ευρωπαϊκές τράπεζες να αυξήσουν τα μερίσματα και τις επαναγορές ιδίων μετοχών σε 121 δισ. ευρώ το 2023 από 90 δισ. ευρώ το 2021. Ωστόσο, ενώ οι καλύτερες αποδόσεις κεφαλαίου έχουν μεταφραστεί σε διψήφια άνοδο στις τιμές των μετοχών για πολλές τράπεζες, σχεδόν όλες εξακολουθούν να διαπραγματεύονται με μεγάλη έκπτωση στη λογιστική αξία των περιουσιακών τους στοιχείων έναντι των αμερικανικών τραπεζών.
«Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν ξεπεράσει την αγορά περισσότερο από 50% (από το τέλος του 2020) και παρόλα αυτά εξακολουθούν να βρίσκονται υπό διαπραγμάτευση σε αποτιμήσεις που υποδηλώνουν κέρδη 30% κάτω από τις προβλέψεις μας», δήλωσε ο Jason Napier, αναλυτής της UBS.
Η μεγαλύτερη ανησυχία για τα στελέχη που αγωνίζονται να προσελκύσουν νέο χρήμα είναι ότι οι κεντρικές τράπεζες μπορεί να αρχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια ήδη από τον Μάρτιο, επαναφέροντας την πίεση στα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια (NIM), που μόλις είχαν αρχίσει να ανακάμπτουν ύστερα από μια δεκαετία αρνητικών ή εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων.
Οι φόβοι για ύφεση, η αδύναμη ζήτηση δανείων, το ενδεχόμενο πολύ υψηλότερων κεφαλαιακών απαιτήσεων και η αύξηση των αθετήσεων επιβαρύνουν επίσης τις τραπεζικές μετοχές. «Με τα επιτόκια πολιτικής να πρόκειται να μειωθούν το επόμενο διάστημα, τη μακροοικονομική ανάπτυξη να είναι υποτονική και τις αλλαγές στη φορολογία και τους κανονισμούς να κάνουν τη ζωή πιο δύσκολη, για τους μετόχους των τραπεζών υπάρχει ένα σαφές κυκλικό κίνητρο για έξοδο», δήλωσε ο Napier.
Προβλέψεις για διπλασιασμό των ζημίων από δάνεια
Η UBS εκτιμά ότι οι προβλέψεις για ζημίες από δάνεια θα φθάσουν τα 63 δισ. ευρώ το επόμενο έτος, από 31 δισ. ευρώ το 2021. Αυτό εξακολουθεί να είναι ένα διαχειρίσιμο επίπεδο, δεδομένων των υγιών κεφαλαιακών αποθεμάτων των τραπεζών, αλλά θα αφαιρέσει ποσά από τα μετρητά που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν διαφορετικά, για επαναγορές ή μερίσματα.
Ο Giles Edwards, αναλυτής της S&P Global, δήλωσε ότι «η αύξηση των κερδών σηματοδοτεί μια ευπρόσδεκτη ομαλοποίηση μετά από χρόνια συμπίεσης των περιθωρίων κέρδους, αλλά δεν ανακουφίζει όλες τις διαρθρωτικές προκλήσεις για την κερδοφορία των τραπεζών».
Ορισμένοι επενδυτές και στελέχη είναι πιο αισιόδοξοι. Ο επενδυτής Cevian Capital αγόρασε μετοχές της UBS αξίας 1,2 δισ. ευρώ αυτόν τον μήνα, στοιχηματίζοντας ότι ο ελβετικός διαχειριστής πλούτου μπορεί να διπλασιάσει την τιμή της μετοχής του και να εξαλείψει το έντονο χάσμα αποτίμησης με τον πλησιέστερο όμοιό του, τη Morgan Stanley.
Ο απερχόμενος CEO της Morgan Stanley, James Gorman, δήλωσε επίσης την περασμένη εβδομάδα στους Financial Times πως το ευρωπαϊκό discount θα αρχίσει να μειώνεται. «Δεν νομίζω ότι (κατά τη διάρκεια) της επόμενης δεκαετίας το χάσμα θα είναι τόσο μεγάλο. Νομίζω ότι υπάρχουν ευκαιρίες για τους Ευρωπαίους», δήλωσε.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!