Σαν κεραυνός εν αιθρία «έσκασε» σήμερα το πρωί η είδηση πως ο οίκος αξιολόγησης Fitch υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ λόγω δημοσιονομικών ανησυχιών, επιδείνωσης της διακυβέρνησης των ΗΠΑ, καθώς και πολιτικής πόλωσης.
«Μαύρα σύννεφα στην Ουάσινγκτον»
Τα πράγματα στην Ουάσινγκτον δεν είναι και τα καλύτερα, καθώς αναλυτές και στελέχη της αγοράς επισημαίνουν πως εκτός από την προσωρινή βουτιά των μετοχών το 2011, η «δημοσιονομική υπέρβαση» της Αμερικής σπάνια ήταν ένα θέμα που απασχολούσε την κοινή γνώμη, όμως το «καμπανάκι» της Fitch έρχεται σε μια περίοδο όπου γίνεται όλο και πιο δύσκολο να αγνοηθεί.
Ας θυμηθούμε μερικά σημαντικά γεγονότα που σίγουρα η κυβέρνηση Μπάιντεν εξετάζει ενδελεχώς αυτή τη στιγμή:
- Το 2007, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου προέβλεψε ότι το ομοσπονδιακό χρέος που κατέχεται από το δημόσιο θα μειωνόταν περίπου στο 22% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος σε μια δεκαετία. Το 2011 φάνηκε να αγγίζει περίπου το 76% μέχρι το τρέχον οικονομικό έτος.
- Σύντομα θα ξεπεράσει το 100%.
Μπορεί η Ομοσπονδιακή Τράπεζα να έκανε ό,τι μπορούσε για να διατηρηθούν τα επιτόκια όσο το δυνατόν πιο χαμηλά τα προηγούμενα χρόνια, φτάνοντας στο σημείο να επιφέρει μηδενικό επιτόκιο δανεισμού το 2020, όμως το χρήμα αυτή την περίοδο είναι ιδιαίτερα ακριβό μετά και τις συνεχόμενες αυξήσεις επιτοκίων από την Fed.
►Διαβάστε επίσης: Ο Fitch υποβάθμισε το αξιόχρεο των ΗΠΑ – O αντίκτυπος στις αγορές
«Ο πονοκέφαλος των επιτοκίων»
H Fed όλο το προηγούμενο διάστημα αύξησε τα επιτόκια για να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό, που έφτασε σε υψηλό τεσσάρων δεκαετιών πέρυσι, με το CBO να προβλέπει ότι οι καθαροί τόκοι θα φτάσουν τα 745 δισεκατομμύρια δολάρια το οικονομικό έτος 2024 - περίπου τα τρία τέταρτα όλων των διακριτικών δαπανών εξαιρουμένης της άμυνας.
Η αντίδραση στην αγορά ομολόγων το πρωί της Τετάρτης ήταν αντίθετη από αυτή που ήταν το 201, καθώς οι αποδόσεις αυξήθηκαν κοντά στο υψηλότερο επίπεδο του έτους, ενώ παραμένει το ερώτημα πώς θα αντιμετωπιστεί μία «πλημμύρα έκδοσης βραχυπρόθεσμου χρέους» για την αναπλήρωση των ταμείων του Υπουργείου Οικονομικών.
Οι ΗΠΑ δανείζονται στο δικό τους νόμισμα και ποτέ δεν θα χρεοκοπήσουν χωρίς να το θέλει η αμερικανική κυβέρνηση, όμως τα αυξανόμενα επιτόκια δημιουργούν την ανάγκη περεταίρω αυτο-χρηματοδότησης, με την κυβέρνηση των ΗΠΑ να πρέπει σύντομα να αλλάξει δημοσιονομική πολιτική και την περικοπή των επιδομάτων, αλλά και τη μείωση των κρατικών δαπανών να βρίσκονται επί τάπητος το επόμενο διάστημα.
Η υποβάθμιση
Σε μια κίνηση που εξέπληξε τους επενδυτές, η Fitch υποβάθμισε τις Ηνωμένες Πολιτείες σε AA+ από AAA την Τρίτη, επικαλούμενη δημοσιονομική επιδείνωση τα επόμενα τρία χρόνια και επανειλημμένες διαπραγματεύσεις για το ανώτατο όριο χρέους,που απειλούν την ικανότητα της κυβέρνησης να πληρώσει τους λογαριασμούς της.
Αυτή η επιδείνωση, καθώς και η αυξημένη πόλωση στο πολιτικό κλίμα της χώρας, ήταν ορατή στην «εξέγερση της 6ης Ιανουαρίου», την οποία ο οίκος αξιολόγησης (Fitch) τόνισε σε συναντήσεις με το Υπουργείο Οικονομικών ενόψει της υποβάθμισης.
«Ήταν κάτι που τονίσαμε γιατί απλώς αντανακλά την επιδείνωση της διακυβέρνησης, είναι ένα από τα πολλά. Έχετε το ανώτατο όριο του χρέους, έχετε την 6η Ιανουαρίου. Σαφώς, αν κοιτάξετε την πόλωση και με τα δύο κόμματα... οι Δημοκρατικοί πήγαν πιο αριστερά και οι Ρεπουμπλικάνοι πιο δεξιά, οπότε η μέση καταρρέει βασικά», είπε ο Φράνσις, ανώτατος διευθυντής της Fitch, προσθέτοντας πως: «δεν κατηγορούμε το ένα ή το άλλο κόμμα για τη δημοσιονομική κατάσταση».
►Διαβάστε επίσης: Ευρωαγορές: Πτώση άνω του 1% μετά την υποβάθμιση της Fitch
Αντιδράσεις από το ΥΠΟΙΚ
Η υποβάθμιση από τον Fitch επικρίθηκε έντονα από την υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν, η οποία την χαρακτήρισε «αυθαίρετη και πως βασίζεται σε ξεπερασμένα δεδομένα».
Ο οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου Τζάρεντ Μπερνστάιν δήλωσε την Τετάρτη στο CNBC ότι η χρονική στιγμή της υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της αμερικανικής κυβέρνησης από τον Fitch δεν έχει νόημα, χαρακτηρίζοντας την απόφαση περίεργη και αυθαίρετη.
Όταν ρωτήθηκε για το χρονοδιάγραμμα της απόφασης του Fitch, ο Φράνσις τόνισε ότι: « Η υπηρεσίαδ ήθελε να αφιερώσει λίγο χρόνο μετά την πρόσφατη συμφωνία για το χρέος για να αξιολογήσει τις μακροχρόνιες ανησυχίες σχετικά με τη διακυβέρνηση και το προφίλ του χρέους της χώρας. «Θέλαμε να ρίξουμε μια πραγματικά βαθιά ματιά σε αυτά τα θέματα»,
Παράλληλα πρόσθεσε πως η απόφαση για μείωση της κορυφαίας αξιολόγησης της χώρας, η οποία ελήφθη τη Δευτέρα, «προέκυψε από την επιδείνωση του χρέους της χώρας - για παράδειγμα, την αναλογία μεταξύ του χρέους της γενικής κυβέρνησης των ΗΠΑ και του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος - που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του αρκετά χρόνια, ενώ στο κάδρο μπήκαν και τα υψηλότερα επιτόκια είναι επίσης πιθανό να κάνουν το χρέος της χώρας βαρύτερο για να διατηρηθεί. Και νομίζω ότι, προφανώς, η ίδια η συζήτηση για το ανώτατο όριο του χρέους υπογραμμίζει αυτή την αιχμή και την πόλωση που έχουμε δει, και συμβαίνει κάθε δύο χρόνια τώρα από το 2011, λίγο πολύ».
Τι θα πρέπει να κάνουν οι ΗΠΑ για να αναβαθμιστούν ξανά
Η τελευταία αναστολή ανώτατου ορίου του χρέους, που συμφωνήθηκε τον Ιούνιο, θα διαρκέσει μέχρι τις αρχές του 2025, όταν είναι πιθανή μια άλλη πολιτική συζήτηση γύρω από το όριο δανεισμού, πρόσθεσε ο Φράνσις.
«Προκειμένου οι Ηνωμένες Πολιτείες να αναβαθμίσουν την αξιολόγησή τους, θα πρέπει να υπάρξει ένας συνδυασμός παραγόντων, όπως η σταθεροποίηση του χρέους στο ΑΕΠ και πιθανώς μια μόνιμη αναστολή του ανώτατου ορίου χρέους», σημείωσε ο Φράνσις, ενώ δεν προέβλεψε περαιτέρω ενέργειες για νέες υποβαθμίσεις λόγω ενδεχόμενης αλλαγής κυβέρνησης στο εγγύς μέλλον, υποστηρίζοντας πως: «Αυτό θα υπογράμμιζε απλώς την πραγματική πολιτική πόλωση και το είδος της επιδείνωσης της διακυβέρνησης που έχουμε ήδη σημειώσει... η υποβάθμιση δύο βαθμίδων θα ήταν πολύ σκληρή».